ΖΩΗ

Στους Πολ Μίλγκρομ και Ρόμπερτ Ουίλσον το Νόμπελ Οικονομίας

Οι Αμερικανοί ακαδημαϊκοί Πολ Μίλγκρομ, 72 ετών, και Ρόμπερτ Γουίλσον, 83 ετών, τιμήθηκαν με το Νόμπελ Οικονομίας 2020 για την εργασία τους σχετικά με τις δημοπρασίες που χαιρετίστηκε ως επωφελής για πωλητές και αγοραστές σε όλο τον κόσμο είτε αυτές αφορούν αλιευτικές ποσοστώσεις είτε αερολιμενικές χρονοθυρίδες (σλοτ).

Μεταξύ εκείνων που είχαν τη διορατικότητα να μελετήσουν οι δύο οικονομολόγοι του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ είναι μια εξήγηση του πώς εκείνοι που υποβάλλουν προσφορά σε μια δημοπρασία επιδιώκουν να αποφύγουν τη λεγόμενη “κατάρα του νικητή” και να καταβάλουν υψηλότερο τίμημα, και τι συμβαίνει όταν οι ίδιοι αποκτούν καλύτερη κατανόηση της ‘αίσθησης’ που έχουν οι αντίπαλοί τους για την αξία του προϊόντος που τίθεται σε δημοπρασία.

“Οι δημοπρασίες βρίσκονται παντού και επηρεάζουν την καθημερινή μας ζωή. Οι φετινοί βραβευθέντες για τις οικονομικές επιστήμες Πολ Μίλγκρομ και Ρόμπερτ Γουίλσον βελτίωσαν τη θεωρία δημοπρασιών και επινόησαν νέες μορφές δημοπρασιών, προς όφελος των πωλητών, των αγοραστών και των φορολογουμένων σε όλο τον κόσμο”, ανέφερε στον λογαριασμό του στο Τwitter ο επίσημος ιστότοπος του Βραβείου Νόμπελ.

Ειδικότερα, οι Μίλγκρομ και Γουίλσον επινόησαν τρόπους πώλησης διασυνδεόμενων προϊόντων ταυτόχρονα. Το 1994, οι αρχές των ΗΠΑ χρησιμοποίησαν ένα από τα σχέδια δημοπρασιών τους προκειμένου να πωλήσουν ραδιοφωνικές συχνότητες, μια μέθοδος που ακολούθησαν από τότε και άλλες χώρες.

Ο Γουίλσον έδειξε πως οι ορθολογικοί υποβάλλοντες προσφορά τείνουν να καταθέτουν προσφορές κάτω από τη δική τους καλύτερη εκτίμηση αυτού που αποκάλεσε «κοινή αξία» –δηλαδή την αξία ενός προϊόντος που θεωρείται πως είναι η ίδια για όλους– από φόβο ότι θα πληρώσουν περισσότερα χρήματα.

Ο Μίλγκρομ συμπλήρωσε το σκεπτικό αυτό με θεωρίες για την «ιδιωτική αξία», όταν η τιμή κάποιου πράγματος εκλαμβάνεται διαφορετικά από τον κάθε έναν που υποβάλλει προσφορά.

Κατέδειξε πως μια μορφή δημοπρασίας θα δώσει στον πωλητή υψηλότερο αναμενόμενο έσοδο όταν οι υποβάλλοντες προσφορά γνωρίζουν περισσότερα για την αξία που αποδίδει ο καθένας στο προϊόν του στη διάρκεια της διαδικασίας προσφοράς.

Μιλώντας τηλεφωνικώς στους δημοσιογράφους, ο Γουίλσον καλωσόρισε τα «καλά νέα» του βραβείου και αποκάλυψε πως ο ίδιος έχει περιορισμένη προσωπική εμπειρία από συμμετοχή σε δημοπρασίες.

«Υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μην συμμετάσχω ποτέ ενεργά σε δημοπρασία», είπε ο Γουίλσον. “Η σύζυγός μου επισημαίνει ότι αγοράσαμε μπότες του σκι από το eBay — φαντάζομαι ότι αυτή ήταν μια δημοπρασία”.

Ο Μίλγκρομ δήλωσε στο πρακτορείο Reuters από το σπίτι του πως ο Γουίλσον, που μένει μόλις 50 μέτρα μακριά, ήρθε και του κτύπησε την πόρτα τις πρώτες πρωινές ώρες ώρα Καλιφόρνιας για να του πει ότι μοιράζονται το βραβείο, επειδή το τηλέφωνό του ήταν σε σίγαση και μπορεί να κοιμόταν.

Ο Μίλγκρομ υποβάθμισε την κατάρα του νικητή, λέγοντας ότι το κυριότερο είναι να είναι κανείς ενήμερος για αυτήν. Όταν του ζητήθηκε να δώσει το παράδειγμα ενός πελάτη που δεν αντιλαμβάνεται ή δεν εμπιστεύεται μια πρωτότυπη προσέγγιση, είπε: “Για παράδειγμα, είχαμε προτείνει ένα σχέδιο για τη δημοπρασία C-band, τη δημοπρασία του φάσματος των ραδιοφωνικών συχνοτήτων για χρήση στο 5G. Προτάθηκε στην Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών και αποφάσισαν αντί γι΄αυτό να κάνουν κάτι πιο παραδοσιακό. Άρα αυτό είναι απλώς ένα παράδειγμα”.

Ακόμα και αν έχουν όλα τα δεδομένα στη διάθεσή τους σήμερα, οι υποβάλλοντες προσφορά συχνά πληρώνουν την αβεβαιότητα, είπε ο Μίλγκρομ.

“Για παράδειγμα, αν καταθέτατε προσφορά για πετρέλαιο σε μια περιοχή και δεν ξέρετε πόσο πετρέλαιο υπάρχει εκεί. Τα δεδομένα δεν θα είναι διαθέσιμα μέχρι να έχει γίνει η εξόρυξη, ή αν υποβάλετε προσφορά για ραδιοφωνικές συχνότητες και θέλετε να ξέρετε την αξία τους, αυτό εξαρτάται από τη ζήτηση που θα υπάρξει στο μέλλον ή τι πρόκειται να συμβεί με την τεχνολογία στο μέλλον”.

“Πρέπει να κάνετε εκτιμήσεις που μόνο πολύ ‘στο περίπου’ καθοδηγούνται από τα δεδομένα. Αν οι εκτιμήσεις σας είναι λάθος, τότε έχετε την κατάρα του νικητή”, είπε ο Μίλγκρομ.

Το βραβείο οικονομίας, το οποίο κατά το παρελθόν έχουν κερδίσει προσωπικότητες όπως ο Πολ Κρούγκμαν και ο Μίλτον Φρίντμαν, ήταν το τελευταίο από τα έξι βραβεία που δόθηκαν φέτος, μια χρονιά κατά την οποία τα Νόμπελ έχουν επισκιαστεί από την πανδημία της COVID-19.

Η δεξίωση για τους νικητές, που διοργανωνόταν παραδοσιακά τον Δεκέμβριο, έχει ακυρωθεί και άλλα τμήματα των εορτασμών πραγματοποιούνται ψηφιακά ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος εξάπλωσης της ασθένειας.

Τα βραβεία Νόμπελ για την ιατρική, τη φυσική, τη χημεία, τη λογοτεχνία και την ειρήνη ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα.

Το Νόμπελ Οικονομίας, το οποίο συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 10 εκατομμυρίων σουηδικών κορωνών, δεν είναι ένα από τα πέντε αρχικά βραβεία που δημιουργήθηκαν με τη διαθήκη το 1895 του βιομηχάνου και εφευρέτη της δυναμίτιδας Άλφρεντ Νόμπελ, αλλά καθιερώθηκε από την κεντρική τράπεζα της Σουηδίας και απονεμήθηκε για πρώτη φορά το 1969.

Η Νορβηγική Επιτροπή Νόμπελ σχεδιάζει να προχωρήσει με μια τελετή απονομής αν και σε περιορισμένη μορφή λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, στο Όσλο στις 10 Δεκεμβρίου, επέτειο του θανάτου του Άλφρεντ Νόμπελ.