Ωδή στον τζίτζικα
O Τιθωνός ήταν θνητός που είχε γίνει αθάνατος από τους θεούς μετά από παράκληση της Ηούς, η οποία όμως ξέχασε να ζητήσει να παραμείνει και νέος.
Όταν ο Τιθωνός έφθασε σε έσχατο γήρας, η θεά της αυγής δεν μπορούσε πια να τον βλέπει. Τότε οι θεοί τον λυπήθηκαν και τον μεταμόρφωσαν σε ένα ζαρωμένο έντομο που μιλά ακατάπαυστα, το τζιτζίκι.
Κατασυκοφαντημένο, λοιπόν, το τζιτζίκι; Είναι του Αισώπου νίκη με του Λαφοντέν το δεκανίκι. Τόσα χρόνια είχαμε συνδέσει τα τζιτζίκια με τους ρέμπελους, που τραγουδούν, για όλα αδιαφορούν, για το χειμώνα δεν προνοούν. Τόσα χρόνια το μόνο που μαθαίναμε είναι ότι νοιάζονται μόνο για το κέφι τους και το ντέφι τους. Ήρθε και η οικονομική κρίση, βρέθηκε η εύκολη λύση.
Ο μύθος ζει; Κι όλ’ (από το ΔΝΤ και τους Βορειοευρωπαίους ως τους αναλυτές και άλλους σπουδαίους) αποκρίνονταν μαζί: – Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει.
Όλοι και ο τζίτζικας μονάχος του. Μονάχος πορεύεται στον έρωτα και το θάνατο. Σκάβει για χρόνια τη γη η προνύμφη για να τραφεί κι όταν στην επιφάνεια βγει, για λίγο, τέσσερις πέντε εβδομάδες, με ένταση ζει.
Τραγουδά, καλώντας την τζιτζικίνα και μετά το ζευγάρωμα πάει για κρίνα. Πέφτει στο χώμα και πεθαίνει.
Έξω απ’ το χορό, καλά τα λέει ο μύθος. Για τα εργατικά μυρμήγκια που όλο το καλοκαίρι μαζεύουν τροφές, ενώ ο ανέμελος τζίτζικας χαίρεται τη ζωή, για τις δύσκολες μέρες του χειμώνα, που τα μυρμήγκια τον ειρωνεύονται, για τη συστηματικά οργανωμένη ομαδική εργασία, για την πρόληψη, για την ξόδεψη. Του χρόνου. Αυτό προπάντων.
Πώς αλλιώς, όμως, να κάνουν τα τζιτζίκια; «Δεν αποταμιεύεται η ένταση. Μια μέρα να τη φυλάξεις χαλάει». Πώς αλλιώς να κάνουν οι τζίτζικες; Ετοιμοθάνατοι είναι, μα φεύγουν τραγουδώντας.
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη-naftemporiki.gr