ΕΛΛΑΔΑ

Φόβοι για νέο κύμα «λουκέτων» σε εστίαση και λιανεμπόριο

Βαριά πλέον ρίχνει τη σκιά της στην οικονομία η πανδημία του κορωνοϊού, απειλώντας με εξαφάνιση ολόκληρους κλάδους επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Το δεύτερο κύμα της πανδημίας μοιάζει πολύ πιο απειλητικό, όχι μόνο για τη δημόσια υγεία αλλά και για το εισόδημα επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Κι αυτό, διότι σε αντίθεση με το πρώτο κύμα, αυτό της άνοιξης, δεν υπάρχει πλέον το λεγόμενο «λίπος» των προηγούμενων θετικών μηνών στην οικονομία, αλλά μόνο συσσωρευμένες ζημίες οκτώ μηνών, απώλεια εισοδήματος και μεγάλη αβεβαιότητα για το μέλλον, γεγονός που οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη μείωση της κατανάλωσης.

Υπενθυμίζεται ότι μόνο το δεύτερο τρίμηνο του 2020, κατ’ ουσίαν στη διάρκεια του lockdown της άνοιξης, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 3,9 δισ. ευρώ, ενώ χαμηλότερη κατά 3,1 δισ. ευρώ ήταν και η καταναλωτική δαπάνη σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2019.

Θέμα βιωσιμότητας

Εκτός από τον τουρισμό που έχει ήδη δεχθεί βαρύτατο πλήγμα, λόγω της μεγάλης μείωσης των αφίξεων από το εξωτερικό το καλοκαίρι και του περιορισμένου εσωτερικού τουρισμού, ο κλάδος της εστίασης, στον οποίο απασχολούνται περί το μισό εκατομμύριο εργαζόμενοι, αντιμετωπίζει πλέον θέμα βιωσιμότητας, ενώ δύσκολα είναι τα πράγματα και για το λιανεμπόριο, εκεί όπου επίσης απασχολείται πάνω από μισό εκατομμύριο άτομα. Η αναστολή λειτουργίας του κλάδου της εστίασης από σήμερα σε όλη την Αττική, στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη, καθώς και σε άλλους 20 νομούς (Βοιωτίας, Δράμας, Εβρου, Ημαθίας, Ιωαννίνων, Καβάλας, Καστοριάς, Κιλκίς, Κοζάνης, Λάρισας, Ξάνθης, Πέλλας, Πιερίας, Ροδόπης, Σερρών, Τρικάλων, Μαγνησίας, Χαλκιδικής, καθώς επίσης στην Περιφερειακή Ενότητα Νάξου πλην της Αμοργού, και στη Σαντορίνη) οι οποίοι βρίσκονται στην κόκκινη ζώνη, τη ζώνη αυξημένου κινδύνου, οδηγεί πλέον με μαθηματική ακρίβεια σε «επιδημία λουκέτων». Κι αυτό, διότι μετά το lockdown της άνοιξης, ο κλάδος λειτούργησε αναγκαστικά με πολλούς περιορισμούς (μειωμένη πληρότητα, αποστάσεις μεταξύ τραπεζιών κ.ά.) και στην πραγματικότητα δεν ορθοπόδησε ποτέ, καθώς η κίνηση στο κέντρο της Αθήνας παρέμεινε πολύ χαμηλή το καλοκαίρι, λόγω απουσίας ξένων τουριστών, ενώ μειωμένος ήταν ο τζίρος και στις άλλες τουριστικές περιοχές.

Σύμφωνα με παράγοντες του κλάδου της εστίασης που μίλησαν στην «Κ», δεν είναι λίγοι εκείνοι οι ιδιοκτήτες των εστιατορίων που εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο να κλείσουν από τώρα οριστικά τις επιχειρήσεις τους, μη κάνοντας χρήση των μέτρων διευκόλυνσης που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση και κυρίως αυτών που αφορούν την αναστολή σύμβασης εργασίας των εργαζομένων τους και τη μείωση των ενοικίων κατά 40%. Κι αυτό, διότι αφενός θα πρέπει, όταν επιτραπεί ξανά η λειτουργία της εστίασης, να μην προβούν σε απολύσεις εργαζομένων για έναν μήνα και αφετέρου στην παρούσα φάση θα πρέπει να πληρώνουν ενοίκιο –έστω και το 60% αυτού– για μια κλειστή επιχείρηση.

Η δυνατότητα παράδοσης φαγητού στο σπίτι (delivery) ή προετοιμασίας για να πάρει έτοιμο φαγητό ή ροφήματα κάποιος από το κατάστημα (take-away) μέρος μόνο των απωλειών μπορεί να αντισταθμίσει. Για όσες δε επιχειρήσεις δεν είχαν από πριν τέτοια δραστηριότητα και ξεκινούν τώρα, εκτιμάται ότι μπορεί να συγκρατηθεί κάτω από το 10% του κανονικού τους τζίρου.
Επιπλέον, η εκτεταμένη –πλέον και διά νόμου κατά 50% σε όλη τη χώρα– τηλεργασία περιορίζει σημαντικά τα έσοδα των επιχειρήσεων από τις δύο αυτές δραστηριότητες (delivery και take-away).

Σε κύκλο ύφεσης έχει εισέλθει και το λιανεμπόριο, εξαιρουμένου, βεβαίως, του κλάδου των σούπερ μάρκετ, τα έσοδα του οποίου ενισχύθηκαν κατά τουλάχιστον μισό δισεκατομμύριο λόγω των έκτακτων συνθηκών που δημιουργεί η πανδημία. Μετά το γενικό lockdown της άνοιξης, ο κλάδος πλέον έρχεται αντιμέτωπος με μiα δεύτερη αναστολή λειτουργίας στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, τη Θεσσαλονίκη, ενώ βαρύ είναι το πλήγμα –με πολλαπλασιαστικές συνέπειες για τις τοπικές κοινωνίες– και από τα άλλα τοπικά lockdowns, όπως αυτό που ισχύει επίσης από σήμερα στις Σέρρες. Η αγορά εκτιμά ότι η πραγματική μείωση του τζίρου –εξαιρουμένου του κλάδου των σούπερ μάρκετ και των τεχνολογικών προϊόντων– είναι της τάξης του 30%. Και πλέον αυτό που φοβούνται όλοι είναι ένα γενικευμένο lockdown την περίοδο των Χριστουγέννων, εποχή κατά την οποία πραγματοποιείται κανονικά περίπου το 25% του ετήσιου τζίρου του λιανεμπορίου.

Δήμητρα Μανιφάβα – kathimerini.gr