Φόβος και αγωνία στη Θεσσαλονίκη
Ο ορίζοντας πάνω από τον Θερμαϊκό γίνεται όλο και πιο σκοτεινός, με τους αριθμούς να προκαλούν τρόμο.
Κατά μέσον όρο τα κρούσματα καθημερινά ξεπερνούν τα πεντακόσια και η καμπύλη δεν λέει όχι μόνο να πάρει τον κατήφορο, ούτε καν να «ισιώσει». Το σκηνικό παίρνει εφιαλτικά χαρακτηριστικά. Ο ιός εισβάλλει παντού, στα νοσοκομεία, στα γηροκομεία, στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, στους ναούς, στις παρέες, στις «αυτοφυλακισμένες» οικογένειες, που αναρωτιούνται «από πού μας βρήκε στα διαμερίσματά μας». Αν πιστέψουμε τα μαθηματικά μοντέλα του καθηγητή του ΑΠΘ Δημοσθένη Σαρηγιάννη, μόνο μέσα σε μια εβδομάδα και εν μέσω καραντίνας, τα ενεργά κρούσματα στην πόλη αυξήθηκαν κατά 40%, έφτασαν από τις 40.000 στις 60.000, με τον δείκτη μεταδοτικότητας να έχει σκαρφαλώσει στο 1,8 και τα καθημερινά τεστ να δείχνουν πως οι 32 από τους 100 που ελέγχονται είναι θετικοί στον ιό…
Το σύστημα Υγείας πιέζεται ασφυκτικά και αν δεν έχει φτάσει στα όριά του, τα πλησιάζει, θέτοντας σε ύψιστη κινητοποίηση τις Αρχές που πασχίζουν να αποτρέψουν το «εάλω η πόλις».
Από τις 148 ΜΕΘ-COVID που εξυπηρετούν τις ανάγκες της Θεσσαλονίκης (συμπεριλαμβάνονται τα νοσοκομεία Χαλκιδικής, Κατερίνης και Καβάλας), οι 132 ήταν κατειλημμένες και οι εισαγωγές, ώρα με την ώρα, αυξάνονται δραματικά. Μόνο το ΑΧΕΠΑ, που εφημέρευε χθες, δέχθηκε 86 ασθενείς COVID-19.
Στο πλευρό των Αρχών και η ΔΕΘ που παραχώρησε στα νοσοκομεία λυόμενα περίπτερα και τέντες για να εγκατασταθούν στις αυλές υποστηρικτικά, καθώς και ένα υψηλής τεχνολογίας μηχάνημα απολύμανσης, ενώ σκέψεις γίνονται και για το ενδεχόμενο χρήσης του Βελλίδειου Συνεδριακού Κέντρου της έκθεσης για την εγκατάσταση κλινικών ΜΕΘ.
Πληροφορίες ανέφεραν ότι το 424 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, που διαθέτει ήδη δικές του ΜΕΘ, ετοιμάζεται να μετατρέψει σε θαλάμους νοσηλείας ακόμα και τους χώρους στο υπόγειο – πυρηνικό καταφύγιο και βέβαια είναι έτοιμο το σχέδιο για αεροδιακομιδή ασθενών στην Αθήνα ή και αλλού.
Ολα αυτά εφόσον δεν ανακοπεί η επέλαση του ιού και κριθεί αναγκαία η υλοποίηση του τέταρτου από τα πέντε στάδια του κυβερνητικού σχεδίου αντιμετώπισης της επιδημίας, τουλάχιστον στη Θεσσαλονίκη.
Με την αγωνία να κορυφώνεται μαζί με τον φόβο, πλανάται και το ερώτημα πώς και γιατί φτάσαμε έως εδώ, όταν η πόλη είχε περάσει με επιτυχία τη δοκιμασία της καραντίνας του Μαρτίου. Οι πάντες καταριούνται, εκ των υστέρων, τον αναμφισβήτητο εφησυχασμό σε όλα τα επίπεδα, που σε συνδυασμό με την ελπίδα ότι η μεγάλη φουρτούνα είχε περάσει, χαλάρωσε την κοινωνία η οποία αναζητούσε την επιστροφή στην κανονικότητα.
Ενας επιπλέον λόγος, χωρίς κατ’ ανάγκην να είναι και ο μοναδικός, για τη Θεσσαλονίκη υπήρξε, κατά πολλούς, η πίεση που ασκήθηκε προς τα άνω από φορείς και παράγοντες στο όνομα του να μην πληγεί η εστίαση, που στην πόλη εμφανίζεται ιδιαίτερα υπερτροφική για λόγους που έχουν να κάνουν και με τη «βαρυτική έλξη» που ασκεί στην ενδοχώρα της και πίσω από τα σύνορα προς Βορρά.
Λέγεται μάλιστα ότι τις παραμονές του εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου παράγοντες της πόλης, όταν τους επισημάνθηκε η ανάγκη λήψης άμεσων και αυστηρών μέτρων, ζήτησαν να μη γίνει τίποτα ώστε «να δουλέψει στο εορταστικό πενθήμερο η αγορά». Η συνέχεια είναι γνωστή: Ο Οκτώβριος, κατά κοινή παραδοχή, έφυγε με γεμάτα τα μπαρ και τα καφέ, τα πάρτι σε παροξυσμό, τις εκκλησίες γεμάτες και με ιερείς (Αγιος Δημήτριος) χωρίς μάσκα, την παραλία ασφυκτικά γεμάτη, και με το που μπήκε ο Νοέμβριος ήρθε ο λογαριασμός…
Σταύρος Τζίμας – kathimerini.gr