Το σχέδιο για μεγάλο «κούρεμα» σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια
Στρατηγική ρυθμίσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων προκειμένου να ανακτήσουν οφειλές μέσω της εξυγίανσής τους και παράλληλα να μειώσουν τον ηθικό κίνδυνο από “κουρέματα” σε στρατηγικούς κακοπληρωτές εκπονούν οι τράπεζες.
Με τον SSM να πιέζει για αύξηση των μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων, στο πλαίσιο της αυξημένης στοχοθεσίας που έχει υποβληθεί για τη μείωση των NPEs στην τριετία 2019-2021, οι τράπεζες θα ρίξουν πλέον πολύ μεγάλο βάρος στην παροχή βιώσιμων λύσεων. Πρόκειται για τη νέα γενιά ρυθμίσεων, η οποία περιλαμβάνει και “κουρέματα” οφειλών, υποχρεώνοντας τις τράπεζες να διασφαλίσουν ότι αυτά δεν θα δοθούν σε οφειλέτες που ανήκουν στην κατηγορία των στρατηγικών κακοπληρωτών.
Τα σημεία προσοχής
Ο σχεδιασμός της στρατηγικής των νέων ρυθμίσεων ενέχει σημαντικές δυσκολίες για τις τράπεζες και συνοδεύεται από εκτεταμένο έλεγχο των δανειοληπτών προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος “ανταμοιβής” των στρατηγικών κακοπληρωτών εις βάρος των συνεπών και συνεργάσιμων δανειοληπτών.
Παράλληλα, οι τράπεζες καλούνται να βρουν τη σωστή ρύθμιση για τον κάθε δανειολήπτη, η οποία θα τον παρακινήσει να είναι συνεπής στην τήρησή της. Έτσι, θα επιτευχθεί το μείζον, που είναι να μειωθεί το ποσοστό των δανείων που ξαναγίνονται “κόκκινα”. Σε όλη αυτήν την προσπάθεια, οι τράπεζες κινούνται στρατηγικά, χρησιμοποιώντας στο οπλοστάσιό τους μεθόδους όπως δημογραφικές και συναλλακτικές στατιστικές, data analytics και παρακολούθηση των δανειοληπτών μέσω social media και χρήση Google maps.
Ιδιαίτερα διαφωτιστικά στοιχεία για το πώς χτίζουν οι τράπεζες τη στρατηγική των βιώσιμων ρυθμίσεων και τι δείχνουν οι εσωτερικές τους μελέτες για τη βιωσιμότητα αυτών παρουσίασε την εβδομάδα αυτή, στο 10o συνέδριο Risk Management & Compliance της ΕΕΔΕ, ο επικεφαλής Τομέα Στρατηγικής & Πιστωτικής Διαχείρισης Καθυστερήσεων Retail, βοηθός γενικός διευθυντής της Eurobank, Δήμος Γαγάνης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, οι τράπεζες διαπιστώνουν ότι ένα ποσοστό 72% από τα ρυθμισμένα δάνεια που θα καταστούν εκ νέου μη εξυπηρετούμενα θα “σκάσουν” εντός τριμήνου από τη ρύθμισή τους. Αντιστοίχως, ποσοστό 96% των ρυθμίσεων θα “σκάσουν” στο εξάμηνο και 98% στο εννεάμηνο.
Παράλληλα, στο διάστημα του ενός έτους στο οποίο ένα δάνειο μπαίνει για παρακολούθηση, μέχρι να μπει ακολούθως στον προθάλαμο του να καταταγεί εκ νέου στα εξυπηρετούμενα, οι τράπεζες διαπιστώνουν ότι η πιθανότητα redefault αυξάνει όσο περισσότερο ο πελάτης “χαλαρώνει” με την πληρωμή των δόσεων. Ένας πελάτης που δεν καθυστερεί την καταβολή των δόσεών του έχει μία φορά πιθανότητα να ξαναγίνει “κόκκινος” εντός δωδεκαμήνου από τη ρύθμιση του δανείου. Αν ο πελάτης καθυστερήσει μία δόση, οι πιθανότητες redefault εντός έτους από τη ρύθμιση ανεβαίνουν στις 2,2 φορές. Η καθυστέρηση δύο δόσεων ανεβάζει την πιθανότητα redefault σε 3,7 φορές και η καθυστέρηση 3 δόσεων σε 4,5 φορές. Τι δείχνει αυτό; Ότι οι τράπεζες δεν πρέπει να αφήνουν χαλαρό τον δανειολήπτη ύστερα από τη ρύθμιση ενός δανείου, αλλά, αντιθέτως, να τον παρακινούν ώστε να παραμένει συνεπής στην τήρησή της.
Καθώς οι νέας γενιάς ρυθμίσεις συνοδεύονται από άφεση χρέους (οι τράπεζες προσφέρουν “κουρέματα” δανείων της τάξεως του 30%-40%, άνω του 50% σε οφειλές καταναλωτικής πίστης και 10%-15% σε στεγαστικά δάνεια), το ζητούμενο είναι η άφεση αυτή να μη δοθεί σε στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Προς αυτή την κατεύθυνση, οι τράπεζες παρακολουθούν κάθε ίχνος των δανειοληπτών οι οποίοι δεν εμφανίζονται στο τηλέφωνο όταν η τράπεζα τους αναζητά για να διευθετήσουν την οφειλή τους. Η παρακολούθηση αυτή δεν αφορά μόνο την ανίχνευση της παρουσίας του οφειλέτη μέσω των κοινωνικών δικτύων ή των χαρτών της Google. Αφορά ακόμα και την παρακολούθηση της εμφάνισής του –φυσικής ή ηλεκτρονικής– στην τράπεζα. Έτσι, έχει παρατηρηθεί ότι δανειολήπτες οι οποίοι κρύβονται από την τράπεζα για 12 ή και 24 μήνες έχουν στο διάστημα αυτό επισκεφθεί κατάστημα, ΑΤΜ ή APS της τράπεζας 12-24 φορές (ποσοστό 34%), 3 φορές (29%), 6-12 φορές (21%) και 3-6 φορές (16%).
Όλη αυτή η παρακολούθηση από πλευράς τραπεζών τις βοηθά ώστε να βρουν τις κατάλληλες ρυθμίσεις για συνεργάσιμους δανειολήπτες και τις κατάλληλες νομικές δράσεις για στρατηγικούς κακοπληρωτές. Σημειώνεται ότι, για να μειώσουν παράλληλα το κόστος της συλλογής οφειλομένων (collections), οι τράπεζες καταγράφουν το “προφίλ” πληρωμών του οφειλέτη. Έτσι, π.χ., αποφεύγουν να τηλεφωνούν συνέχεια σε έναν οφειλέτη όταν διαπιστώνουν ότι αυτός έχει συγκεκριμένη ημερομηνία που πληρώνει τη δόση του δανείου του ή χρησιμοποιούν πιο φθηνή μέθοδο επικοινωνίας (SMS) με δανειολήπτες που είναι πιο “πειθαρχημένοι” στην καταβολή των πληρωμών τους. Όπως προκύπτει από εσωτερικές έρευνες των τραπεζών για τη συλλογή οφειλών, από τους πελάτες που πλήρωσαν τη δόση του δανείου τους ένα ποσοστό 38% δεν είχε καν προσεγγιστεί από την τράπεζα. Η τράπεζα είχε επικοινωνήσει με ποσοστό 21% των δανειοληπτών, ενώ κατά την επικοινωνία του με την τράπεζα ένα ποσοστό 42% των δανειοληπτών είχε υποσχεθεί ότι θα πληρώσει τη δόση.
Η φθηνότερη οδός μείωσης των NPEs
Η μεγάλη έμφαση που θα δώσουν εφεξής οι τράπεζες στις μακροπρόθεσμες και βιώσιμες ρυθμίσεις “κόκκινων” δανείων υπαγορεύεται από την ανάγκη να μειώσουν τα NPEs με τον οικονομικότερο δυνατό τρόπο. Η φθηνότερη οδός, από πλευράς ανάλωσης κεφαλαίων, για τη μείωση των NPEs είναι η οργανική δουλειά από τις τράπεζες. Δηλαδή, η ανάκτηση οφειλών από έναν συνδυασμό βιώσιμων ρυθμίσεων, αυξημένων εισπράξεων και διευθετήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι ρυθμίσεις, βεβαίως, δεν είναι άνευ κόστους για τις τράπεζες. Ενδεικτικά, οι ρυθμίσεις ύψους 8 δισ. ευρώ στις οποίες προχώρησε η Τράπεζα Πειραιώς τα τελευταία 4 τρίμηνα είχαν κόστος 1,2 – 1,3 δισ. ευρώ για την τράπεζα. Παρά το κόστος τους, ωστόσο, οι ρυθμίσεις είναι το φθηνότερο εργαλείο για τη μείωση των NPEs, με τις πωλήσεις “κόκκινων” δανείων, αν και πιο αμέσου αποτελέσματος, να είναι οι πιο ενεργοβόρες κεφαλαιακά. Ενδεικτικά, οι τράπεζες, “κουρεύοντας” ένα 20% της οφειλής με μία ρύθμιση, προσδοκούν να ανακτήσουν το υπόλοιπο 80%, μια “τιμή” που δεν θα έπιαναν ποτέ με την πώληση του δανείου.
Πηγή: capital.gr