Χειρόγραφες σχολικές εκθέσεις του Ντίνου Χριστιανόπουλου
«Στον αυλόγυρον του σχολείου παίζω με τους συμμαθητάς μου κυνηγητό. Αυτό επαναλαμβάνεται εις όλα τα διαλείμματα. Στην τάξι μέσα παρακολουθώ με προσοχή το μάθημα, αλλά μερικές φορές έρχονται διάφοροι πειρασμοί και με κάνουν να μην προσέχω στον καθηγητή. Απ’ όλα τα μαθήματα εμένα μου αρέσουν τα θρησκευτικά η Αριθμητική και τα Αρχαία. Στο σχολείο έρχομαι με πολλήν προθυμίαν γιατί το αγαπώ» αναφέρεται στις πρώτες γραμμές μιας μαθητικής έκθεσης, με θέμα «Πώς περνώ την ημέρα μου στο σχολείο».
Η χειρόγραφη έκθεση, γραμμένη με πολυτονικό σύστημα και ευανάγνωστα συμμετρικά γράμματα, γράφτηκε το 1943 από τον 12χρονο τότε Ντίνο Χριστιανόπουλο, μαθητή της «δεύτερης τάξης νέου τύπου», που αντιστοιχεί στη σημερινή έκτη δημοτικού. Αυτή και πολλές ακόμη έως την ηλικία των 17 ετών, περιλαμβάνονται στο βιβλίο με τίτλο: «Ντίνος Χριστιανόπουλος – Μαθητικές εργασίες 1943-1948», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις University Studio Press.
Πρόκειται για μία δουλειά που είχε κάνει ο ίδιος ο ποιητής σε ηλικία 15 ετών, όταν ξεκίνησε μία προσπάθεια να συγκεντρώνει σε μικρά τετράδια τις εκθέσεις που έγραφε στο Γυμνάσιο, όπου επιπλέον πρόσθετε πληροφορίες, όπως -για παράδειγμα- ποιος καθηγητής την εξέταζε και τι βαθμό είχε πάρει. «Το καλλίτερο ενθύμιο, μου φαίνεται ότι είναι εκτός απ’ τις παιδικές μας αναμνήσεις και τις καλές μας πράξεις, οι εκθέσεις και γενικά τα όσα γράψαμε στην παιδική μας ηλικία. Τις εκθέσεις θεωρώ σαν ένα καθρέφτη ο οποίος μας παρουσιάζει ολάκερη την παιδική μας ζωή και μας δείχνει την εξέλιξή μας στο στάδιο του γραφτού λόγου και τι επιδράσεις είχαμε από ορισμένους παράγοντες όταν ήμασταν μικροί» γράφει ο ίδιος σε ένα κείμενο στην πρώτη σελίδα του πρώτου τετραδίου, με τίτλο «Δυο λόγια», όπου υπογράφει με το κανονικό του επώνυμο ως «Λάκης Δημητριάδης» και σημειώνει την ημερομηνία «31.5.46».
Το υλικό αυτό έφερε στο φως μετά τον θάνατο του Ντίνου Χριστιανόπουλου ο ξάδερφός του Γιάννης Μέγας. Ο πολιτικός μηχανικός, που συλλέγει για δεκαετίες υλικό με θέμα τη Θεσσαλονίκη της περιόδου 1850-1950 και έχει γράψει δεκατρία βιβλία σχετικά την ιστορία της πόλης, κατέχει νομίμως τα δικαιώματα του συνόλου του έργου του Ντίνου Χριστιανόπουλου.
«Όλο το έργο του Ντίνου και όλη η δική μου συλλογή δόθηκαν στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του ΑΠΘ, όπως είχαμε συμφωνήσει οι τρεις πλευρές ήδη από το 2016 και υπογράψαμε σε σχετικό συμφωνητικό» δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Γιάννης Μέγας.
Μετά τον θάνατο του ξαδέλφου του -όπως λέει, άρχισε να ετοιμάζει κούτες με το υλικό που έδινε σταδιακά στη Βιβλιοθήκη, έχοντας κάνει μία βασική ταξινόμηση ανά θέμα. «Τότε, είχα βρει έναν φάκελο με έντεκα αριθμημένα μικρά τετράδια, καπλαντισμένα από τον ίδιο. Στα τετράδια αυτά είχε μεταφέρει επιλεγμένες εργασίες και αρκετά σκίτσα. Σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να γίνει μία σχετική δημοσίευση και συνεννοηθήκαμε το University Studio Press -το οποίο έχει δημοσιεύσει και δικά μου βιβλία, να το εκδώσει» συμπληρώνει ο κ. Μέγας, τονίζοντας ότι ο ίδιος δεν έχει κανένα οικονομικό όφελος από τις πωλήσεις αυτού του βιβλίου. «Ο λόγος που θέλησα να δημοσιευτούν είναι για να υπάρξει μια ιστορική συνέχεια στο έργο του Χριστιανόπουλου και να συμπληρώσει το κενό στη συγγραφική του διαδρομή» υπογραμμίζει.
Μέσα στο βιβλίο περιλαμβάνονται οι μαθητικές εργασίες του μετέπειτα ποιητή, λογοτέχνη, φιλολόγου, δοκιμιογράφου, μεταφραστή, εκδότη, βιβλιοκριτικού και μεγάλου συλλέκτη έργων τέχνης, χωρισμένες ανά τάξη και ενότητες, ανάλογα για το αν πρόκειται για έκθεση, περίληψη, ανάλυση ή κριτική. Οι εργασίες αυτές φανερώνουν ότι δεν ήταν τυχαία η εξέλιξή του σε μία πολυδιάστατη προσωπικότητα, που άφησε πίσω της ανεξίτηλο έργο.
Σε κάποιες από τις 242 σελίδες του βιβλίου υπάρχουν σκίτσα του ίδιου του Χριστιανόπουλου, κάποιες φορές και ως φόντο των χειρόγραφων κειμένων του. Οι τελευταίες σελίδες φιλοξενούν ένα σύντομο -ιδιόχειρο και πάλι- βιογραφικό του, το οποίο έγραψε στην έβδομη πια δεκαετία της ζωής του.
Στόχος η φροντίδα της υστεροφημίας του Χριστιανόπουλου και η διάδοση του έργου του
Ο Γιάννης Μέγας, μοναδικός συγγενής του Ντίνου Χριστιανόπουλου, μικρότερος κατά περίπου 15 χρόνια, είχε στενή επαφή με τον ποιητή μετά το 2000, οπότε και επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, αφού τα προηγούμενα χρόνια εργάστηκε ως μηχανικός στην Αγγλία, τη Νιγηρία και την Αθήνα.
Ο ίδιος ζητούσε πάντα τη συμβουλή του Χριστιανόπουλου για τα βιβλία που έγραφε «για να ρίξει μια ματιά και να με …βρίσει λιγάκι όπως συνήθιζε», όπως αναφέρει χαμογελώντας. «Είχα γράψει ένα βιβλίο για την Επανάσταση των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη. Τότε ζούσα ακόμη στην Αθήνα και του το έστειλα ταχυδρομικώς. Μετά από περίπου δύο μήνες ήρθα εδώ για να μου πει τη γνώμη του. Πήγα στο σπίτι του και όπως καθόμασταν πήρε το βιβλίο και το πέταξε μπροστά μου στο καλάθι των αχρήστων. “Άχρηστο!” μου είπε. Στη συνέχεια έκανε τις παρατηρήσεις του, τις οποίες ενσωμάτωσα και αφού το ξαναείδε είπε: “τώρα είναι μία χαρά, μπορείς να προχωρήσεις”» περιγράφει ο κ. Μέγας, δίνοντας το στίγμα της σχέσης των δύο ανδρών και του ιδιαίτερου χαρακτήρα του Χριστιανόπουλου.
Τα επόμενα χρόνια, ο Γιάννης Μέγας στάθηκε δίπλα στον ποιητή ως «προστάτης», καθώς όπως λέει με πικρία, τα τελευταία χρόνια της ζωής του Χριστιανόπουλου πολλοί άνθρωποι στο περιβάλλον του προσπάθησαν να τον εκμεταλλευτούν. «Πάντα προσπαθούσα να υπερασπίσω την υστεροφημία του, γιατί τα τελευταία πέντε χρόνια έπασχε από άνοια και υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι που προσπάθησαν να το εκμεταλλευτούν αυτό. Βασική μου επιδίωξη και σήμερα είναι η ίδια, όπως και η διάδοση του έργου του. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο» επισημαίνει.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας για τη διάδοση αυτού του έργου, κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες ένα βιβλίο με ποιήματα του Χριστιανόπουλου μεταφρασμένα στα γαλλικά, υπό τον τίτλο «Le ver dans le corps». Και σε αυτήν την περίπτωση, τα δικαιώματα παραχώρησε ο Γιάννης Μέγας, επίσης χωρίς αμοιβή.