ΚΟΣΜΟΣ

Brexit: Η Βρετανία σε τεντωμένο σχοινί ακόμη και μετά τη συμφωνία

Ο βρετανός πρωθυπουργός κατάφερε να αποσπάσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση κρίσιμες παραχωρήσεις, όμως μένει να δούμε εάν θα περάσει η συμφωνία από το βρετανικό κοινοβούλιο

Παρότι ο Μπόρις Τζόνσον έδωσε (και έχασε) τη μάχη στο βρετανικό κοινοβούλιο για το δικαίωμα της βρετανικής κυβέρνησης να προχωρήσει ακόμη και σε Brexit χωρίς συμφωνία, ώστε να γίνει σεβαστή η βούληση του βρετανικού εκλογικού σώματος, τελικά ήταν αυτός που κατάφερε να αποσπάσει μια νέα συμφωνία από τους ευρωπαίους. Και αυτό παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις των ευρωπαίων ηγετών ότι δεν είχαν να προσφέρουν κάτι καλύτερο από τη συμφωνία που είχε διαπραγματευτεί η πρόκατοχός του Τερέζα Μέι και η οποία απορρίφθηκε από τη Βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων.

Όμως, παρά τη σημαντική επιτυχία στη διαπραγμάτευση, εξακολουθεί να έχει μια μεγάλη μάχη να δώσει στο κοινοβούλιο για να την εγκρίνει, αν και έχει πλέον την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Οι προβλέψεις της νέας συμφωνίας

Η νέα συμφωνία δείχνει να προσφέρει μια σχετική επίλυση του προβλήματος με τη Βόρεια Ιρλανδία, προσφέροντας ένα μεταβατικό καθεστώς όπου στην πραγματικότητα η Βόρεια Ιρλανδία θα απολαμβάνει για τέσσερα χρόνια ένα καθεστώς τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ, με το τελωνειακό σύνορο να μεταφέρεται ουσιαστικά στην Ιρλανδική Θάλασσα, την ώρα που θα μπορεί να απολαμβάνει όσων εμπορικών συμφωνιών κάνει η ίδια η Μ. Βρετανία αυτοτελώς.

Μετά το πέρας της τετραετίας θα μπορεί το κοινοβούλιο της Βόρειας Ιρλανδίας να αποφασίσει εάν θέλει να συνεχίσει αυτή την ειδική σχέση. Με αυτή την έννοια δεν περιλαμβάνεται πια στη συμφωνία η δυνατότητα διηνεκούς παράτασης της ειδικής σχέσης όσο δεν υπάρχει συμφωνία για νέο καθεστώς. Αυτό σε ένα σημαντικό βαθμό ικανοποιεί ένα μέρος των βρετανικών αντιρρήσεων.

Από την άλλη, η νέα συμφωνία κάνει σαφές ότι η Βρετανία σέβεται τις διεθνείς συμφωνίες για το περιβάλλον και την κοινωνική προστασία και άρα δεν πρόκειται να διαμορφώσει συνθήκη άνισου και αθέμιτου ανταγωνισμού με όρους περιβαλλοντικού και κοινωνικού ντάμπινγκ απέναντι στην ΕΕ.

Πώς φτάσαμε στη νέα συμφωνία

Η συμφωνία καθεαυτή αποτελεί μια πολιτική επιτυχία του Μπόρις Τζόνσον. Απέδειξε ότι η απειλή της βέβαιης εξόδου ακόμη και χωρίς συμφωνία ήταν μια αποτελεσματική διαπραγματευτική τακτική που μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερες παραχωρήσεις από την ευρωπαϊκή πλευρά. Με αυτή την έννοια μπορεί να απαντήσει και σε όσους τον κατηγορούσαν ότι κατά βάση θέλει μια έξοδο με κάθε κόστος και σε όσους αμφισβήτησαν την ικανότητά του να κάνει διαπραγμάτευση.

Βέβαια αυτό στηρίχτηκε και στην αυξανόμενη ανησυχία των ευρωπαίων για το ενδεχόμενο ενός άτακτου Brexit. Και αυτό γιατί παρά τις «σκληρές» δηλώσεις διαφόρων πλευράς, της Γαλλίας προεξάρχουσας, που απέπνεαν μια αίσθηση ότι η Ευρώπη έχει χάσει την υπομονή τους με τη Βρετανία, στην πραγματικότητα υπήρχε πραγματικός φόβος για τις οικονομικές επιπτώσεις ενός άτακτου Brexit ιδίως από την πλευρά χωρών όπως η Γερμανία. Επιπλέον, με την ευρωζώνη αντιμέτωπη και τυπικά σε ύφεση, την νέα Κομισιόν να συναντά ουκ ολίγες αντιρρήσεις και εντεινόμενα σημάδια πολιτικής κρίσης, κανείς δεν ήθελα να προσθέσει στα υπαρκτά προβλήματα και το αχαρτογράφητο έδαφος μιας άτακτης εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ.

Ποια η κατάσταση στο βρετανικό κοινοβούλιο

Όμως, την ίδια στιγμή ο Μπόρις Τζόνσον έχει να δώσει και μια μεγάλη μάχη στην ίδια τη Βρετανία για να περάσει η συμφωνία, έχοντας όμως μερικούς παράγοντες υπέρ του.

Καταρχάς, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η απόρριψη της συμφωνίας που είχε φέρει η Τερέζα Μέι, απόρριψη που οδήγησε και στην άνοδο του κ. Τζόνσον στην πρωθυπουργία, ήταν το αποτέλεσμα της σύγκλισης δύο ασύμβατων κατευθύνσεων: της απόρριψης της συμφωνίας της κ. Μέι από συντηρητικούς βουλευτές και Ενωτικούς (προτεστάντες) της Ιρλανδίας που ήθελαν μια πιο σαφή εκδοχή «σκληρού» Brexit και τις απόρριψης του Brexit από ένα φάσμα πολιτικών δυνάμεων που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είχαν τοποθετηθεί κατά της εξόδου.

Αντίστοιχα, η απόρριψη από το βρετανικό κοινοβούλιο του ενδεχομένου να υπάρξει έξοδος χωρίς συμφωνία, επίσης ήταν το αποτέλεσμα της σχετικά ετερόκλητης συσπείρωσης ανάμεσα στις δυνάμεις που ήταν εξαρχής υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, όπως ήταν οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες ή οι οπαδοί της ανεξαρτησίας της Σκωτίας, έναν αριθμό συντηρητικών βουλευτών που ήθελαν όντως να υπάρξει συμφωνία και βέβαια το Εργατικό Κόμμα που θεωρούσε ότι με αυτό τον τρόπο υπονόμευε ακόμη περισσότερο την κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον, έστω και εάν δημοσκοπικά δεν φάνηκε να ευνοείται ιδιαίτερα από αυτή την κατεύθυνση.

Την ίδια στιγμή όλα δείχνουν ότι η βρετανική κοινωνία έχει μάλλον κουραστεί από την όλη πολιτική αντιπαράθεση γύρω από το χειρισμό του Brexit και τείνει προς το σεβασμό του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος και άρα την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας χωρίς άλλους κραδασμούς και χωρίς παραπέρα παρατάσεις.

Πώς διαμορφώνονται οι συσχετισμοί

Σε αυτό το φόντο Μπόρις ο Τζόνσον έχει τώρα να δώσει τη μάχη στο βρετανικό για την έγκριση της συμφωνίας.

Μέχρι τώρα έχει διατυπωθεί η αντίρρηση των Ενωτικών (προτεσταντών) της Βόρειας Ιρλανδίας που κυρίως ανησυχούν για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η μελλοντική απόφαση της Βόρειας Ιρλανδίας στην παράταση ή όχι του ειδικού μεταβατικού καθεστώτος. Συγκεκριμένα έχουν αντίρρηση σε μια λογική απλής πλειοψηφίας, υποστηρίζοντας ότι αναιρεί την αρχή της συναίνεσης (και των δύο κοινοτήτων) που είναι η βάση της ειρηνευτικής διαδικασίας.

Από εκεί και πέρα ο Τζόνσον θα προσπαθήσει να συσπειρώσει το σύνολο όσων αποδέχονται την ανάγκη της εξόδου, συμπεριλαμβανομένων και όσων διαφώνησαν μαζί του ως προς τον κίνδυνο μιας εξόδου χωρίς συμφωνία. Και αυτό γιατί μπορεί πλέον να υποστηρίζει ότι σε πείσμα όσων τον κατηγόρησαν για ανευθυνότητα, κατάφερε να φέρει μια συμφωνία. Άλλωστε, τώρα θα είναι η σειρά του ίδιου του Τζόνσον να εκβιάσει με τον κίνδυνο χάους από το ενδεχόμενο μιας εξόδου χωρίς συμφωνία ή για την παράταση του σημερινού αδιεξόδου.

Την ίδια στιγμή αρνητικοί φαίνονται να είναι οι Εργατικοί. Εδώ πρέπει να πούμε ότι στο εσωτερικό των Εργατικών υπήρξε πάνω στο θέμα εξαρχής διαπάλη δύο απόψεων. Η μία υποστήριζε ότι εξαρχής το Εργατικό Κόμμα θα έπρεπε να γίνει η βασική δύναμη υπέρ του Remain, άποψη που βέβαια θα σήμαινε και μεγάλες εκλογικές απώλειες, δεδομένου ότι ένα σημαντικό μέρος της βάσης των Εργατικών υπερψήφισε την έξοδο. Η άλλη, που αρχικά εξέφρασε και ο Κόρμπιν ήταν ότι οι Εργατικοί έπρεπε να βάλουν το δικό τους στίγμα για τους όρους της εξόδου, με έμφαση στα δικαιώματα των εργαζομένων και μια επωφελή τελωνειακή σύνδεση.

Όμως, σταδιακά οι Εργατικοί μετατοπίστηκαν σε ένα κόμμα που κοινοβουλευτικά υπερψηφίζει οτιδήποτε διαμορφώνει όρους εμπλοκής της διαδικασίας και υπονομεύει την κυβέρνηση των Συντηρητικών. Ταυτόχρονα δείχνουν να μετατοπίζονται από τη θέση υπέρ του σεβασμού του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, στη θέση της ανάγκης η συμφωνία να επικυρωθεί με δεύτερο δημοψήφισμα, το λεγόμενο «επικυρωτικό δημοψήφισμα». Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια τοποθέτηση στη βουλή καταψήφισης της συμφωνίας, εφόσον ο κ. Τζόνσον έχει τοποθετηθεί κατά ενός τέτοιου ενδεχόμενου, που πέραν όλων των άλλων θα έθετε εμμέσως και θέμα αμφισβήτησης της απόφασης του πρώτου δημοψηφίσματος.

Ετερόκλητη συμμαχία;

Το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα θα φανεί όταν η συμφωνία πάει στο Βρετανικό Κοινοβούλιο και ως προς το εάν θα διαμορφωθεί μια νέα αναγκαστικά ετερόκλητη συμμαχία κατά της συμφωνίας. Το ίδιο ισχύει και ως προς το εάν νέα εμπλοκή θα οδηγήσει σε προσφυγή στις κάλπες ή όχι, δεδομένων και των απαιτήσεων αυξημένης πλειοψηφίας για την προκήρυξη εκλογών.

Όμως, αυτή τη φορά, η πίεση να μπει τέλος σε μια εκκρεμότητα που αρχίζει να γίνεται πολιτική και οικονομική επισφάλεια για τη Βρετανία θα είναι πολύ μεγαλύτερη παρά ποτέ. Ιδίως όταν ένας εφικτός πολιτικός και θεσμικός συμβιβασμός έχει πάρει ήδη την απτή μορφή της νέας συμφωνίας.