ΚΟΣΜΟΣ

«Aγόρασε τώρα, πλήρωσε μετά»

Εταιρείες δίνουν τη δυνατότητα εξόφλησης λογαριασμών και δόσεων της εφορίας.

H φιλοσοφία «αγόρασε τώρα, πλήρωσε μετά» έρχεται να τονώσει ακόμα περισσότερο το δέλεαρ που ασκεί στη νεότερη γενιά.

Για να μπορέσουν να κρατήσουν την πελατεία τους όσες εταιρείες δραστηριοποιούνται σε αυτό το πεδίο, από τη σουηδική Klarna, που αποτιμάται στα 46 δισ. δολάρια, έως την αυστραλιανή Afterpay, η οποία εξαγοράστηκε από την αμερικανική Block, επεκτείνουν τις υπηρεσίες τους πέραν εκείνων που αφορούν τις καταναλωτικές δαπάνες. Και αυτές οι υπηρεσίες επεκτείνονται στην πληρωμή ιατρικών επισκέψεων και στην εξόφληση των δόσεων της εφορίας. Και αυτό, βέβαια, όπως σχετικώς παρατηρεί σε δημοσίευμά του το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, αυξάνει τον κίνδυνο σώρευσης χρέους.

Θα μπορούσε να λέγεται η τάση αυτή «ζήσε τώρα, πρόσεξε αργότερα», ενώ εντοπίζεται σε ιστοσελίδες ηλεκτρονικού εμπορίου, όπου οι νεότεροι άνθρωποι αποκτούν φθηνά προϊόντα, όπως λόγου χάριν ένα μπλουζάκι ή ένα πουκάμισο για μια έξοδο την Παρασκευή, χωρίς να το αποπληρώνουν εντελώς. Ορίζουν, πάντως, ημερομηνίες εξόφλησης για το δάνειο αυτό, το οποίο όμως δεν προβλέπει την επιβολή τόκων. Πρόκειται για μια από τις δημοφιλέστερες πρακτικές στην καταναλωτική πίστη.

Ο όγκος του δανεισμού αυτού του είδους μόνον στις ΗΠΑ είχε φτάσει το 2020 στα 39 δισ. δολάρια

Δημοσκόπηση που διεξήγαγε η Momentive τον Αύγουστο έδειξε ότι το 20% των Αμερικανών έκανε χρήση των προαναφερθεισών υπηρεσιών το 2020. Τη συγκεκριμένη χρονιά, όταν λόγω πανδημίας το μεγαλύτερο μέρος των καταναλωτικών αγορών διεκπεραιωνόταν ηλεκτρονικά, ο όγκος του δανεισμού αυτού του είδους μόνον στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε δεκαπλασιαστεί, στα 39 δισ. δολάρια σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τα στοιχεία του Mercator.

Εντούτοις, η ώθηση που δόθηκε από την πανδημία ενδεχομένως να αποδειχθεί βραχύβια. Κατά τις εκτιμήσεις των αναλυτών της Morgan Stanley, η αύξηση της αξίας του ακαθάριστου όγκου εμπορευμάτων στην Ευρώπη αναμένεται να σημειώσει επιβράδυνση από το σχεδόν 90% το δωδεκάμηνο Ιουλίου 2020 – Ιουνίου 2021 στο 22% σε ετήσια βάση έως το 2024. Αλλωστε, ο ανταγωνισμός οξύνεται, μιας και μεγάλοι όμιλοι, όπως η PayPal, αλλά και παραδοσιακές τράπεζες σπεύδουν να εισέλθουν στην αγορά. Συν τοις άλλοις, διατυπώνονται φόβοι ότι όσο μεγαλώνει η «γενιά των μιλένιαλ» (δηλαδή, όσων γεννήθηκαν μεταξύ 1980-2000 περίπου) και αποκτά μεγαλύτερη οικονομική ασφάλεια, τόσο θα μετακινείται προς τη χρήση των πιστωτικών καρτών, οι οποίες προβλέπουν υψηλότερο υπόλοιπο προς εξόφληση και υψηλότερα προνόμια.

Από πλευράς τους οι εταιρείες οι οποίες εξυπηρετούν την πελατεία υπό τη συνθήκη «αγόρασε τώρα, πλήρωσε μετά», για να καταφέρουν να μη χάσουν την ανταγωνιστικότητά τους, κινούνται πέραν του οικείου πεδίου της μόδας και της ομορφιάς. Η Featherpay, παραδείγματος χάριν, εξυπηρετεί τους ομίλους παροχής υπηρεσιών υγείας και αυτοί μπορούν να προσφέρουν ένα πρόγραμμα δόσεων μεγαλύτερης διάρκειας. Η Wisetack βοηθά τους καταναλωτές να πληρώσουν επισκευές οικίας και οχήματος, ενώ η Zilch, την οποία στηρίζει οικονομικά η Goldman Sachs και αποτιμάται στα 2 δισ. δολάρια, χρεώνει την πελατεία της στη Βρετανία πάγιο ποσό σχεδόν 2 στερλινών για την οποιαδήποτε αγορά οπουδήποτε και όχι μόνον στον ιστότοπο ενός λιανεμπόρου.

Τέλος, οι καταναλωτές μπορούν με την πρόβλεψη αυτή να χρησιμοποιήσουν την ψηφιακή κάρτα της Zilch από το παντοπωλείο και για την εξόφληση λογαριασμών κοινής ωφελείας έως την αποπληρωμή της εφορίας.

KAREN KWOK / REUTERS / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ