ΤΕΧΝΕΣ

«Υπέροχες μέρες»: Ποιητική απλότητα

«Υπέροχες μέρες»: Ποιητική απλότητα

Μια αίσθηση ζεν κυριαρχεί σ’ αυτό το μινιμαλιστικό σινε-κομψοτέχνημα, το οποίο αποκαλύπτει πλάνο πλάνο έναν κόσμο τυλιγμένο σε μια βαθιά αστική μελαγχολία. Οσκαρική υποψηφιότητα διεθνούς ταινίας και βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Καννών

Το πέρασμα του χρόνου δεν είναι μόνο τίτλος ταινίας του Βιμ Βέντερς, αλλά και μια από τις θεμελιώδεις θεματικές της φιλμογραφίας του. Αν όμως εξαιρέσεις τα ντοκιμαντέρ του (“Το Αλάτι της Γης”, “Πίνα”, “Buena Vista Social Club”), ο 79χρονος Γερμανός δημιουργός έχει χάσει εδώ και δεκαετίες τη σοφή απλότητα με την οποία χειριζόταν τη σχέση των –εν κινήσει– χαρακτήρων του με τον βιωμένο χρόνο, όπως το είχε κάνει σε ταινίες σαν την “Αλίκη στις Πόλεις”, τη “Λάθος Κίνηση” ή το “Παρίσι, Τέξας”.

Μια άλλη αγάπη και μεγάλη κινηματογραφική επιρροή του Βέντερς είναι ο Γιαπωνέζος σκηνοθέτης Γιασουχίρο Όζου (“Ταξίδι στο Τόκιο”), αντικείμενο του ντοκιμαντέρ του “Tokyo-Ga” (1985). Ταξιδεύοντας ξανά στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, λοιπόν, θα βρει την ευκαιρία να επιστρέψει στον παλιό καλό εαυτό του και τον αγαπημένο του auteur μέσα από το… Tokyo Toilet Project. Ένα έργο στο οποίο 17 δημόσιες τουαλέτες επανασχεδιάστηκαν στη συνοικία του Τόκιο Σιμπούγια με τη βοήθεια αρχιτεκτόνων από όλο τον κόσμο. Η αρχική ιδέα ήταν για μια σειρά μικρού μήκους ταινιών γύρω απ’ αυτές, την οποία όμως ο Βέντερς και ο συνσεναριογράφος του Τακούμα Τακασάκι μετέτρεψαν σε μια μεγάλου, συνενώνοντας τέσσερις σύντομες ιστορίες.

Αυτές περιγράφουν την απλή ζωή του Χιραγιάμα (βραβείο ερμηνείας στις Κάννες για τον Κότζι Γιακούσο), ενός μεσήλικου καθαριστή δημόσιων τουαλετών της ιαπωνικής πρωτεύουσας. Οι μέρες του κυλούν πανομοιότυπα, δουλεύοντας, ακούγοντας μουσική ροκ (από κασέτες), φωτογραφίζοντας τη φύση και διαβάζοντας. Μια ρουτίνα, την οποία θα χρωματίσουν ο ελαφρόμυαλος καινούργιος βοηθός του και η κοπέλα την οποία φλερτάρει, η επίσκεψη της μικρής ανιψιάς του και οι συναντήσεις του με την ιδιοκτήτρια ενός εστιατορίου.

Με μια ζεν διαύγεια η οποία επικεντρώνεται στις λεπτομέρειες μιας κοινότοπης, μα κομψής τελετουργίας, ο Βέντερς αναδεικνύει μεθοδικά, συγκινητικά και χιουμοριστικά όλες τις εκ πρώτης όψεως αδιόρατες αποχρώσεις μιας γκρίζας καθημερινότητας. “Ανάμεσά” τους, όμως, η καθησυχαστική ασφάλεια της επανάληψης θα συναντήσει το απροσδόκητο, αποκαλύπτοντας τις ρωγμές της συναισθηματικής πανοπλίας του Χιραγιάμα. Ανησυχητικά όνειρα, μια στιγμιαία εκδήλωση ζήλιας, ένα απωθημένο, τραυματικό οικογενειακό παρελθόν. Αλλά το δράμα εκτυλίσσεται βουβά σ’ αυτό το εύθραυστο σινε-κομψοτέχνημα, στο οποίο οι μικρές χαρές σφιχταγκαλιάζουν τις βαθιές ή φευγαλέες απογοητεύσεις, προσθέτοντας “ποιότητες” (σοφία, συναίσθημα, ξεγνοιασιά, περιέργεια) σε μια ζωή που “διαβαίνει αθόρυβα απ’ της ζωής την άκρη” – όπως αυτές των ηρώων του Όζου. Ο Βέντερς συνδέει με μινιμαλιστική αρχοντιά και ποιητική μεγαλοπρέπεια τη μελαγχολική αύρα της με το πέρασμα του χρόνου, το οποίο μπορεί να κάνει αυτόν το γερασμένο κόσμο να μοιάζει κάθε μέρα καινούργιος, όπως τραγουδάει η Νίνα Σιμόν στο λυτρωτικό “Feeling good” του φινάλε.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΤΣΗΣ – athinorama.gr