ΚΟΣΜΟΣ

Σφαγιάστηκαν γυναίκες και παιδιά στο Καμερούν

Στις μάχες, καθώς και στις ωμότητες και τα εγκλήματα που διαπράττονται, έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 3.000 άνθρωποι

Ένοπλοι πυροβόλησαν και σκότωσαν 22 πολίτες, ανάμεσά τους 14 γυναίκες και παιδιά, σε χωριό επαρχίας όπου ζουν μέλη της αγγλόφωνης μειονότητας στο βορειοδυτικό τμήμα του Καμερούν.

Ένοπλοι πυροβόλησαν και σκότωσαν την Παρασκευή 22 πολίτες, ανάμεσά τους 14 γυναίκες και παιδιά, σε χωριό επαρχίας όπου ζουν μέλη της αγγλόφωνης μειονότητας στο βορειοδυτικό τμήμα του Καμερούν, ενημέρωσε χθες Κυριακή ο ΟΗΕ το Γαλλικό Πρακτορείο.

Κατηγόρησαν την κυβέρνηση

Η αντιπολίτευση και μη κυβερνητικές οργανώσεις κατηγόρησαν την κυβέρνηση και τον στρατό, ο οποίος μάχεται τα τελευταία τρία χρόνια εναντίον αυτονομιστικών οργανώσεων της αγγλόφωνης μειονότητας, πως ευθύνονται για το μακελειό. Εκπρόσωπος των ενόπλων δυνάμεων του Καμερούν το διέψευσε κατηγορηματικά, ερωτηθείς από το AFP.

«Τα αποδεικτικά στοιχεία υποδεικνύουν ότι στην πλειονότητά τους τα θύματα ήταν γυναικόπαιδα», τόνισε μιλώντας τηλεφωνικά στο πρακτορείο ο Τζέιμς Νάναν, επικεφαλής του Γραφείου Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (OCHA) των Ηνωμένων Εθνών για τις περιοχές του βορειοδυτικού και του νοτιοδυτικού Καμερούν.

Σκοτώθηκαν «τουλάχιστον 22» άνθρωποι, «ανάμεσά τους 14 παιδιά, συμπεριλαμβανομένων 11 κοριτσιών, εννέα από τα οποία είναι μικρότερα των 5 ετών, έγκυος μητέρα και δύο γυναίκες που είχαν μαζί τους τα παιδιά τους», συμπλήρωσε ο Νάναν.

Η τραγωδία εκτυλίχθηκε την Παρασκευή περί τις 14:00 στο χωριό Ντούμπο, διευκρίνισε ο Νάναν, η ομάδα του οποίου συγκέντρωσε «πολλές μαρτυρίες» που επιτρέπουν να συναχθεί αυτός ο απολογισμός.

3.000 νεκροί σε τρία χρόνια

Το βορειοδυτικό και το νοτιοδυτικό Καμερούν έχουν μετατραπεί εδώ και τρία χρόνια σε θέατρο φονικών μαχών μεταξύ στρατιωτικών και ένοπλων αυτονομιστών.

Στις μάχες, καθώς και στις ωμότητες και τα εγκλήματα που διαπράττονται κι από τις δύο πλευρές, σύμφωνα με διεθνείς ΜΚΟ, έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 3.000 άνθρωποι, ενώ πάνω από 700.000 άλλοι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.

Το Κίνημα για την Αναγέννηση του Καμερούν, ένα από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, «καταδίκασε τη σφαγή» γυναικών και παιδιών με δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε. Το «δικτατορικό καθεστώς» και ο «ανώτατος ηγέτης των δυνάμεων ασφαλείας και άμυνας είναι κύριοι υπεύθυνοι για τα εγκλήματα αυτά», σύμφωνα με το κόμμα.

Το Κίνημα είναι το κόμμα του Μορίς Καμτό, που ηττήθηκε στις προεδρικές εκλογές του 2018 από τον Πολ Μπιγιά, τον αμετακίνητο αρχηγό του κράτους, 86 ετών, τα 37 από τα οποία βρίσκεται στην εξουσία στο Καμερούν.

Μέσω Facebook, ο δικηγόρος Φελίξ Αγκμπόρ Μπαλά, πρόεδρος του Κέντρου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τη Δημοκρατία στην Αφρική (CHRDA), καταδίκασε τη «φρικιαστική σφαγή» των «γυναικών και των παιδιών (…) από τις ένοπλες δυνάμεις».

«Ολοι οι αυτόπτες μάρτυρες κατηγορούν τον στρατό» για το μακελειό, ανέφερε μέσω Twitter η Εντίθ Κα Ουαλά, υποψήφια για την προεδρία το 2011.

«Ψευδές», απάντησε απλώς, ερωτηθείς από το Γαλλικό Πρακτορείο χθες Κυριακή, εκπρόσωπος του στρατού. Δεν ήταν διαθέσιμοι άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι για να σχολιάσουν τις πληροφορίες αυτές.

Απαγωγές

Η νέα τραγωδία πλήττει την αγγλόφωνη μειονότητα σε αυτήν την πρώην γαλλική αποικία όπου ο πληθυσμός είναι κατά πλειονότητα γαλλόφωνος, περίπου μία εβδομάδα μετά τις βουλευτικές και δημοτικές εκλογές στις οποίες η συμμετοχή ήταν μικρή, σύμφωνα με την Αφρικανική Ενωση, ιδίως στις δύο αγγλόφωνες επαρχίες.

Ενοπλες αυτονομιστικές ομάδες απαγόρευσαν στους πολίτες να πάνε να ψηφίσουν και απείλησαν πως όποιος τολμούσε θα αντιμετώπιζε αντίποινα. Η Γιαουντέ ανέπτυξε στις περιοχές μεγάλες στρατιωτικές ενισχύσεις.

Πάνω από 100 άνθρωποι απήχθησαν στις δύο περιοχές από αντάρτες τις δύο εβδομάδες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW). Η ίδια ΜΚΟ κατηγόρησε τις δυνάμεις ασφαλείας ότι διέπραξαν «νέες παραβιάσεις» την ίδια περίοδο.

Ούτε τα αποτελέσματα των εκλογών, ούτε το ποσοστό της συμμετοχής έχουν ανακοινωθεί από την κυβέρνηση του Πολ Μπιγιά μέχρι σήμερα.