ΤΕΧΝΕΣ

Τζων Κητς, ο μεγάλος Ρομαντικός

Τζων Κητς, ο μεγάλος Ρομαντικός

Επιλογή από το έργο του Άγγλου ποιητή σε δίγλωσση έκδοση, νέα μετάφραση, σχόλια και επίμετρο του Γιώργου Βάρσου

Φέτος κλείνουν 200 χρόνια από τον θάνατο του Τζων Κητς (Λονδίνο, 1795 – Ρώμη, 1821). Πέθανε στα 25 του χρόνια από φυματίωση, μάστιγα της εποχής. Oμως, το έργο που άφησε πίσω του, εντυπωσιακά εκτενές και ποικίλο, τον έχει αναδείξει σε έναν από τους σημαντικότερους αλλά και δημοφιλέστερους ποιητές της αγγλικής γλώσσας και του ευρωπαϊκού ρομαντισμού. Η ελληνική ποίηση το έχει και αυτή προσέξει ιδιαίτερα, με προεξάρχοντες τον Καβάφη και τον Σικελιανό.

Σε λίγες ημέρες, οι εκδόσεις Gutenberg θα κυκλοφορήσουν σε νέα έμμετρη μετάφραση του Γιώργου Βάρσου (καθηγητή Θεωρίας Λογοτεχνίας και Μετάφρασης, Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΕΚΠΑ) μεγάλο αριθμό ποιημάτων του Κητς, πολλά από τα οποία μεταφράζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά – ενώ άλλα συνιστούν τόπους όπου έχουν δοκιμαστεί πολλοί μεταφραστές μας. Η δίγλωσση έκδοση με τον τίτλο «Εκλογή από το έργο του Τζων Κητς» περιλαμβάνει επιλογή ορισμένων ποιημάτων μικρής έκτασης (με ιδιαίτερη προσοχή και σε γνωστά ποιήματα ελληνικής θεματικής), όλες τις μεγάλες ωδές που θεωρούνται κορύφωση του έργου του και, τέλος, την ημιτελή αλλά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επικολυρική σύνθεση που δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του με τίτλο «Η πτώση του Υπερίωνα». Συνοδεύεται από σχόλια και εκτενές μελέτημα του μεταφραστή ως επίμετρο, όπου δίνονται και πολλά αποσπάσματα από τις επιστολές του Κητς, που σήμερα θεωρούνται εξαιρετικά δείγματα αγγλικού πεζού λόγου.

«Μη θρηνείς: ποτέ κι αν δε χαρείς, παντοτινά εκείνη θα ’ναι όμορφη, κι εσύ ερωτικός»

Η «Καθημερινή» προδημοσιεύει αποσπάσματα από το επίμετρο του μεταφραστή Γ. Βάρσου και ένα ποίημα από την υπό έκδοση «Εκλογή».

Προδημοσίευση

Τζων Κητς, ο μεγάλος Ρομαντικός

Μετα-ρομαντισμός; O Κητς ήταν γόνος της δύσκολης και εν πολλοίς λαϊκής πόλης που ήταν το Λονδίνο των αρχών του 19ου αιώνα. Μολονότι δεν αποσπάται ριζικά από τους ρομαντικούς κοινούς τόπους, μοιάζει ωστόσο να τους αναστατώνει επίμονα. Σαν να τραβά διαρκώς το χαλί κάτω από τα πόδια τους – μα και τα δικά του πόδια ή και τα δικά μας ρομαντικά ξυλοπόδαρα. Ασφαλώς έχουμε και στον Κητς μια ιδέα που είναι κεντρικής σημασίας για τον Ρομαντισμό, ίσως και για τον λυρισμό γενικότερα: το παρόν, με την τρέχουσα ζωή του, ελέγχεται αδύναμο ή ανεπαρκές. Παράλληλα όμως, η ποίησή του αναζητά μορφές ή γραμμές διαφυγής μέσα στη ζωή αυτή, όχι σε μιαν ιδεατή άλλη, παρελθούσα ή μελλούμενη. Διανοίγει ρωγμές σύμφυτες με το κάθε εδώ και τώρα της κάθε ανθρώπινης κατάστασης, αναγνωρίζοντας συνάμα τους όρους που την ορίζουν σε όλη της την ερεθιστική πολυμορφία. Και επιμένει να πριμοδοτεί τη ζωή σε κάθε της έκφανση – φιλία και έρωτα, στοχασμό και συγκίνηση, αφηρημένο κάλλος και απολαύσεις αισθήσεων. Προς μια τέτοια ζωή στρέφει και το φως των αρχαιοελληνικών μύθων και εικόνων που τον συνεπαίρνουν – όπως εξ άλλου και τη σαγήνη της φύσης των βρετανικών νήσων όπου συχνά καταφεύγει. (…)

Μεταφραστική δοκιμασία: Μεταφράζοντας, οφείλεις ασφαλώς να ακολουθείς πιστά. Και πιστότητα σημαίνει ελευθερία που επιβάλλεται από το ίδιο το κείμενο που μεταφράζεις. Αλλού θα μιμηθείς τυφλά κι αλλού θα μεταλλάξεις επικίνδυνα, αλλού θα απηχήσεις την άλλη γλώσσα κι αλλού θα βυθιστείς στην ιστορία της δικής σου, αλλού θα κυλήσεις αβίαστα κι αλλού θα σκοντάψεις απότομα. Και δεν θα διστάσεις να συνοδεύσεις το πρωτότυπο ούτε στις πλεύσεις και τα πετάγματά του, ούτε και στις κακοτοπιές και τις σκοτεινιές του. Οπότε θα δώσεις κείμενο που ολοένα θα πλέκει κι ολοένα θα ξεπλέκει το ύφασμά του. Είναι ρίσκο: τίποτα –κανένα πνεύμα συγγραφέα, καμιά στρατηγική μεταφραστή– δεν εγγυάται ότι έχεις πετύχει την «αποκαλυπτική παραδοξότητα» που τόσο εύστοχα και τόσο αινιγματικά μιλάει ο Τζωρτζ Στάινερ στη Βαβέλ του.

Εν πάση περιπτώσει, η μετάφραση ποιήματος θέλει, πρωτίστως, να δώσει ποίημα – δηλαδή κάτι που πρέπει να κριθεί με ανάλογα αυστηρά κριτήρια. Εν προκειμένω, ποίημα που ακολουθεί τον Κητς, τον ξεπατικώνει, όπως λέγαμε μικροί – ποίημα που με τους δισταγμούς του θα διανοίγει ενδεχομένως ρωγμές στα εδάφη της γλώσσας μας και της λυρικής της παράδοσης. Πράγμα που είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο, μεταξύ άλλων, επελέγη, στην παρούσα μετάφραση, η δοκιμασία του έμμετρου και ομοιοκατάληκτου στίχου, μετρημένα ελευθερωμένου.

Ωδή για μια Ελληνική Υδρία

Γλυκό το τραγούδι που ακούς, αλλά το ανάκουστο

γλυκύτερο· και να το λέτε, να το λέτε σείς,

αυλοί απαλοί, όχι ακοής, αλλ’ αγαπητικό

πνεύμα και μελωδία μουσικής ατόνιστης·

τα δέντρα δε θα μαραθούν· έφηβος αγλαός,

δε θα πάψεις ποτέ να μελωδείς, και το φιλί,

ποτέ δε θα το δώσεις, Εραστή· πλησίασμα

θα μένει ο ανδρείος πόθος σου – όμως μη

θρηνείς: ποτέ κι αν δε χαρείς, παντοτινά

εκείνη θα ‘ναι όμορφη, κι εσύ ερωτικός.

Πηγή: kathimerini.gr