Το «γιατί ήμουν κορίτσι» σε όλες τις γλώσσες σημαίνει το ίδιο…
Ένα μπουκέτο γυναίκες από κάθε γωνιά της Γης μιλούν για τα βιώματά τους
«Θα σας πάω πίσω 40 χρόνια. Θα σας πάω σε μια ωραία χώρα και σε μια ωραία οικογένεια που ζούσε στο χωριό», λέει η Γκαλίνα από την Ουκρανία, με γλυκό χαμόγελο, όπως αυτό που παίρνεις ξεκινώντας να αφηγείσαι ένα παραμύθι. Από τα παραμύθια χωρίς όνομα – ή καλύτερα από τα παραμύθια που ο καθένας «βλέπει» το όνομά του. «Η μαμά και ο μπαμπάς δουλεύουν. Οταν γυρνάνε η μαμά ξεκινάει να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού. Είχαμε και ζώα, φρόντιζε και τα ζώα», λέει, προδίδοντας ότι μιλάει για τη δική της οικογένεια, τις δικές της αναμνήσεις. Θα ‘ταν δε θα ‘ταν πέντε χρονώ εκείνη την εποχή. «Ο μπαμπάς ήταν πάντα χαρούμενος, πάντα ξεκούραστος, έπαιζε μαζί μας. Η μαμά μας όχι. Δεν θυμάμαι ποτέ να ακούσαμε να μας ρωτάει “πώς ήταν το σχολείο;”. Ηταν πάντα πολύ απασχολημένη με τις δουλειές της. Τη βοηθούσα κι εγώ, ζέσταινα τη σόμπα, καθάριζα τις στάχτες, έφερνα κάρβουνα. Ολα αυτά γιατί ήμουν κορίτσι».
Η Γκαλίνα κάνει μια μικρή παύση για να πιει μια γουλιά από το τσάι της. Παρατηρώ την ομήγυρη, ένα μπουκέτο από γυναίκες κάθε ηλικίας από κάθε γωνιά του κόσμου, που έχουν συγκεντρωθεί στο Δίκτυο Μεταναστριών Μέλισσα για να μιλήσουν για τα δικά τους βιώματα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Εμφυλης Βίας, μια πρωτοβουλία της ψυχολόγου του Δικτύου Θάλειας Πορτοκάλογλου. Οι περισσότερες χαμογελούν με νόημα. Σε όλες τις γλώσσες το «γιατί ήμουν κορίτσι» σημαίνει το ίδιο.
Η αλληλεγγύη της φτερούγας
Η γυναίκα από την Ουκρανία συνεχίζει την ιστορία: «Είχαμε πάντα πολύ φαΐ στο σπίτι. Οταν η μαμά μαγείρευε κοτόπουλο, το μπούτι πήγαινε πάντα στον μπαμπά. Εγώ έτρωγα τη φτερούγα και η μαμά τον λαιμό και τον ποπό», λέει ξεσηκώνοντας γέλια. Αλλά το λέει απολύτως σοβαρά. «Δεν θέλαμε το μπούτι. Ξέραμε ότι δεν είναι για εμάς. Τα χρόνια πέρασαν, έφυγα από το σπίτι, έφτιαξα τη δική μου οικογένεια. Οταν μοιράζω κοτόπουλο, δίνω στον άντρα μου το ένα μπούτι και στον γιο μου το άλλο. Πάντα για μένα κρατάω τη φτερούγα. Αυτή θέλω. Αλλά κανείς δεν λέει “πάρε κι εσύ”. Και η μαμά μου το ίδιο. Ακόμη και τώρα που πέθανε ο μπαμπάς, το καλύτερο κομμάτι από το κοτόπουλο θα το κρατήσει για κάποιον άλλο, όχι για την ίδια. Ετσι κάνω κι εγώ, έτσι κάνουμε πολλές γυναίκες γιατί έτσι μεγαλώσαμε».
Ξανά η παρέα νεύει με συντροφική αλληλεγγύη. Την αλληλεγγύη της φτερούγας.
Από τη Μέλισσα έχουν περάσει γυναίκες από 50 και πλέον χώρες, κόμποι στο ίδιο νήμα. «Αλλες προέρχονται από χώρες σε πόλεμο, άλλες προέρχονται από σπίτια σε πόλεμο», θα πει η συνιδρύτρια του Δικτύου, Ναντίνα Χριστοπούλου. «Ο κύκλος της επισφάλειας συνεχίζεται και στο ταξίδι, ενώ συχνά κορυφώνεται στις “ασφαλείς” χώρες». Την ξέρουμε αυτή την επισφάλεια, τη βιώνουμε όλες, λέει. Παίρνει τον λόγο η Ραζία από το Αφγανιστάν. «Εμένα, θυμάμαι, δεν με άφηνε η μαμά μου να πάω σχολείο. Στα 9 μου με θεωρούσε πια αρκετά μεγάλη και φοβόταν ότι στο σχολείο θα είναι και αγόρια. Ημουν στενοχωρημένη. Ηθελα πολύ να πάω στο σχολείο, όπως ο αδερφός μου που ήταν μικρότερος, μόλις 6 ετών». Αλλά ήταν αγόρι.
Τα χρόνια πέρασαν, η Ραζία μεγάλωσε, αναζήτησε μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό. Παντρεύτηκε. Σήμερα μεγαλώνει δύο παιδιά και τα βράδια πηγαίνει στο ελληνικό νυχτερινό σχολείο. «Πάω σχολείο για πρώτη φορά στη ζωή μου. Είμαι πολύ χαρούμενη».
Δίπλα στη Ραζία κάθεται η Μαχμπουμπέ. Θα μπορούσε να ήταν η αδερφή της, αλλά κατάγεται από το Ιράν. «Είχα πολύ δύσκολη ζωή», ξεκινάει σχεδόν μονολογώντας. «Υπήρχαν πολύ αυστηροί κανόνες για τις γυναίκες στη χώρα μου. Μόνο οι άνδρες είχαν λόγο, οι γυναίκες δεν μπορούσαν να επιλέξουν τίποτα. Εκεί θεωρούν ότι οι γυναίκες δεν ήταν ικανές για τίποτα χωρίς τον πατέρα ή τον αδερφό τους. Εμεινα και πάλεψα 13 χρόνια αλλά δεν άντεξα άλλο. Ηρθα στην Ελλάδα, ήρθα στη Μέλισσα, το καλύτερο σχολείο για μένα. Εδώ έμαθα να αντιμετωπίζω τη βία. Οταν κάποιος μου φώναζε, έμενα σιωπηλή. Εδώ έμαθα πώς να φυλάω το σώμα μου, πώς να φυλάω τον εαυτό μου. Εδώ τα κάνω όλα μόνη μου. Φέρνω χρήματα στο σπίτι, είμαι δυνατή. Είμαι χαρούμενη που ο πολιτισμός στην Ελλάδα θέλει η γυναίκα να αγαπά τον εαυτό της. Εχω πια το κουράγιο για να σπάσω τη βία. Fuck it», λέει ξεσηκώνοντας χειροκροτήματα.
Ο βιασμός και οι ενοχές
Από την άλλη άκρη του δωματίου σηκώνεται η Εμα από την Γκαμπόν. Αμέσως γίνεται ησυχία, φαίνεται ότι έχει κάτι σημαντικό να μοιραστεί. «Οταν με βίασε ένας πολύ κοντινός μου άνθρωπος, ένας φίλος μού σύστησε να το πω στη μητέρα μου. Ομως φοβόμουν για το πώς θα αντιδρούσε. Τελικά πήγα. Εβαλε τα κλάματα, άρχισε να μου φωνάζει, με χτύπησε, με έκανε να νιώσω ενοχές. Δεν μπόρεσα ποτέ να εξηγήσω τη συμπεριφορά της, αλλά σήμερα μπορώ να πω ότι την καταλαβαίνω. Ηταν μια μητέρα μόνη στην Αφρική χωρίς βοήθεια. Εγώ έχω δύο γιους σήμερα και δεν είναι εύκολο, παρ’ όλο που έχω τη βοήθεια της Μέλισσας, τη βοήθεια ψυχολόγου. Στην Αφρική δεν υπήρχε κάτι τέτοιο. Εδώ βρήκα τη δύναμή μου. Ο,τι κι αν μου έλεγαν παλιά, το κράταγα μέσα μου. Τώρα λέω όχι. Ξέρω ποια είμαι, είμαι μια δυνατή γυναίκα. Ναι, και οι γυναίκες μπορούν να αισθανθούν σαν άνδρες. Και οι γυναίκες μπορούν να αισθανθούν δυνατές».
Με τη λήξη της συζήτησης οι άνθρωποι της Μέλισσας δίνουν το σύνθημα για να βγει το φαγητό. Μοσχοβολιστά κέικ, πίτες, γλυκά, αιγυπτιακό πιλάφι με κουκουνάρια, χειροποίητα spring rolls, φιλιππινέζικα νουντλς – και τι δεν έχει αυτό το τραπέζι. Πάνω απ’ όλα έχει ζεστασιά, έχει ασφάλεια. Λίγο αργότερα, περπατώντας προς το αυτοκίνητο, γυρνώ και κοιτώ το κτίριο. Είναι τυχαίο ότι κάποτε ήταν μαιευτήριο;
Λίνα Γιάνναρου – kathimerini.gr