Όταν το «Περσέπολις» αποτύπωνε την καταπίεση των γυναικών στο Ιράν
Το βιβλίο της Μαρζάν Σατραπί και η μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη, σε ένα φιλμ με πολιτικές και ιστορικές προεκτάσεις
Τα τελευταία εικοσιτετράωρα, το Ιράν βρίσκεται εν μέσω κοινωνικών ταραχών με αφορμή τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί στην Τεχεράνη. Λίγο νωρίτερα, η γυναίκα είχε συλληφθεί από την Αστυνομία Ηθών καθώς δεν υπάκουσε στην εντολή να κρύψει καλά τα μαλλιά της στη μαντίλα (χιτζάμπ).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πώς άναψε η φλόγα της εξέγερσης στο Ιράν
Αυτή η εξέλιξη, πυροδότησε κύματα διαδηλώσεων σε ιρανικές πόλεις που οδήγησαν σε βίαια επεισόδια και θανάτους. Η πλειοψηφία των διαδηλωτών είναι γυναίκες οι οποίες, καταπιεσμένες από το θεοκρατικό καθεστώς, διεκδικούν περισσότερα δικαιώματα στην ελευθερία και την ισότητα.
Η δύσκολη ζωή των γυναικών στο Ιράν έχει αποτυπωθεί αρκετές φορές στην ποπ κουλτούρα. Μια από τις πιο δημοφιλείς ιστορίες είναι αυτή του βιβλίου της Μαρζάν Σατραπί «Περσέπολις» (Persepolis), που κυκλοφόρησε το 2000 και επτά χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη.
Η – βραβευμένη με Σεζάρ – εμβληματική ταινία κινουμένων σχεδίων (σκηνοθεσία Βίνσεντ Παρονό, Μαρζάν Σατραπί) έκανε το έργο της Σατραπί ευρέως γνωστό. Πρόκειται για ένα κατά βάση ασπρόμαυρο φιλμ με ισχυρές πολιτικές και ιστορικές προεκτάσεις, το οποίο βρίσκεται για ακόμα μια φορά στην επικαιρότητα. Αυτό δεν συμβαίνει πολύ συχνά.
Ιστορικό-πολιτικό δράμα
Το «Περσέπολις» βασίζεται στη ζωή της ιρανικής καταγωγής Γαλλίδας συγγραφέως και εκτός από ένα ιστορικό-πολιτικό δράμα, περιλαμβάνει και στοιχεία μαύρης κωμωδίας. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα αφήγημα με φόντο την ιρανική επανάσταση που έλαβε χώρα το 1979. Στο επίκεντρο της πολυεπίπεδης ιστορίας βρίσκονται θεματικές όπως η καταπίεση των γυναικών, η αντίθεση ιδιωτικού και δημόσιου βίου αλλά πάνω από όλα η έντονη επιθυμία για ελευθερία, δημοκρατία και ειρήνη.
Η Σατραπί παρουσιάζει τα παιδικά της χρόνια, την καθημερινότητα της οικογένειάς της και παράλληλα την ταραγμένη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της χώρας της.
Η εννιάχρονη Μάρτζι μεγαλώνει στην Τεχεράνη, υπό μιας αυστηρά ορθόδοξης κυβέρνησης. Ωστόσο, οι γονείς της συμμετέχουν τακτικά σε συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες κατά της κυβέρνησης, γεγονός που θα διαμορφώσει περαιτέρω την ιδεολογία της ηρωίδας. Αργότερα, ακούγοντας τη γιαγιά της, συνεχίζει να αψηφά το αυστηρό καθεστώς του Ιράν και πολλές φορές αντιμετωπίζει προβλήματα. Μέχρι που τελικά οι γονείς της τη στέλνουν σε σχολείο στη Βιέννη. Αλλά και εκεί, η Μάρτζι δεν επιθυμεί την καταπίεση των κρατικών αρχών και συνεχίζει να επαναστατεί. Φοράει τζιν, ακούει μουσική χέβι μέταλ και έχει πολλές ερωτικές απογοητεύσεις μέσα σε όλη αυτή την πολιτική αναταραχή. Η ταινία κάνει όμορφους παραλληλισμούς με τα στάδια ωριμότητας της ίδιας της πρωταγωνίστριας, καθώς η χώρα της,το Ιράν, αγωνίζεται να βρει την ταυτότητα της μετά από τόσες μάχες και αιματοχυσίες.
Η Μάρτζι σκέφτεται να δώσει τέλος στη ζωή της, αφού πάλεψε και απέτυχε να αντιμετωπίσει τα εμπόδια. Σε εκείνο το σημείο, το φιλμ αποκτά πιο προσωπικό και ως εκ τούτου πιο διαδραστικό χαρακτήρα.
Σε μια μοναδική σεκάνς που απεικονίζει τη Μάρτζι να υποφέρει από κατάθλιψη, οι σκηνοθέτες δίνουν στην επόμενη σκηνή μια αίσθηση αισιοδοξίας καθώς βλέπουμε την ηρωίδα να σηκώνεται και να πολεμά την ψυχική διαταραχή χορεύοντας το τραγούδι «Eye of the Tiger» του συγκροτήματος Survivor. Η χρήση αυτού του τραγουδιού από συγκρότημα με τόσο αποκαλυπτικό όνομα σε αυτή τη συγκυρία της ταινίας, δεν περνά απαρατήρητη.
Στο φιλμ συμμετέχουν σημαντικές προσωπικότητες του κινηματογράφου, όπως οι Κατρίν Ντενέβ, Κιάρα Μαστρογιάννι και Σον Πεν.
Επιτυχία και λογοκρισία
Η κινηματογραφική μεταφορά δεν είχε μόνο εισπρακτική επιτυχία, αλλά διακρίθηκε διεθνώς, συμπεριλαμβανομένων του βραβείου Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών, της υποψηφιότητας για Όσκαρ στην κατηγορία Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων και υποψηφιότητας για Χρυσή Σφαίρα.
Όμως παρά την αναγνώριση, το φιλμ αποδείχθηκε αμφιλεγόμενο στο Ιράν. Η κυβέρνηση κατήγγειλε την ταινία ως μια ασεβή απεικόνιση της ισλαμικής επανάστασης. Όπως ανέφερε ο ιστότοπος France24, το «Persepolis» απαγορεύθηκε και στον Λίβανο, αλλά στη συνέχεια υπήρξε άρση της απαγόρευσης λόγω καταγγελιών από πολιτικά κόμματα.
Αλεξάνδρα Σκαράκη-kathimerini.gr