Το ελληνικό σινεμά πάει Θεσσαλονίκη
Λιγότερο από ένας μήνας απομένει για την έναρξη του φετινού 61ου Διεθνούς Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, στην πιο αλλόκοτη, πιθανότατα, χρονιά της σύγχρονης ιστορίας του θεσμού.
Ως γνωστόν, φεστιβάλ σημαίνει σκοτεινή αίθουσα, προσμονή, ατελείωτες κουβέντες, τσακωμοί και… έρωτες μετά τις προβολές. Φέτος, ωστόσο, όλα αυτά βρίσκονται υπό αμφισβήτηση. Οπως ανακοίνωσαν εγκαίρως οι διοργανωτές, η γιορτή του σινεμά θα διεξαχθεί τόσο διαδικτυακά όσο και με φυσική παρουσία, εφόσον κάτι τέτοιο επιτραπεί από τις συνθήκες που επιβάλλει η πανδημία. Προς το παρόν, πάντως, το σχέδιο των παράλληλων προβολών ισχύει, ενώ πρόσφατα το Φεστιβάλ μάς ανακοίνωσε μερικούς καλούς λόγους για να πάμε και φέτος στη Θεσσαλονίκη. Το ακόμα πιο ευχάριστο είναι πως αυτοί σχετίζονται με το ελληνικό σινεμά.
Δεκαοκτώ μεγάλου και 21 μικρού μήκους ταινίες θα αντιπροσωπεύσουν φέτος την εγχώρια παραγωγή, αριθμός όχι ιδιαίτερα μεγάλος, όμως, όπως απέδειξε πρόσφατα και το Φεστιβάλ Δράμας, μια πιο «σφιχτή» επιλογή μπορεί να φέρει καλύτερα ποιοτικά αποτελέσματα.
Για κάποιες από τις ταινίες, άλλωστε, οι ίδιοι οι διοργανωτές νιώθουν αρκετή σιγουριά ώστε να τις συμπεριλάβουν και στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα. Και δικαίως. Το σύγχρονο γουέστερν «Digger», του Τζώρτζη Γρηγοράκη, άφησε εξαιρετικές εντυπώσεις στο τελευταίο Φεστιβάλ Βερολίνου, με το κοινό στην πρεμιέρα να αποθεώνει τον σκηνοθέτη αλλά και τον πρωταγωνιστή Βαγγέλη Μουρίκη.
Ο τελευταίος υποδύεται τον Νικήτα, έναν εξηντάρη μοναχικό άνδρα, ο οποίος ζει σε ένα βουνίσιο κτήμα καταμεσής πυκνού δάσους, κάπου στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, και βρίσκεται σε μόνιμο πόλεμο με την εταιρεία εξορύξεων που δραστηριοποιείται στην περιοχή.
Φεστιβαλική καριέρα κάνουν και τα «Μήλα», του επίσης πρωτοεμφανιζόμενου Χρήστου Νίκου, που έκαναν πρεμιέρα στους «Ορίζοντες» της Μόστρα. Σε μια άχρονη και δίχως φανερά τοπόσημα πόλη, ένας άνδρας (Aρης Σερβετάλης) χάνει ξαφνικά τη μνήμη του πέφτοντας θύμα μιας ευρύτερης επιδημίας αμνησίας. Τότε, ένας γιατρός (Αργύρης Μπακιρτζής) του προτείνει ένα εναλλακτικό πρόγραμμα αποκατάστασης, αναθέτοντάς του μια σειρά «αποστολών» που θα τον βοηθήσουν να ξαναβρεί τη μνήμη του. Στη Θεσσαλονίκη θα προβληθεί ακόμα το «Kala Azar» της Τζάνις Ραφαηλίδου –η τρίτη του διαγωνιστικού–, με την Πηνελόπη Τσιλίκα και τον Δημήτρη Λάλο στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Αυτά και άλλα ενδιαφέροντα θα δούμε φέτος από κοντά ή εξ αποστάσεως, αφού οι περισσότερες από τις ελληνικές ταινίες θα είναι διαθέσιμες και online. Σε κάθε περίπτωση, μετά μια μικρή κάμψη μερικών ετών, το ελληνικό σινεμά δείχνει έτοιμο να επιστρέψει σε υψηλές πτήσεις, με νέους δημιουργούς αξιώσεων, οι οποίοι αξίζουν κάθε προσοχή και στήριξη.