Τo παιχνίδι Ερντογάν με την Αγία Σοφία
Ως ευκρινέστατη απόδειξη και ορατή προς όλες τις κατευθύνσεις, εντός και εκτός Τουρκίας, ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν πρόκειται να υποχωρήσει από την αναθεωρητική ατζέντα που έχει ανοίξει στην περιοχή, γίνεται αντιληπτή η τακτική την οποία ακολουθεί έναντι της Αγίας Σοφίας η κυβέρνησή του.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας έχει δείξει με διάφορες αφορμές την προτίμησή του στις κινήσεις με υψηλό συμβολισμό προς το εσωτερικό και το εξωτερικό και η πιθανότητα μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τέμενος, με αφορμή μάλιστα τη συμπλήρωση τεσσάρων ετών από την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του, είναι μία από αυτές.
Το μήνυμα προς τα έξω είναι απολύτως σαφές και αφορά την πρόθεση του κ. Ερντογάν να διαπραγματεύεται με τους δυτικούς ηγέτες κρατώντας ένα ακόμα ζήτημα στη διπλωματική του ατζέντα. Το μήνυμα προς τα μέσα έχει ως στόχο κυρίως την αντιπολίτευση, ενώ υποκρύπτει και την πάντα υπαρκτή φιλοδοξία του Τούρκου προέδρου να αποσυναρμολογήσει μια απόφαση του Κεμάλ Ατατούρκ.
H απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 1934, με την οποία η Αγία Σοφία μετατράπηκε από τζαμί σε μουσείο, είναι ενδεικτική του κλίματος της εποχής, της προσπάθειας της Τουρκίας να κατασκευάσει μια νέα, κοσμική ταυτότητα. Στη γνωμοδότηση του τότε τουρκικού υπουργείου Παιδείας, η οποία και αποτέλεσε την πράξη μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε μουσείο, αναφερόταν, μεταξύ άλλων, ότι η Γενική Διεύθυνση Βακουφίων (ΓΔΒ) είχε γνωστοποιήσει ότι: «Το εν λόγω τέμενος (σ.σ. Αγία Σοφία) δεν έχει δικό του βακούφι καθώς πρόκειται για μνημείο που έχει απομείνει από τους Βυζαντινούς και παρότι μετά τη μετατροπή του σε τζαμί παραχωρήθηκαν σε αυτό έσοδα τόσο από τους σουλτάνους όσο και από τον λαό, τα προερχόμενα από τους σουλτάνους έσοδα καταργήθηκαν, ενώ τα προερχόμενα από τον λαό έσοδα συνίσταντο σε αυτά της ανάγνωσης του κορανίου και άλλων παρόμοιων τελετών θρησκευτικού χαρακτήρα, οι οποίες μπορούν να πραγματοποιούνται και οπουδήποτε αλλού, [το κτίριο] δεν έχει κανένα έσοδο ώστε να μπορέσει να μετατραπεί σε μουσείο και να συντηρηθεί. Οι μέχρι τώρα επισκευές του γίνονταν ασχέτως των εσόδων του σε συνεργασία με άλλα βακούφια. Οταν το κτίριο αυτό πάψει να είναι τέμενος δεν θα υπάρχει ούτε αυτή η δυνατότητα, επιπλέον ούτε ο προϋπολογισμός της [ΓΔΒ] αφήνει περιθώρια για οποιαδήποτε βοήθεια, καθώς επίσης [η ΓΔΒ] δεν έχει τη δυνατότητα να κατεδαφίσει τα καταστήματα που βρίσκονται στον περίγυρο ούτε τη δυνατότητα να αγοράσει τα άλλα [καταστήματα] που η ιδιοκτησία τους ανήκει σε διάφορα άτομα». Στο τέλος αποφασιζόταν ότι η ΓΔΒ θα αναλάμβανε να κατεδαφίσει ό,τι υπήρχε στον περίγυρο του τότε τεμένους, ενώ τα έξοδα για τη δραστηριότητα αυτή αναλάμβανε εξ ολοκλήρου το υπουργείο Παιδείας της Τουρκίας, στο οποίο, τότε, υπαγόταν τα θέματα πολιτισμού, άρα και τα μουσεία. Μια πιθανή αντιστροφή αυτής της απόφασης θα αποτελέσει, εν ολίγοις, μια πολύ σαφή στροφή εκ μέρους του κ. Ερντογάν, πολιτικά ορατή προς όλες τις κατευθύνσεις και ιδίως στο εσωτερικό.
Άσκηση ισχύος
Το ζήτημα της Αγίας Σοφίας είναι, ωστόσο, η πρόσοψη της γενικότερης αντίληψης της Αγκυρας γι’ αυτά τα ζητήματα την τρέχουσα περίοδο, μια άσκηση προβολής ήπιας ισχύος. Στην Αθήνα υπάρχει πολύ μεγάλη ανησυχία για το τι θα ακολουθήσει το φθινόπωρο, ενώ η Αγκυρα προχωρά με ταχύτατα βήματα στην εδραίωσή της στη Λιβύη. Οι διαπιστώσεις της Αθήνας, ιδιαίτερα μετά το μπαράζ διπλωματικών επαφών του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια σε Ισραήλ, Αίγυπτο, Τυνησία και Λιβύη, δεν είναι διόλου ενθαρρυντικές. Παρότι η Αθήνα κρατά ανοιχτή την πόρτα προς την Αγκυρα για επανεκκίνηση επαφών και εδραίωση ενός ποιοτικού διαύλου επικοινωνίας, παρατηρούνται με ανησυχία κινήσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο που δείχνουν ότι έχει αποφασίσει να προωθήσει το σύνολο της ατζέντας της.
Η Αθήνα και οι μεσογειακοί εταίροι της, ιδίως η Αίγυπτος η οποία βρίσκεται σε άμεση γεωγραφική γειτνίαση με τη Λιβύη, ανησυχούν κατ’ αρχάς για τη μετεωρική αύξηση ισλαμιστών ανταρτών στη χώρα. Για το Κάιρο ο φόβος είναι η πιθανή είσοδος αποσταθεροποιητικών στοιχείων στην αιγυπτιακή επικράτεια, ενώ και η Αθήνα έχει κοινοποιήσει στους Ευρωπαίους εταίρους της ότι πιθανή μεταναστευτική έκρηξη από τη Λιβύη προς τις μεσογειακές χώρες, θα μπορεί να περιλαμβάνει και ακραίους ισλαμιστές, με ό,τι σημαίνει αυτό για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Η Αθήνα έχει, επίσης, σπεύσει να λάβει θέση και υπέρ του προέδρου της λιβυκής Βουλής Αγκίλα Σάλεχ, με τον οποίο έχουν καλλιεργηθεί καλές σχέσεις και, καθώς φαίνεται, αποτελεί ένα πρόσωπο κλειδί με ευρεία στήριξη από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ αλλά και τη Ρωσία. Σε περίπτωση που ευοδωθεί για το μέλλον της Λιβύης ένα σύστημα με βάση την πρόταση οκτώ σημείων του κ. Σάλεχ, τότε κάθε μία από τις τρεις περιοχές της χώρας (Τριπολίτιδα, Φεζάν, Κυρηναϊκή) θα αποκτήσει λόγο στη διακυβέρνηση και τον έλεγχο των ενόπλων δυνάμεων. Προφανώς η Αθήνα επιθυμεί τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Λιβύης, ωστόσο προετοιμάζεται για παν ενδεχόμενο, ειδικά σε περίπτωση που δεν επέλθει συμβιβασμός ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές (και κυρίως τους έξωθεν υποστηρικτές τους), κάτι που θα σήμαινε κίνδυνο de facto διαμελισμού της χώρας.
Οι βάσεις
Το βασικό ζήτημα είναι, ωστόσο, οι βάσεις που σχεδιάζει η Τουρκία στη Λιβύη. Με απανωτές επισκέψεις μόνο τις τελευταίες πέντε ημέρες, ο υπουργός Αμυνας της Τουρκίας, Χουλουσί Ακάρ, ο αρχηγός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων Γιασάρ Γκιουλέρ και ο αρχηγός του ναυτικού Αντνάν Οζμπάλ, συζήτησαν με την κυβέρνηση της Τρίπολης για τις τοποθεσίες που η Αγκυρα προκρίνει για την εγκατάσταση μιας ναυτικής και μιας αεροπορικής βάσης. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, η Τουρκία επιδιώκει τη μεταφορά μοίρας F-16 στη Λιβύη. Οι δυνάμεις της κυβέρνησης του Φαγέζ αλ Σαράζ έχουν ήδη ενισχυθεί αποδεδειγμένα από την Τουρκία με τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, αντιαεροπορικά συστήματα Hawk, Zipkin και Sky Guard, σειρά διαφόρων UAV κ.ά. Αν σε αυτά προστεθεί η ζώνη που έχει δημιουργήσει ο τουρκικός στόλος στα βόρεια της Λιβύης, καθίσταται σαφές ότι αυτή τη στιγμή, η Τουρκία είναι ο παράγων με την ισχυρότερη στρατιωτική παρουσία στο έδαφος της βορειοαφρικανικής χώρας. Εξετάζουν, λοιπόν, οι επιτελείς της Αγκυρας αφενός τη μεταφορά νέων οπλικών συστημάτων, αφετέρου την ένταξη των ήδη υπαρχόντων σε πιο σταθερές δομές στο έδαφος. Η επιτυχής εγκατάσταση των τουρκικών συμφερόντων στη Λιβύη αποτελεί και πολιτικό στοίχημα για την κυβέρνηση Ερντογάν, καθώς το σκέλος του τουρκολιβυκού μνημονίου που προβλέπει στρατιωτική παρουσία, συναντά τη σφοδρή αντίδραση της κεμαλικής αντιπολίτευσης.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΕΔΟΣ – kathimerini.gr