Το «Τηλέφωνο του Ανέμου»: Απαλύνοντας τη θλίψη
Κάτω από τις ανθισμένες κερασιές, μέσα σε ένα κήπο, ξεπροβάλλει ένας ολόλευκος τηλεφωνικός θάλαμος.
Στο εσωτερικό του, ο Καζουγιόσι Σασάκι, σχηματίζει τον αριθμό του κινητού της συζύγου του Μιγιάκο, που έχει πεθάνει χρόνια. Αγκαλιάζει το ακουστικό και αρχίζει να μιλά, εξηγώντας πως την αναζητούσε επί ημέρες μετά τον ισχυρότατο σεισμό και το τσουνάμι που έπληξε την Ιαπωνία, πριν από μία δεκαετία. Γύρισε όλα τα καταφύγια και τα αυτοσχέδια νεκροτομεία, προτού επιστρέψει, για λίγες ώρες ύπνου, στα χαλάσματα του δικού του σπιτιού.
«Ολα συνέβησαν σε ένα λεπτό και ακόμα και σήμερα, δέκα χρόνια μετά, δεν μπορούν να σβήσουν οι μνήμες» λέει, ξεσπώντας σε λυγμούς. «Οταν γύρισα σπίτι και κοίταξα τον ουρανό είδα χιλιάδες λαμπερά αστέρια. Εκλαιγα χωρίς σταματημό γιατί γνώριζα πόσο πολλοί άνθρωποι είχαν χαθεί». Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, αυτή η τηλεφωνική σύνδεση στο πουθενά, μέσα στον ανθισμένο κήπο, είναι το μόνο που έχει, όπως και πολλοί άλλοι σαν αυτόν, για να τον παρηγορεί, καθώς κάποιες στιγμές λέει ότι ξανακούει τη φωνή της λατρεμένης του.
Ο τηλεφωνικός θάλαμος κατασκευάστηκε από τον Ιτάρου Σασάκι, ιδιοκτήτη του κήπου στο Οτσούτσι, 500 χλμ. βορειοανατολικά του Τόκιο, αρκετούς μήνες, πριν από την τραγωδία του σεισμού, όταν έχασε τον ξάδελφό του από καρκίνο. «Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπόρεσαν να πουν αντίο. Υπάρχουν οικογένειες που θα ήθελαν να πουν κάτι στους δικούς τους και δεν πρόλαβαν», λέει.
Σήμερα αυτό το παράξενο, χωρίς σύνδεση, τηλέφωνο αποτελεί μαγνήτη για χιλιάδες επισκέπτες από όλη την Ιαπωνία. Οχι μόνο για τους επιζήσαντες του τσουνάμι, αλλά και για ανθρώπους που έχασαν τους δικούς του από ασθένεια ή αυτοκτονία. Το «Τηλέφωνο του Ανέμου» αποτέλεσε και την έμπνευση για ένα ντοκιμαντέρ. Ο Σασάκι εξηγεί πως πρόσφατα κάποιοι άνθρωποι τον προσέγγισαν προκειμένου να δημιουργήσουν παρόμοια τηλέφωνα σε Βρετανία και Πολωνία, ώστε ο κόσμος που πενθεί δικούς του λόγω κορωνοϊού να μπορεί να τους μιλάει.
Ο Καζουγιόσι Σασάκι γνώριζε τη Μιγιάκο και την αγαπούσε σχεδόν όλη του τη ζωή. Της φανέρωσε για πρώτη φορά τα αισθήματά του όταν και οι δύο ήταν μαθητές του γυμνασίου, αλλά τον απέρριψε. Πέρασαν περισσότερο από δέκα χρόνια μέχρι να αρχίσουν να βγαίνουν. Τελικά παντρεύτηκαν και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Στο τηλέφωνο ο δακρυσμένος άνδρας πληροφορεί την αγαπημένη του σύζυγο ότι μετακόμισε από την προσωρινή κατοικία και ότι ο μικρότερος γιος τους χτίζει ένα σπίτι όπου θα μπορέσει να κατοικήσει παρέα με τα εγγόνια. Προτού κατεβάσει το ακουστικό ο ηλικιωμένος πληροφορεί τη νεκρή γυναίκα του ότι οι εξετάσεις του ήταν καλές και ότι έχασε βάρος. «Θα φροντίζω τον εαυτό μου» της υπόσχεται, ενώ έξω από τον θάλαμο μαίνεται ο άνεμος. «Είμαι τόσο ευτυχής που γνωριστήκαμε, ευχαριστώ, κάνουμε ό,τι μπορούμε. Θα τα ξαναπούμε», λέει.