ΕΛΛΑΔΑ

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας για το ασφαλιστικό

Κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας, με τίτλο «Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση και Ψηφιακός Μετασχηματισμός του Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ)».

Με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, μεταρρυθμίζεται το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας και προτείνεται ο ψηφιακός μετασχηματισμός του Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης.

Μεταξύ άλλων:

Υποβάλλεται εφεξής με ηλεκτρονικό τρόπο:

  • η εγγραφή άμεσα ή έμμεσα ασφαλισμένου στο μητρώο ασφαλισμένων του e-ΕΦΚΑ και

  • η απογραφή των ιδιωτικών οικοδομικών έργων, κλπ.

Λαμβάνεται αυτόματα σε ηλεκτρονική μορφή, μέσω απευθείας διασύνδεσης με τα πληροφοριακά συστήματα των φορέων στους οποίους υποβάλλονται, το σύνολο των βεβαιώσεων και πιστοποιητικών που χορηγεί ο e-ΕΦΚΑ, για τις συναλλαγές των πολιτών με άλλες υπηρεσίες και οργανισμούς. Μέχρι την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των ανωτέρω πληροφοριακών συστημάτων, δημιουργείται στο πληροφοριακό σύστημα «ΑΤΛΑΣ» υποσύστημα χορήγησης βεβαιώσεων.

Υποχρεούνται, από την 1η Ιουλίου 2020, να υποβάλουν ηλεκτρονικά τις Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις (ΑΠΔ) όλοι οι υπόχρεοι εργοδότες.

Εκδίδονται υποχρεωτικά, μέσω του Συστήματος Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης της εταιρείας Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης ΑΕ (ΗΔΙΚΑ ΑΕ), οι ιατρικές βεβαιώσεις και γνωματεύσεις που απαιτούνται από τον e-ΕΦΚΑ για την πιστοποίηση της ανικανότητας προς εργασία, για τη χορήγηση αναρρωτικής άδειας, καθώς και των επιδομάτων μητρότητας, ασθένειας και εργατικού ατυχήματος, κλπ. Στο Σύστημα Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης δημιουργείται ηλεκτρονικό υποσύστημα υποστήριξης των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) του e-ΕΦΚΑ.

Ψηφιοποιείται το σύνολο των δεδομένων και των ατομικών στοιχείων που αφορούν στη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, στην απονομή συντάξεων και στη μεταβίβαση συντάξεων αιτία θανάτου, που βρίσκεται στα πληροφοριακά συστήματα των πρώην Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.

Επίσης:

1.α. Ορίζεται ως σκοπός του υπό ψήφιση νόμου η εξασφάλιση της επάρκειας των συντάξεων και της βιωσιμότητας του e-ΕΦΚΑ.

β. Προβλέπεται ότι το κράτος εγγυάται τη βιωσιμότητα του e-ΕΦΚΑ, καταργουμένων των ειδικών διατάξεων σχετικά με την κρατική χρηματοδότηση.

γ. Επικαιροποιείται το πλαίσιο των εννοιολογικών προσδιορισμών που είναι αναγκαίοι για την κατανόηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.

2.α. Ορίζεται ρητά, στο ύψος των 6.500 ευρώ, το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών υπαλλήλων του Δημοσίου και ΝΠΔΔ, αποσυνδεόμενο από τον εκάστοτε κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού. Το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται κάθε έτος από 1-1-2023 έως 31-12-2024 με διαπιστωτική πράξη του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους και από 1-1-2025 και εφεξής κατά το δείκτη μεταβολής μισθών.

β. Επανακαθορίζεται το θεσμικό πλαίσιο ασφάλισης εξωκοινοβουλευτικών και μετακλητών υπαλλήλων που έχουν διοριστεί από 1-7-2019 και εφεξής.

Συγκεκριμένα:

Παρέχεται στα ανωτέρω πρόσωπα η δυνατότητα να διατηρούν το προγενέστερο καθεστώς ασφάλισής τους.

Στα πρόσωπα αυτά, εφόσον στο προγενέστερο καθεστώς ασφάλισής τους περιλαμβάνονται φορείς που δεν έχουν ενταχθεί στον ΕΦΚΑ ή στο ΕΤΕΑΕΠ, καταβάλλουν τις προβλεπόμενες για τους φορείς αυτούς ασφαλιστικές εισφορές.

Σε περίπτωση που τα ως άνω πρόσωπα κατά το αμέσως προηγούμενο, πριν από το διορισμό τους, δωδεκάμηνο, δεν υπάγονταν στην ασφάλιση φορέα κύριας ασφάλισης της ημεδαπής, καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη και για υγειονομική περίθαλψη υπέρ του ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) και για επικουρική ασφάλιση στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ.

Σε περίπτωση διορισμού συνταξιούχου από ίδιο δικαίωμα (γήρατος ή αναπηρίας) σε θέση μετακλητού υπαλλήλου, καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη και για υγειονομική περίθαλψη στον ΕΦΚΑ.

Προβλέπεται ότι στις εν λόγω ρυθμίσεις μπορούν να υπαχθούν από 1-7- 2019 και όσοι εξωκοινοβουλευτικοί ή μετακλητοί υπάλληλοι έχουν διοριστεί, μέχρι 30-6-2019 και εξακολουθούν να υπηρετούν στις θέσεις, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση εντός τριμήνου από τη δημοσίευση του υπό ψήφιση νόμου.

  1. α. Για τους ασφαλισμένους με έτη ασφάλισης άνω των τριάντα 30 ετών, αυξάνονται τα ποσοστά αναπλήρωσης για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης.

β. Αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με τα ως άνω ποσοστά αναπλήρωσης, αναδρομικά από την 1η-10-2019 οι συντάξεις οι οποίες έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους, βάσει των διατάξεων του ν. 4387/2016.

  1. Σε περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης, προβλέπεται ότι η σύνταξη χορηγείται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του εντασσόμενου στον ΕΦΚΑ φορέα, στον οποίο υπαγόταν ο ασφαλισμένος κατά τη χρονική περίοδο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, εφόσον πραγματοποίησε 1.000 ημέρες ασφάλισης συνολικά, από τις οποίες 300 ημέρες στην τελευταία δραστηριότητα, αντί 1.500 συνολικά, από τις οποίες 500 στην τελευταία δραστηριότητα ή απασχόληση, που ισχύει σήμερα.

Επιπλέον, προβλέπεται ότι στα πρόσωπα που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, λόγω γήρατος, με 15 τουλάχιστον έτη ασφάλισης στο 67ο έτος της ηλικίας, με συνυπολογισμό διαδοχικού χρόνου ασφάλισης, χορηγείται σύνταξη από την υπηρεσία του ΕΦΚΑ του τελευταίου φορέα, στον οποίο εντάχθηκε ο ασφαλισμένος, χωρίς να εξετάζεται η πλήρωση των ως άνω προϋποθέσεων.

  1. α. Ορίζεται ότι για τους συνταξιούχους που έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, οι ακαθάριστες συντάξεις κύριες και επικουρικές καταβάλλονται μειωμένες σε ποσοστό 30%, αντί 60%, που ισχύει σήμερα, για όσο χρόνο απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητα.

β. Τροποποιείται το καθεστώς απασχόλησης συνταξιούχων σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση απασχόλησης συνταξιούχου ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει το 61ο έτος της ηλικίας του έως και την 28η-2-21 και το 62ο έτος από 1-3-2021 και εφεξής, αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων και επικουρικών συντάξεων και προσυνταξιοδοτικών παροχών, ενώ από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας αυτού και μετά το ποσοστό της σύνταξης ή αθροίσματος συντάξεων που θα λαμβάνουν, ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Από την εφαρμογή της ρύθμισης αυτής, εξαιρούνται κατηγορίες απασχολούμενων συνταξιούχων, όπως οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ, εφόσον συνεχίζουν την απασχόλησή τους στον αγροτικό τομέα ως αγρότες, μελισσοκόμοι, κτηνοτρόφοι, πτηνοτρόφοι και αλιείς, οι ψυχικά ασθενείς κ.ά.

γ. Προβλέπεται ότι για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο συνταξιούχος απασχολείται και καταβάλλει τις προβλεπόμενες κατά περίπτωση ασφαλιστικές εισφορές, υφίσταται η δυνατότητα καταβολής ενός επιπλέον ποσού σύνταξης, το οποίο συναρτάται για την μεν κύρια σύνταξη με τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές του άρθρου 8 και 28 του ν. 43 87/2016, για τη δε επικουρική με τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης, σύμφωνα με το άρθρο 96 του ν. 4387/2016 και το οποίο προστίθεται στην ήδη καταβαλλόμενη σύνταξή του.

δ. Προβλέπεται η υποχρέωση του απασχολούμενου συνταξιούχου να δηλώνει την απασχόλησή του στον ΕΦΚΑ και στο ΕΤΕΑΕΠ. Παράλειψη της δήλωσης αυτής συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου ποσού ίσου με το ύψος 12 μηνιαίων συντάξεων, αντί του ποσού που έπρεπε να παρακρατηθεί με επιβάρυνση ετήσιου επιτοκίου 4,56%, που ισχύει σήμερα.

6.α. Επανακαθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης των αυτοαπασχολουμένων, των ελεύθερων επαγγελματιών και των ασφαλισμένων στον πρώην ΟΓΑ, για το χρονικό διάστημα έως 31-12-2016, για το χρονικό διάστημα από 1-1-2017 έως 31-12-2018 και για το χρονικό διάστημα από 1-1-2019 και εφεξής.

β. Προσδιορίζονται, για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης, οι συντάξιμες αποδοχές:

  • για τους ασφαλισμένους στον πρώην ΟΓΑ με χρόνο ασφάλισης, πριν από τη δημιουργία του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών. Γι’ αυτόν το χρόνο ασφάλισής τους, ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το 70% του κατώτατου μισθού, για πρόσωπα που έχουν διατελέσει δήμαρχοι, πρόεδροι κοινότητας ή νομάρχες, λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης του τελευταίου έτους, πριν από τη λήξη της θητείας τους.

7.  Επανυπολογίζονται οι συντάξεις των ασφαλισμένων του ιδιωτικού τομέα, μετά την προαναφερόμενη τροποποίηση των ποσοστών αναπλήρωσης, εναρμονιζόμενες με τις συντάξεις που καταβάλλονται στους συνταξιούχους του δημοσίου τομέα.

8.  Ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το χρόνο ασφάλισης και, συγκεκριμένα:

α. Θεσπίζεται στους αναγνωριζόμενους χρόνους ασφάλισης, ο χρόνος άσκησης δικηγορίας, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 1090/1980.

β. Καθορίζεται το ύψος της εισφοράς εξαγοράς για τους αναγνωριζόμενους χρόνους ασφάλισης στην περίπτωση ελευθέρων επαγγελματιών (ασφαλισμένων του πρώην ΟΑΕΕ), αυτοτελώς απασχολουμένων (ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ) και των ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ.γ. Καταβάλλεται η προβλεπόμενη από την παρ. 1 του άρθρου 39 και την παρ. 1 του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 ασφαλιστική εισφορά την οποία έχει επιλέξει ο ασφαλισμένος κατά το έτος υποβολής της αίτησης αναγνώρισης, για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα ασφάλισης.

9.α. Επαναπροσδιορίζεται το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για την ασφάλιση στον κλάδο εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ των αυτοτελώς απασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών και όλων των πριν και μετά την 1-1-1993 ασφαλισμένων, έμμισθων δικηγόρων, μισθωτών μηχανικών και υγειονομικών των οικείων τομέων του κλάδου πρόνοιας του πρώην ΕΤΑΑ. Συγκεκριμένα, αντί της καταβολής ποσοστού 4% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού, που ισχύει σήμερα, οι προαναφερόμενοι ασφαλισμένοι κατατάσσονται από 1-1-2020 και εφεξής, σε τρεις ασφαλιστικές κατηγορίες, των οποίων το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ορίζεται, σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:

Ασφαλιστικές κατηγορίες – Ποσά εισφορών εφάπαξ παροχής σε ευρώ

1η κατηγορία (υποχρεωτική) – 26

2η κατηγορία – 31

3η κατηγορία – 37

Ειδικά, για τους έμμισθους δικηγόρους, τα ποσά της μηνιαίας εισφοράς επιμερίζονται κατά 50% στους ίδιους και κατά 50% στους εντολείς τους.

Ρυθμίζεται το ύψος της εν λόγω εισφοράς για τους προαιρετικά ασφαλισμένους στον κλάδο εφάπαξ παροχών και, συγκεκριμένα, οι προαιρετικά ασφαλισμένοι μισθωτοί καταβάλλουν, από 1-1-2021, μηνιαία εισφορά ποσοστού 4% επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη. Οι προαιρετικά ασφαλισμένοι, αυτοτελώς απασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ και έμμισθοι δικηγόροι, καταβάλλουν εισφορές, σύμφωνα με τα αναφερόμενα για τους υποχρεωτικά ασφαλισμένους.

β. Ρυθμίζονται θέματα που αφορούν(ΐ) στους δικαιούχους της εφάπαξ παροχής θανόντος ασφαλισμένου και(ii) σε περιπτώσεις που ο ασφαλισμένος απεβίωσε, μετά την αποχώρηση από την υπηρεσία/εργασία και πριν ή μετά την έκδοση της συνταξιοδοτικής πράξης.

γ. Ορίζεται ότι, σε περιπτώσεις όπου δεν συμπληρώνεται η 20ετία για χορήγηση της εφάπαξ παροχής από το πρώην Ταμείο Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και το πρώην Ταμείο Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ), για τον υπολογισμό των τεκμαρτών αποδοχών, θα χρησιμοποιηθεί ο πραγματικός χρόνος ασφάλισης εντός του χρονικού διαστήματος 1994-2013, έστω και εάν αυτός υπολείπεται της εικοσαετίας.

δ. Απαλείφεται, ως προϋπόθεση για τη θεμελίωση αυτοτελούς δικαιώματος εφάπαξ παροχής, η ύπαρξη ελάχιστου χρόνου ασφάλισης με το καθεστώς του ν. 103/1975 από τα ΝΠΔΔ.

ε. Καταργείται και δεν απαιτείται ως προϋπόθεση ο ελάχιστος χρόνος ασφάλισης των τριών ετών για την επιστροφή των εισφορών.

  1. Ρυθμίζεται εκ νέου το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών στις περιπτώσεις που ασκούνται παράλληλα δύο ή περισσότερες επαγγελματικές δραστηριότητες.

Ειδικότερα:

α. Τροποποιείται ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των μισθωτών και προβλέπεται ότι:

  • ως προς την εργοδοτική εισφορά, το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών εφαρμόζεται χωριστά για κάθε εργοδότη,

  • για όσους υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς επικουρικής ασφάλισης ή υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς εφάπαξ παροχής, καταβάλλονται οι εισφορές για κάθε μισθωτή απασχόληση κατά τα ειδικότερα οριζόμενα.

β. Τροποποιείται ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των αυτοτελώς απασχολουμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ, με βάση την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιλέγει να ενταχθεί ο ασφαλισμένος.

Ειδικά, για τους ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων του άρθρου 2 του ν. 4276/2014 και, γενικά, όλων των κυρίων και μη κυρίων καταλυμάτων, συγκεκριμένης δυναμικότητας, που είτε διαθέτουν το ειδικό σήμα λειτουργίας του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (EOT) είτε έχουν υπαχθεί στο καθεστώς γνωστοποίησης του ν. 4442/2016, που είναι παράλληλα εγγεγραμμένοι στο μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων (Μ.Α.Α.Ε.) και υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ για άλλη δραστηριότητα, προβλέπεται η καταβολή μίας ασφαλιστικής εισφοράς από τις προβλεπόμενες έξι ασφαλιστικές κατηγορίες του άρθρου 40 του ν. 4397/2016.

γ. Τροποποιείται ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των μισθωτών που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ και ειδικότερα:

Εισάγεται ειδική ρύθμιση για τους νέους ασφαλισμένους, για χρονικό διάστημα πέντε ετών από την έναρξη άσκησης της μη μισθωτής δραστηριότητας, με υποχρεωτική υπαγωγή τους στην πρώτη (1η) ασφαλιστική κατηγορία, αντί της (2ης) δεύτερης του άρθρου 39 του ν. 4387/2016 για το χρονικό διάστημα των πέντε ετών από την έναρξη ασκήσεως επαγγέλματος ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου.

Προβλέπεται η δυνατότητα επιλογής υψηλότερης ασφαλιστικής κατηγορίας εισφορών κύριας σύνταξης από αυτήν στην οποία υποχρεωτικά υπάγονται (i. οι μισθωτοί που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ και (ii) οι νέοι ασφαλισμένοι για χρονικό διάστημα πέντε ετών από την έναρξη άσκησης της μη μισθωτής δραστηριότητας. Οι ασφαλισμένοι, επίσης, έχουν δυνατότητα επιλογής υψηλότερης ασφαλιστικής κατηγορίας εισφορών επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής.

Παράλληλα, προβλέπεται ότι, στις περιπτώσεις μισθωτών που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλονται υπέρ ΟΑΕΔ μόνο οι προβλεπόμενες για τους μισθωτούς εισφορές.

δ. Ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στη δυνατότητα αξιοποίησης του χρόνου παράλληλης ασφάλισης και του τρόπου υπολογισμού της σύνταξης, όταν υφίσταται χρόνος παράλληλης ασφάλισης.

Ειδικότερα:

Ορίζεται ρητά ότι οι περιπτώσεις χρόνων παράλληλης απασχόλησης που έχουν διανυθεί έως 31-12-2016 και για τους οποίους έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές, θεωρούνται διακριτοί, αυτοτελείς χρόνοι κύριας ασφάλισης, ενώ οι χρόνοι παράλληλης απασχόλησης, μετά την 1η-1-2017, για τους οποίους έχουν καταβληθεί περισσότερες της μίας ασφαλιστικές εισφορές, θεωρούνται ενιαίος χρόνος ασφάλισης για κύρια σύνταξη.

Προβλέπεται ότι ο προαναφερόμενος ενιαίος χρόνος ασφάλισης δύναται να προσμετρηθεί, κατόπιν επιλογής του ασφαλισμένου, στον ασφαλιστικό χρόνο ενός από τους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ πρώην φορείς, στον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές για τη θεμελίωση αυτοτελούς συνταξιοδοτικού δικαιώματος.

Ορίζεται ότι, στην περίπτωση που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, θεμελιώνονται δύο ή περισσότερα αυτοτελή συνταξιοδοτικά δικαιώματα, καταβάλλεται μία εθνική σύνταξη και οι αντίστοιχες ανταποδοτικές συντάξεις.

Προβλέπεται ότι, για χρόνο ασφάλισης έως 31-12-2016, που δεν έχει ληφθεί υπόψη για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, χορηγείται επιπλέον παροχή για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά.

Προσαυξάνονται τα ποσοστά αναπλήρωσης των ειδικών κατηγοριών στρατιωτικών, πέραν των οριζόμενων ποσοστών του ν. 4387/2016 και κατά ποσοστό 1,5% επιπλέον για κάθε έτος, μετά το 45ο.

  1. Ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την προαιρετική συνέχιση ασφάλισης και, ειδικότερα, ορίζεται ότι:Οι ελεύθεροι επαγγελματίες (ασφαλισμένοι του πρώην ΟΑΕΕ), οι αυτοτελώς απασχολούμενοι (ασφαλισμένοι του πρώην ΕΤΑΑ) και τα υπαγόμενα πρόσωπα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, θα καταβάλουν για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισής τους, την προβλεπόμενη από την παρ. 1 του άρθρου 39 και παρ. 1 του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 ασφαλιστική εισφορά, την οποία επιλέγουν, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στα ανωτέρω άρθρα.

Ο προαιρετικά ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαίως εξ ολοκλήρου το σύνολο της εισφοράς στο ύψος που εκάστοτε έχει διαμορφωθεί, όπως προβλέπεται για την κύρια σύνταξη, για παροχές ασθένειας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ και για παροχές σε χρήμα από τον κλάδο παροχών του ΕΦΚΑ.

  1. Ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τις εισφορές μισθωτών και εργοδοτών και, ειδικότερα:

Εισάγεται εξαίρεση για τις περιπτώσεις εργοδοτών που εντάσσονται στο πρόγραμμα επιδότησης μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα ηλικίας έως 25 ετών. Οι εργοδότες αυτοί θα καταβάλουν το ως άνω ποσοστό εργοδοτικής εισφοράς μειωμένο.

Τροποποιείται το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών και ορίζεται στο ποσό των 6.500 ευρώ. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών αποσυνδέεται από τον κατώτατο βασικό μισθό και θα παραμένει σταθερό, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε μελλοντικής αύξησης ή μείωσης του βασικού μισθού των εργαζομένων. Με διαπιστωτική πράξη του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, το ποσό αυτό θα αναπροσαρμόζεται κατ’ έτος από 1-1-2023 έως 31-12-2024 κατά το ποσοστό μεταβολής του ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους και από 1.1.2025 και εφεξής προσαυξάνεται κατά το δείκτη μεταβολής μισθών.

Ρυθμίζεται ο τρόπος υπολογισμού των ημερών ασφάλισης για τις εισφορές που παρακρατούνται σε περίπτωση αμοιβών των μελών του διοικητικού συμβουλίου ΑΕ, καθώς και των αγροτικών συνεταιρισμών.Προβλέπεται ασφαλιστική εισφορά ποσοστού 20% (ποσοστό 6,67% σε βάρος των ασφαλισμένων και 13,33% σε βάρος των εργοδοτών):

(α) για τους μισθωτούς ανειδίκευτους εργάτες και για τους μετακλητούς πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι, μέχρι 31-12-2016, υπάγονταν στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ,

(β) για τους μισθωτούς, οι οποίοι, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις έκαστου τομέα, υπάγονταν στην ασφάλιση του πρώην Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΕΤΑΠ-ΜΜΕ).

Απαιτούνται για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας και παροχές υγειονομικής περίθαλψης σε είδος από 1η-1-2020 και εφεξής:

(α) για τους μεν μισθωτούς, η πραγματοποίηση τουλάχιστον 50 ημερών εργασίας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος ή κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου,

(β) για τους δε μη μισθωτούς, η συμπλήρωση δύο τουλάχιστον μηνών ασφάλισης κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος ή κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου και έχουν καταβληθεί οι απαιτούμενες ασφαλιστικές εισφορές.