Σύγκρουση για τις αλλαγές στα ΑΕΙ
Την πρόθεσή της να προχωρήσει στις ρυθμίσεις που προτείνει το υπουργείο Παιδείας, δηλαδή την καθιέρωση ελάχιστης βάσης εισαγωγής, το σώμα πανεπιστημιακής φύλαξης, το πειθαρχικό δίκαιο αλλά και τη διαγραφή των «αιωνίων» φοιτητών, παρά την αντίδραση των ηγεσιών των ΑΕΙ, διαμηνύει η υπουργός Νίκη Κεραμέως. Η Σύνοδος Πρυτάνεων εκφράζει ενστάσεις για όλες τις προτάσεις του νομοσχεδίου, δημιουργώντας ένα χάσμα με το υπουργείο.
Ειδικότερα, μετά τη συνεδρίαση της περασμένης Δευτέρας παρατηρείται στροφή της Συνόδου Πρυτάνεων σε σχέση με την ήπια στάση της ένα μήνα πριν. Χαρακτηριστικά, στο ανακοινωθέν της στις 22/12/2020 όσον αφορά το πρόβλημα της βίας και παραβατικότητας στα ΑΕΙ, η Σύνοδος αναγνώριζε «την αναγκαιότητα μιας ουσιαστικής, ρεαλιστικής και αποτελεσματικής πρωτοβουλίας για την προστασία, ασφάλεια και φύλαξη των ιδρυμάτων». Ευλόγως βέβαια, όπως ανέφεραν οι πρυτάνεις, «στη συνεδρίαση διατυπώθηκαν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη μορφή ενίσχυσης της ασφάλειας εντός των ιδρυμάτων και ως προς τον χαρακτήρα και τη διοικητική ένταξη του σώματος πανεπιστημιακής φύλαξης». Αναφορικά με την πρόταση του υπουργείου για τον τρόπο υπολογισμού των βάσεων εισαγωγής, η Σύνοδος είχε θετική θέση, επισημαίνοντας «ότι για πρώτη φορά ζητείται από τα τμήματα και τις σχολές των ΑΕΙ να έχουν αποφασιστικό ρόλο σχετικά με τον καθορισμό των βάσεων». Βεβαίως προσέθετε ότι υπήρξε και προβληματισμός αναφορικά με το ενδεχόμενο να πληγούν πανεπιστημιακά τμήματα με την καθιέρωση ελάχιστης βάσης εισαγωγής (ΕΒΕ).
Η ανακοίνωση της Τετάρτης ήταν σαφώς διαφοροποιημένη, εστιάζοντας κυρίως στη θεσμοθέτηση ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα ΑΕΙ. Συγκεκριμένα οι πρυτάνεις, και δη περιφερειακών ΑΕΙ, ανησυχούν για τις επιπτώσεις της ΕΒΕ στα περιφερειακά ΑΕΙ, μετά την αναμενόμενη μείωση εισακτέων. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αριθμός των εισακτέων σε περιφερειακά πανεπιστήμια θα μειωθεί από 30% έως 60% σε σχέση με σήμερα. Χαρακτηριστικά, σε χθεσινό ψήφισμά της η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας αναφέρει ότι «η εφαρμογή του μέτρου αδικεί και απειλεί τη βιωσιμότητα των περιφερειακών πανεπιστημίων, για τα οποία υπάρχει ορατός κίνδυνος συρρίκνωσης σε αριθμό φοιτητών και ενδεχομένως μακροπρόθεσμα σε αριθμό τμημάτων. Είναι εύκολα κατανοητό ότι η επιλογή των πανεπιστημιακών τμημάτων από μέρους των υποψηφίων δεν καθορίζεται μόνο από τις ακαδημαϊκές τους επιδόσεις, αλλά κατεξοχήν από γεωγραφικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να προτιμώνται τα κεντρικά πανεπιστήμια. Η παραπάνω διαπίστωση επιβεβαιώνεται και από τις μετεγγραφές προς τα πανεπιστήμια των μεγάλων αστικών κέντρων, γεγονός που επιβαρύνει την ήδη ασφυκτική κατάσταση που δημιουργεί η τακτική του υπουργείου να κατανέμει μεγαλύτερο αριθμό εισακτέων από εκείνον που αποφασίζουν τα εν λόγω πανεπιστημιακά τμήματα. Η μείωση του αριθμού εισακτέων στα κεντρικά πανεπιστήμια (ουσιαστικά η αποδοχή του αριθμού που εκείνα προτείνουν) με τον παράλληλο εξορθολογισμό και έλεγχο της διαδικασίας των μετεγγραφών θα μπορούσε να λειτουργήσει αντισταθμιστικά υπέρ των περιφερειακών πανεπιστημίων».
Από την άλλη, οι πρυτάνεις, εκφράζοντας την αντίδρασή τους για την επιβολή ανώτατου ορίου φοίτησης και για τη διαγραφή φοιτητών, θεωρούν ότι η διάταξη είναι ελλιπής (π.χ. ζητούν εξειδίκευση διατάξεων για εργαζόμενους φοιτητές, μερική φοίτηση, εκτίμηση περιπτώσεων παράτασης) και ότι θα δημιουργήσει αντιδράσεις και περισσότερα προβλήματα από όσα θα λύσει.
Το ίδιο πιστεύουν και για τον πειθαρχικό κώδικα που ορίζει το υπουργείο. «Ζητήματα πειθαρχικού κανονιστικού πλαισίου αφορούν το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ και προτάθηκε η εισαγωγή πειθαρχικών διατάξεων στον εσωτερικό κανονισμό των ΑΕΙ», αναφέρει η Σύνοδος, αγνοώντας ότι ποτέ δεν έχει επιβληθεί πειθαρχική ποινή σε φοιτητές που προκαλούν φασαρίες εντός των ΑΕΙ (π.χ. αποκλεισμός γραφείων, ομηρία πρυτάνεων, απειλές κατά καθηγητών).