ΖΩΗ

Aπό τη βρεφική ηλικία ο εθισμός στις οθόνες

Παιδιά που εγκαταλείπονται μπροστά σε αναμμένες οθόνες στερούνται εμπειρίες που είναι απαραίτητες για τη σωστή αναπτυξη του εγκεφάλου τους.

Ανησυχητικά είναι τα συμπεράσματα αμερικανικής έρευνας, η οποία διαπιστώνει ότι η ενασχόληση των παιδιών με την τηλεόραση ξεκινά από τη βρεφική ηλικία, ακόμα και τους πρώτους μήνες ζωής. Ενα βρέφος ηλικίας ενός έτους περνά κατά μέσον όρο περίπου μία ώρα (53 λεπτά) μπροστά από την οθόνη της τηλεόρασης, του υπολογιστή ή του κινητού τηλεφώνου, ενώ στην ηλικία των τριών ετών ο χρόνος αυτός αυξάνεται σε περίπου 2,5 ώρες (150 λεπτά).

Οι ερευνητές των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, καθώς και των πανεπιστημίων της Νέας Υόρκης και του Ολμπανι, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην επιθεώρηση JAMA Pediatrics, μελέτησαν περίπου 4.000 παιδιά ηλικίας 12 έως 36 μηνών και στη συνέχεια, όταν ήταν επτά έως οκτώ ετών.

Οπως διαπίστωσαν, περισσότερο χρόνο περνούν μπροστά από οθόνες τα πρωτότοκα παιδιά, όσα δεν πηγαίνουν σε βρεφονηπιακό σταθμό, αλλά μένουν στο σπίτι υπό την επίβλεψη γονέος, συγγενούς ή μπέιμπι-σίτερ, καθώς και τα παιδιά γονέων με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο. Εως την ηλικία των οκτώ ετών, τα παιδιά αυτά συνεχίζουν να περνούν περισσότερο χρόνο μπροστά από μια οθόνη από συνομηλίκους τους με άλλα γνωρίσματα.

«Τα ευρήματα μας δείχνουν ότι η προσκόλληση στις οθόνες ξεκινά πολύ νωρίς. Γι’ αυτό, οι παρεμβάσεις προκειμένου να μειωθεί ο χρόνος ενός παιδιού μπροστά από μια οθόνη θα έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας, εάν επίσης ξεκινήσουν νωρίς», σχολιάζει η ερευνήτρια Εντγουίνα Γιέουνγκ.

Τα συμπεράσματα αυτά είναι ανησυχητικά σε συνδυασμό μιας άλλης έρευνας, που εκπονήθηκε από το Παιδιατρικό Νοσοκομείο του Σινσινάτι και τα αποτελέσματά της δημοσιεύθηκαν στην ίδια επιθεώρηση, η οποία διαπίστωσε άρρηκτη σχέση μεταξύ του χρόνου που περνούν τα παιδιά καθισμένα μπροστά σε αναμμένη τηλεόραση και της ανάπτυξης του εγκεφάλου, ιδιαίτερα στις περιοχές που αφορούν τις λεκτικές δεξιότητες.

Οι ερευνητές υπέβαλαν σε μαγνητική τομογραφία 47 υγιή παιδιά, ηλικίας τριών έως πέντε ετών, ενώ ρώτησαν τους γονείς τους πόσες ώρες περνούσε κάθε παιδί μπροστά από κάποια οθόνη. Οπως διαπίστωσαν, τα παιδιά με μεγαλύτερη έκθεση σε οθόνες είχαν χειρότερες επιδόσεις στη γλώσσα, αλλά και στην ταχύτητα επεξεργασίας της. Η έρευνα διαπίστωσε απλώς τη σχέση – και όχι την αιτιότητα.

Οι ερευνητές τόνισαν ότι τα συμπεράσματα της μελέτης τους δεν πρέπει να «μεταφράζονται» σε απλουστεύσεις, όπως ότι οι οθόνες είναι «κακές» και οι συγκεκριμένοι γονείς ανεπαρκείς, επεσήμαναν όμως ότι τα παιδιά αυτής της ηλικίας χρειάζεται να ζουν εμπειρίες προκειμένου να αναπτυχθεί ο εγκέφαλός τους σωστά, άρα οι γονείς οφείλουν να εξασφαλίζουν την πρόσβασή τους στην  ανθρώπινη αλληλεπίδραση που επιζητεί ο εγκέφαλός τους.  Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνιστά, παιδιά έως 18 μηνών να μην έρχονται καθόλου σε επαφή με ψηφιακές συσκευές, η εισαγωγή των οθονών να γίνεται αργά και με μέτρο στην ηλικία των 18 έως 24 μηνών, ενώ στις ηλικίες δύο έως πέντε ετών, η παραμονή μπροστά από οποιαδήποτε οθόνη να μην ξεπερνά συνολικά τη μία ώρα την ημέρα.