Tο Αλτσχάιμερ με τα μάτια της Πομ
«Τίποτα δεν είναι άσπρο μαύρο. Εκείνο που με ενδιαφέρει κυρίως είναι η ενσυναίσθηση και η αμφισημία». Ο Κριστόφ Μπίλσεν είναι Βέλγος σκηνοθέτης, 40 ετών, και στη φιλμογραφία του προσέθεσε τελευταία ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Mother» και θέμα του τη νόσο Αλτσχάιμερ. Πίσω όμως από την τυπική πληροφορία υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος. Οχι μόνο γιατί οι πάσχοντες από άνοια αυξάνονται (υπολογίζεται ότι μέχρι το 2050 ο αριθμός τους θα έχει φτάσει παγκοσμίως τα 131,5 εκατομμύρια), αλλά γιατί το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τους ασθενείς. Επηρεάζει τις οικογένειες, τους φίλους τους, το άμεσο και έμμεσο κοινωνικό περιβάλλον. Ο Μπίλσεν έχασε τη μητέρα του από άνοια, ξεκίνησε το ντοκιμαντέρ πριν από την απώλειά της, «αναζητώντας τρόπους περίθαλψης» και ομολογεί ότι εκείνο που τον σόκαρε περισσότερο ήταν «πόσο γεμάτο είναι το μυαλό μας από κλισέ όσον αφορά τη φροντίδα των ηλικιωμένων ανθρώπων».
Η ταινία, που θα προβληθεί την ερχόμενη εβδομάδα στο 25ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας», κυκλώνει το αθέατο για να μιλήσει για την ουσία, δεν κατακρίνει, ανοίγεται στις παράλληλες ιστορίες που ξετυλίγονται από το ερώτημα: τι κάνουμε όταν ένας κοντινός αγαπημένος άνθρωπος πάσχει από άνοια; Ο Μπίλσεν ταξιδεύει έως την Ταίλάνδη σε ένα κέντρο φροντίδας ηλικιωμένων με Αλτσχάιμερ που δέχεται αποκλειστικά ευκατάστατους Κεντροευρωπαίους, στους οποίους παρέχει ολοήμερη περιποίηση, σε τιμές και ποιότητα που η Ευρώπη αδυνατεί.
Η Πομ, μια Ταϊλανδή πολύ νέα γυναίκα, που εργάζεται στο κέντρο αυτό είναι διαζευγμένη μητέρα τριών παιδιών, τα οποία επισκέπτεται όσο πιο τακτικά μπορεί. Περνούν όμως και ημέρες, εβδομάδες χωρίς να τα δει. Επικοινωνεί μαζί τους μέσω Skype, πάσχει με τις δικές της ανημπόριες, δουλεύει ακατάπαυστα «και όμως δεν μπορεί να προσφέρει στο παιδί της μια καλύτερη ζωή», παράλληλα συμπάσχει. Ταυτίζεται με τους ασθενείς, προσπαθεί να τους ανακουφίσει, κλαίει όταν τους αποχωρίζεται. Με λεπτότητα και διεισδυτικότητα, ο σκηνοθέτης διαπιστώνει μεγάλες και ποικιλόμορφες ανισορροπίες: από τη μια, τα επώδυνα κενά του «προηγμένου» κόσμου, από την άλλη, η συμπόνια της Πομ από την «τριτοκοσμική» Ταϊλάνδη. «Προσκαλώ το κοινό να μη δει μόνο μια “ταινία για την άνοια” αλλά να συναισθανθεί την Πομ, μια πολύ δυνατή και χαρισματική γυναίκα. Αυτή είναι ο “σύνδεσμος” στις διάφορες ιστορίες του ντοκιμαντέρ», λέει ο σκηνοθέτης στην «Κ». «Να δει την ταινία, εν ολίγοις, με ευρυχωρία, να κατανοήσει τις εντάσεις και τις συγκρούσεις της μητρότητας, την αμφισημία στο επάγγελμα εκείνου που αναλαμβάνει να προσέχει ανοϊκούς ασθενείς. Ο κόσμος μας είναι πολύ απαιτητικός, πρέπει όλοι να σκεφτούμε τι σημαίνει “παρέχω φροντίδα σε γονείς”, ποιες είναι οι δυνατότητες που έχουμε. Η ταινία ξεβολεύει, απομακρύνεται από τη ματιά του “δυτικού” θεατή, παρουσιάζει το δίλημμα απογυμνωμένο».
Η «μεγάλη» εικόνα
Στο ερώτημα «αν βρίσκει κυνικό το γεγονός πως “εξάγουμε” ασθενείς στην Ταϊλάνδη», απαντάει με ευθύτητα: «Εχασα τη μητέρα μου από άνοια αφού προσπαθήσαμε να την περιποιηθούμε “άτυπα” στο σπίτι και στη συνέχεια, όταν πια ήταν αδύνατον να τη συντηρήσουμε εμείς, αναγκαστήκαμε να την πάμε σε οίκο ευγηρίας. Κάποιος, φυσικά, μπορεί να πει “είναι δίπλα μας οι λύσεις όχι στην Ταϊλάνδη!”. Είναι εύκολες οι ρητορίες του τύπου “πρέπει όλοι να φροντίζουμε τους αγαπημένους μας”, αλλά, όταν τα πράγματα φτάσουν στα όριά τους, όλα είναι πιο σύνθετα και δύσκολα. Η ταινία καλεί να σκεφτείτε τι σημαίνει “φροντίδα” σήμερα γι’ αυτές τις ηλικίες. Επιμένω: αν δει κανείς το “Mother” μονοδιάστατα, μπορεί να πει ότι η λύση της Ταϊλάνδης είναι κυνισμός. Αλλά αν εστιάσει στην Πομ και στις οικογένειες των ασθενών, θα δει τη “μεγάλη” εικόνα: την πολυπλοκότητα της φροντίδας και της μητρότητας».
Στις 21 Σεπτεμβρίου ήταν η Παγκόσμια Ημέρα Νόσου Αλτσχάιμερ, που έχει σκοπό την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τη νόσο, αλλά και την αφύπνιση και την ενεργοποίηση της πολιτείας. Το «Mother» θα προβληθεί: Τετάρτη 25/9 στο Άστορ (7.45 μ.μ.), παρουσία του σκηνοθέτη, Παρασκευή 27/9 (8.15 μ.μ) και Σάββατο 28/9 (8 μ.μ) στον Δαναό 2
ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ – ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ