Στη φυλακή οι γονείς – βιαστές της Λέρου: Φρίκη από τα όσα έκαναν στα παιδιά τους
Το δικαστήριο επέβαλε στον 52χρονο ποινή κάθειρξης 24 ετών και στην 47χρονη ποινή κάθειρξης 13 ετών – Το ιστορικό της τραγικής υπόθεσης
Βαρύς έπεσε χθες Δευτέρα ο πέλεκυς του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Ρόδου, στους γονείς από τη Λέρο, ηλικίας 52 και 47 ετών, που κακοποιούσαν σεξουαλικώς τα παιδιά τους.
Οι κατηγορούμενοι, μετά από μια μαραθώνια διαδικασία, κρίθηκαν ένοχοι για την σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών τους, με το δικαστήριο να αναγνωρίζει το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου στην μητέρα. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για αναγνώριση ελαφρυντικών στον πατέρα.
Το δικαστήριο επέβαλε στον 52χρονο ποινή κάθειρξης 24 ετών (εκτιτέα τα 20) και στην 47χρονη ποινή κάθειρξης 13 ετών (εκτιτέα τα 8).
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η τραγική ιστορία εκτηλίχθηκε στην περιοχή Πλάκα της Λέρου, όπου κατοικούσαν οι γονείς μαζί με τα δύο ανήλικα παιδιά τους, (γεν. στις 17.10.2004) και (γεν. στις 24.12.2008), καθώς και τον ενήλικο γιο τους, ο οποίος πάσχει από ψυχωσική συνδρομή και ήπια προς μέτρια νοητική υστέρηση.
Από τον Ιανουάριο του 2015 έως τον Μάιο του 2018, ο πατέρας κατηγορείται ότι επανειλημμένα κακοποιούσε την ανήλικη κόρη του (γεν. Στις 17.10.2004). Συγκεκριμένα είτε της αφαιρούσε τα ρούχα και εσώρουχα είτε την εύρισκε γυμνή στο υπνοδωμάτιο και στο μπάνιο και εν συνεχεία την θώπευε στο στήθος και στα γεννητικά της όργανα.
Σε άλλη περίπτωση, ο πατέρας κατηγορείται ότι επιχείρησε να έλθει σε παρά φύσιν συνουσία με την ανήλικη μετά από μπάνιο, χωρίς να πετύχει τον σκοπό του λόγω της αντίδρασης της κόρης τους.
Στις ασελγείς πράξεις εις βαρος της ανήλικης συμμετείχε και η μητέρα της.
Με εντολή, προτροπή και καθοδήγηση του πατέρα, η ανήλικη κόρη τους, αφαίρεσε τα ρούχα της και η μητέρα της, δεύτερη κατηγορούμενη, την θώπευσε στο στήθος και στα γεννητικά της όργανα προς ικανοποίηση της γενετήσιάς τους επιθυμίας.
Όπως προέκυψε, ο πατέρας είχε επιχειρήσει ασελγή πράξη και σε βάρος του ανήλικου γιου του.
Ο πατέρας ενεργούσε ασελγείς πράξεις, με άγνωστο αριθμό επαναλήψεων, και εις βάρος του ενήλικου γιου του, ο οποίος έπασχε από ψυχωσική συνδρομή και ήπια προς μέτρια νοητική υστέρηση και ήταν για το λόγο αυτό ανίκανος να αντισταθεί.
Κατά το ίδιο δε χρονικό διάστημα, η μητέρα επιχείρησε και η ίδια, από κοινού με τον σύζυγό της, ασελγείς πράξεις εις βάρος του ψυχικά πάσχοντος υιού της.
Ο πρώτος κατηγορούμενος ομολόγησε τις ανωτέρω πράξεις στην προανακριτική απολογία του, ενώ με την απολογία του κατά την κύρια ανάκριση ανεκάλεσε ενμέρει την προηγούμενη ομολογία του ως προς ορισμένα περιστατικά και κυρίως ως προς τη συχνότητα τέλεσης των ως άνω πράξεων, ισχυριζόμενος ότι ομολόγησε τα παραπάνω υπό καθεστώς πίεσης από τους προανακριτικούς υπαλλήλους.
Όπως προκύπτει από την απλή ανάγνωση της προανακριτικής απολογίας του, ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε στις εν λόγω πράξεις του εξαιρετικά λεπτομερώς και μάλιστα τοποθετώντας αυτές σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, δηλαδή ανέφερε στοιχεία που ήταν άγνωστα στους προανακριτικούς υπαλλήλους και συνεπώς τα όσα ανέφερε δεν θα μπορούσαν να αποτυπωθούν καθ’ υπόδειξη ή πίεση των τελευταίων.
Αντίθετα, προκύπτει ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ανέφερε αυθόρμητα τα όσα περιλαμβάνονται στην προανακριτική απολογία του.
Τα εν λόγω συμπεράσματα ενισχύονται και από τα όσα αναφέρονται σε έκθεση πραγματογνωμοσύνης ψυχιάτρου.
Σε ομολογία των πράξεων που αποδίδονται στην ίδια προέβη και η δεύτερη κατηγορούμενη στην προανακριτική απολογία της.
Ωστόσο, στην απολογία της κατά την κύρια ανάκριση δήλωσε ότι αρνείται ορισμένες εκ των ανωτέρω πράξεις, με τρόπο όμως αόριστο. Υπέπεσε δε σε αντιφάσεις όταν απάντησε σε ερωτήσεις της Ανακρίτριας του Πρωτοδικείου Κω ως προς τα γεγονότα που έχουν συμβεί.
Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της ότι δεν ήλεγξε τι ανέφερε η προανακριτική της απολογία πριν την υπογράψει δεν κρίθηκε βάσιμος, δεδομένου ότι περιείχε περιστατικά με λεπτομέρειες και αναφορά σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, δηλαδή περιείχε στοιχεία που είναι προφανές ότι κατατέθηκαν αυθόρμητα από την ίδια. Επίσης μη πειστικός κρίθηκε και ο ισχυρισμός της εν λόγω κατηγορούμενης ότι τέλεσε τις ως άνω πράξεις επειδή φοβόταν το σύζυγό της, καθόσον η ίδια στην ανακριτική απολογία της δήλωσε ότι δεν είχε απειλές από αυτόν. Άλλωστε, όπως αναφέρει σε άλλο σημείο της απολογίας της, σε ένα από τα περιστατικά ασελγούς πράξης (θωπεία στήθους) που τέλεσε η ίδια σε βάρος της ανήλικης κόρης της δεν ήταν μπροστά ο σύζυγός της, γεγονός που αποδυναμώνει τον ισχυρισμό της ότι τέλεσε τις εν λόγω πράξεις υπό την απειλή και τον φόβο του συζύγου της.
Χθες ενώπιον του Δικαστηρίου ο πρώτος ομολόγησε αρχικώς μια πράξη ασέλγειας εις βάρος της κόρης του, υποστήριξε ότι βοηθούσε το άλλο του παιδί σε μικρή ηλικία καθ’ υπόδειξιν παιδιάτρου ανοίγοντας το μόριό του για να μην υποβληθεί σε επέμβαση φίμωσης και αρνήθηκε τα όσα του αποδίδονται.
Σε ερωτήσεις της Εισαγγελέως της έδρας στην πορεία, επιβεβαίωσε ωστόσο άλλες κατηγορίες τις οποίες είχε προηγουμένως αρνηθεί.
Η μητέρα από την άλλη, ομολόγησε μια πράξη με θύμα την κόρη της ενώ αρνήθηκε τις υπόλοιπες τονίζοντας ωστόσο ότι τελούσε υπό τον φόβο του συζύγου της.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ. Μανώλης Χατζηάμαλος (Κω) και Μανώλης Aναστασάκης (Αθηνών).