Capital controls: Επιστροφή στην κανονικότητα έπειτα από 4 χρόνια στον «γύψο»
Η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, η οποία γίνεται πραγματικότητα από την Κυριακή, σηματοδοτεί την επιστροφή στην κανονικότητα για την ελληνική αγορά και για το τραπεζικό σύστημα. Και τούτο έπειτα από μία τετραετία κατά την οποία η χώρα βρισκόταν στον “γύψο”.
Τα οφέλη είναι πολλαπλά και, κυρίως, έμμεσα. Αφού οι πιο πολλοί περιορισμοί είχαν αρθεί με την τελευταία πράξη του Οκτωβρίου του 2018.
Οι ευεργετικές επιπτώσεις της τροπολογίας του ΥΠΟΙΚ που ψήφισε η Βουλή την προηγούμενη εβδομάδα (υλοποιώντας εμπροσθοβαρώς μια προεκλογική της δέσμευση) εκτείνονται από την πλήρη άρση των προσκομμάτων που είχαν απομείνει στις συναλλαγές έως το ισχυρό σήμα που δόθηκε στους δανειστές, στις αγορές και στους επενδυτές και αποτυπώνεται, μεταξύ άλλων, και στην πορεία των ελληνικών ομολόγων.
Το στοίχημα
Τραπεζικές πηγές εξηγούν ότι το πρώτο μεγάλο στοίχημα για την επόμενη μέρα (που σχετίζεται με το ίδιο το τραπεζικό σύστημα) είναι να μην υπάρχουν εκροές κεφαλαίων. Δηλαδή να αποδειχθεί ότι ορθά η κυβέρνηση (σε πλήρη συνεργασία και συμφωνία με την ΤτΕ, τις ίδιες τις τράπεζες αλλά και με τους “θεσμούς”) προέβη σε αυτή την απόφαση. Και, βεβαίως, να υπάρξει ροή νέων κεφαλαίων.
Ένα δεύτερο στοίχημα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, αφορά τις ίδιες τις τράπεζες. Συνδέεται με τη μεγαλύτερη δυνατότητα που πλέον θα έχουν να χρησιμοποιήσουν το εργαλείο του δανεισμού στη διατραπεζική αγορά, ενισχύοντας τη θέση τους, αλλά και εντείνοντας την παροχή ρευστότητας, την οποία έχει απόλυτη ανάγκη η πραγματική οικονομία και η εγχώρια επιχειρηματικότητα, που δέχτηκε μεγάλο πλήγμα όλα αυτά τα χρόνια των capital controls.
Ήδη το σύστημα διαχειρίζεται 24 δισ. ευρώ. Η αρχή έχει γίνει, εξηγούν τραπεζικές πηγές. Αλλά πλέον μπορεί να γίνει με καλύτερους όρους.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια πλήρη αλλαγή σελίδας από τα χρόνια της απόλυτης εξάρτησης που είχαν οι τράπεζες από τον ELA (ο δανεισμός από τον οποίο είχε φτάσει στα 87 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2015).
Τραπεζικές πηγές εξηγούν, επίσης, ότι υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα που συνδέεται με την άνοδο του δανεισμού στη διατραπεζική: η βελτίωση της ποιότητας της ζήτησης για νέα δάνεια. Επισημαίνουν ότι η διαδικασία μείωσης των NPLs δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο στην πώληση-τιτλοποίηση. Πρέπει να αυξηθεί σημαντικά και η παροχή νέων δανείων.
Η ζήτηση στο πεδίο των υγιών επιχειρήσεων επισημαίνουν ότι έχει αυξηθεί, αλλά στο πεδίο των ιδιωτών (καταναλωτικά, στεγαστικά) υπάρχει μεγάλο “κενό”. Η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια προς ιδιώτες εκτιμάται ότι είναι 80% χαμηλότερη από τα προ κρίσης επίπεδα. Και τούτο συνδέεται όχι απλώς με την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών, αλλά με τη διασφάλιση της ανάπτυξης.
Η αλλαγή σελίδας
Σε κάθε περίπτωση, το τέλος των κεφαλαιακών ελέγχων σηματοδοτεί την αλλαγή σελίδας για την ελληνική οικονομία και αγορά. Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την ανακοίνωση της άρσης επισήμανε ότι “ανοίγει για τη χώρα μας ένας νέος κύκλος αισιοδοξίας και για την οικονομία και για το τραπεζικό σύστημα”. Ο ΥΠΟΙΚ, Χρήστος Σταϊκούρας, που πρωτοστάτησε στις διαβουλεύσεις οι οποίες προηγήθηκαν με τις τράπεζες και τους “θεσμούς”, επισήμανε κατά την κατάθεση της τροπολογίας πως “αποτελεί ένα αποφασιστικό βήμα για την κανονικοποίηση της ελληνικής οικονομίας, συμβάλλει στην προσέλκυση επενδύσεων, στην επιτάχυνση της ανάπτυξης και στην περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της οικονομίας”.
Για τις τράπεζες, σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης Μoody’s, σηματοδοτεί μια θετική εξέλιξη, ενισχύοντας το αξιόχρεό τους. “Αναμένουμε ότι η άρση των capital controls θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταθετών και θα βοηθήσει τις τράπεζες να βελτιώσουν το χρηματοδοτικό τους προφίλ και τα έσοδά τους, κάτι που είναι credit positive”, αναφέρει ο oίκος, από τον οποίο η κυβέρνηση “αναμένει” τις επόμενες κινήσεις αναβάθμισης, που συνδέονται με τους μεγάλους οικονομικούς της στόχους.
Τι θα κρίνει την επιστροφή των καταθέσεων
Τα αποτελέσματα του “μαύρου” 2015 στις τραπεζικές καταθέσεις δεν έχουν πλήρως αναστραφεί. Ούτε πρόκειται αυτό να γίνει άμεσα, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, για μια σειρά από αντικειμενικούς παράγοντες.
Το επτάμηνο που μεσολάβησε ανάμεσα στην προεκλογική περίοδο (τέλος 2014) μέχρι τα capital controls του Ιουλίου του 2015 κατεγράφη εκροή καταθέσεων 43,46 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία που τηρεί η Τράπεζα της Ελλάδος. Από τα 164,29 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου του 2014, το ύψος τραπεζικών καταθέσεων τις μέρες των capital controls περιορίστηκε στα 120,83 δισ. ευρώ.
H άνοδος των καταθέσεων ήταν αργή και καθυστέρησε. Ουσιαστικά έλαβε χώρα τούς τελευταίους μήνες, με αποτέλεσμα πλέον να φτάνουν στο τέλος Ιουλίου του 2019 στα 138,64 δισ. ευρώ.
Όσο για το πότε θα επιστρέψουν τα υπόλοιπα κεφάλαια, κανείς δεν προβαίνει σε ασφαλείς προβλέψεις. Διότι, εξηγούν στελέχη του τραπεζικού τομέα, μέρος των κεφαλαίων που τότε έφυγαν συνδέεται με ανάγκες ιδιωτών και επιχειρήσεων οι οποίες έπρεπε να καλυφθούν. Δηλαδή μέρος από τα κεφάλαια δεν υπάρχει.
Επίσης, επισημαίνουν ότι η έλευση νέων κεφαλαίων συνδέεται με τις επόμενες κινήσεις που θα γίνουν για την ισχυροποίηση της ελληνικής οικονομίας, για την τόνωση της ρευστότητας και της ζήτησης, αλλά και για τη διενέργεια επενδύσεων. Και όλα αυτά πάντα σε συνάρτηση με τη (δυσμενή) συγκυρία στην παγκόσμια οικονομία.
Οι ίδιες πηγές εξηγούν ότι το επόμενο βήμα, αυτό της επιστροφής κεφαλαίων, δεν συνδέεται μόνο με τις επενδύσεις και τη συνέχεια στις παρεμβάσεις που αλλάζουν “σελίδα” στην ελληνική οικονομία.
Είναι πιο σύνθετο. Πρέπει να αλλάξει μια συνήθεια που έχει διαμορφωθεί: οι επιχειρήσεις με μεγάλη διασύνδεση με το εξωτερικό έχουν μάθει πλέον να κάνουν συναλλαγές “έξω” και τούτο θέλει κίνητρο εκ νέου “εισόδου”, πιο ισχυρό από την επιτοκιακή διαφορά, που όντως υφίσταται…
Της Δήμητρας Καδδά – capital.gr