Στην Ελλάδα δεν υπάρχει Ημέρα Αναπηρίας, μόνο ζοφερή πραγματικότητα
Παγκόσμια Ημέρα Αναπηρίας, ίσως η μοναδική μέρα του χρόνου που στην Ελλάδα αφιερώνεται στους ανάπηρους. Με άρθρα και λογύδρια, πιθανότατα, την ίδια στιγμή που οι δρόμοι των πόλεων,η καθημερινότητα, οι ρυθμοί της ζωής σου απαγορεύουν να ζήσεις όπως όλοι οι άλλοι. Οι αρτιμελείς
Στην Ελλάδα καταγράφονται ως ανάπηροι το 24% του πληθυσμού. Το ποιος είναι ή όχι ανάπηρος κτίζεται από τα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ), όπως επίσης θα οριστεί και το «πόσο» ανάπηρος είναι κάποιος, με βάσει ένα αθροισματικό ποσοστό. Πρόκειται, δηλαδή, για μία γραφειοκρατική διαδικασία και μία εξέταση τριών λεπτών.
Αναπηρία θεωρείται η μη ικανότητα να κινηθείς, να βλέπεις, να ακούς, να αυτοεξυπηρετείσαι. Με τα χρόνια εντάχθηκαν και κάποιες ψυχικές νόσοι στο «κλαμπ», όχι αδίκως αν αναλογιστούμε πως πρόκειται για τα άτομα που βιώνουν το σκληρότερο κοινωνικό στιγματισμό από όλα. Ακούγεται, μάλλον, υπερβολικό, αλλά δε χρειάζονται ποσοστά να απαντήσουν: Σκεφτείτε τι σας έρχεται στο μυαλό όταν ακούτε πως κάποιος είναι σχιζοφρενής. Κι έπειτα, για όσα γνωρίζετε, υπάρχει ένας ψυχίατρος να επιβεβαιώσει την λάθος γνώση.
Οι αναπηρία μπορεί να είναι επίκτητη, έπειτα από ατύχημα για παράδειγμα, να είναι εκ γενετής ή να εμφανιστεί στην πορεία της ζωής του ατόμου. Η Σκλήρυνση κατά Πλάκας είναι η πρώτη αιτία αναπηρίας στους νέους της Ευρώπης.
Μια ειδική εικόνα
Ο όρος «αναπηρία» ήταν ταμπού μέχρι σχετικά πολύ πρόσφατα στην ιστορία. Χρησιμοποιούσαμε τις «ειδικές ανάγκες», έπειτα τις «ειδικές δεξιότητες», αλλά τίποτε απο αυτόν τον λεγόμενο… «θετικό ρατσισμό» δεν είχε απολύτως καμία σημασία όταν επρόκειτο είτε για την αποτύπωση της πραγματικότητας, είτε -πολυ περισσότερο- για την ενταξη των αναπήρων στην κοινότητα. Πετύχαμε να μην κρυβόμαστε πίσω από πιο χαριτωμένες λέξεις. Αποτύχαμε παταγωδώς στην ένταξη.
Όταν σκεφτόμαστε πως κάποιο άτομο είναι ανάπηρο, μας έρχεται στο μυαλό η εικόνα ενός αμαξιδίου. Δεν είναι έτσι, γιατί η αναπηρία και τα ΑμεΑ είναι μια ομάδα γεμάτη διαφορετικές περιπτώσεις. Η «αναπηρία» είναι ένας όρος – ομπρέλα για να περιγράψει διαφορετικές καταστάσεις. Αναπηρία είναι το αμαξίδιο, αναπηρία είναι και ένα όρθιο σώμα που δε φέρει κανένα «τυπικό» χαρακτηριστικό, όχι αυτό που μας έρχεται ως πρώτη εικόνα στο μυαλό.
Υπάρχουν ΑμεΑ που περπατάνε, αυτοεξυπηρετούνται σχετικά και γενικώς δεν εμπίπτουν στην εικόνα του κλασικού στερεοτύπου. Ωστόσο,ζουν τη μισή τους ζωή στα νοσοκομεία: Για θεραπείες, αγωγές, εξετάσεις, αλλαγή στο αίμα τους. Κι έπειτα, υπάρχουν κι ημέρες που είναι κακές. Που πονάς τόσο πολύ λόγω των βλαβών που προκάλεσε η νόσος σου (συμβαίνει σε αυτοάνοσες παθήσεις), ή που υποτροπιάζεις και δυσκολεύεσαι να πιάσεις το πιάτο σου, πάσχεις από χρόνια κόπωση και αδυνατείς να λειτουργήσεις σα να έχει σβήσει η μπαταρία σου ή η νόσος σου βρίσκεται σε έξαρση και αναλόγως σε έξαρση βρίσκονται τα αποτελέσματά της: Μειώνεται η χάνεται η κινητική ικανότητα, η όραση, πλήττονται τα ζωτικά όργανα κοκ.
Η αφιλόξενη Ελλάδα
Αν είναι ήδη τεράστια αλλαγή να βρίσκεσαι ξαφνικά ανάπηρος ή αν ούτως ή άλλως η καθημερινότητα χτίστηκε με τρόπο που εξυπηρετεί τους υγιείς ανθρώπους, τότε η ζωή στην Ελλάδα είναι πολλαπλάσια δύσκολη για έναν ανάπηρο.
Ας ξεκινήσουμε με μία τυχαία ιστορία πριν φτάσουμε στον πυρήνα του ζητήματος. Η Αθήνα είναι μια πόλη που δε θεωρεί απαραίτητο να έχει σε όλες τις πολυκατοικίες της ασανσέρ. Τα αμαξίδια αυτομάτως αποκλείονται από τα κτήρια, ενώ με τα «αδύναμα πόδια», αυτά που λόγω μονίμων βλαβών έχουν χάσει κάτι από την κινητική τους ικανότητα, τα αποτελέσματα είναι κάπως σα στίχος του Γκίνσμπεργκ: Κυρίες μου, σηκώστε τον ποδόγυρό σας. Μπαίνουμε στην κόλαση.
Πέφτουμε, κυρίες και κύριοι. Δηλαδή αυτοτραυματιζόμαστε. Όχι μόνο στις σκάλες των πολυκατοικιών. Υπάρχουν πάντοτε τα χαλασμένα πεζοδρόμια, που απαγορεύουν την κίνηση στα αμαξίδια, είναι επικίνδυνα για τους τυφλούς και σπάνε τους αστραγάλους σε όσους έχουν τα «αδύναμα πόδια». Πρόκειται για τα ίδια πεζοδρόμια που δεν έχουν απαραιτήτως ράμπες αναπήρων ή καταλαμβάνονται από καφετέριες, συχνά τοποθετώντας τα τραπέζια τους κάνω στις ράμπες για τους τυφλούς ή, πράγμα που ναι, είναι χυδαίο, αναγκάζουν τους ανθρώπους με τα αμαξίδια να στριμωχτούν για να περάσουν ανάμεσα από τα μάτια των θαμώνων, τα γεμάτα οίκτο και συμπόνια.
Οι πόλεις είναι αφιλόξενες για τον ανάπηρος στην Ελλάδα. Αφιλόξενες και αδιάφορες. Αυτό το απέδειξε πιο πρόσφατα ο Μεγάλος Περίπατος της Αθήνας, ένα πολυδάπανο έργο που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Τα ίδια χρήματα, αντί για εξωτικά, πανάκριβα φυτά,θα μπορούσαν και θα έπρεπε να διατεθούν για την ανάπλαση της Αθήνας με στόχο το ευ ζειν των πολιτών, ξεκινώντας από τους πιο κοινωνικά αποκλεισμένους από τη ζωή της πόλης. Οι ανάπηροι μένουν κλεισμένοι σπίτι τους, γιατί έξω η ζωή δυσκολεύει. Είτε επειδή δεν μπορούν να κατέβουν τη σκάλα, είτε επειδή τα πεζοδρόμια είναι αφιλόξενα, είτε επειδή οι δρόμοι είναι απαράδεκτοι, είτε επειδή η εστίαση δεν προνοεί κι ούτε λογοδοτεί σε κανέναν: Όλα τα μέρη έχουν τουαλέτες αναπήρων. Αλλά τι να το κάνεις, αν βρίσκονται στο τέλος της σκάλας;
Η Πολιτεία και η δημοτική Αρχή αδιαφορεί, ή μεταθέτει το προβλήματα για «αργότερα», χρόνια τώρα. Ο Μεγάλος Περίπατος με την υπόσχεση να στρωθεί από πλάκες για να κάνει την Αθήνα πιο όμορφη στις καρτ ποστάλ, κάποιους πολίτες θα τους απέκλειε από εκείνη την βόλτα: Ποιο αμαξίδιο μπορεί να κινηθεί πάνω σε πλάκες; Αλλά όλην αυτού, πώς θα φτάναμε στις πλάκες, αν δεν μπορούσαμε να βγούμε από το σπίτι μας;
Όσο αφιλόξενη είναι η Αθήνα, τόσο είναι και η επιδοματικη πολιτική για τους ανάπηρους. Η σημασία του κοινωνικού κράτους είναι ακριβώς αυτή: Να απευθύνεται στην κοινωνία των αναγκών. Τα αναπηρικά επιδόματα είναι ψίχουλα, αλλά ψίχουλα είναι και οι μισθοί. Τίποτε από τα δύο δεν είναι ούτε σωστό, ούτε δίκαιο. Μιλάμε, ωστόσο για ένα ακόμα γεγονός.
Το κύριο πρόβλημα είναι αυτό της κοινωνικής ένταξης: Από τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών στο σχολείο μέχρι πολιτικές που υποχρεώνουν τους εργοδότες να προσλαμβάνουν Άμεσα (και σίγουρα να τα προφυλάσσουν από την απόλυση σε περίπτωση επίκτητης αναπηρίας), ο δρόμος είναι δύσκολος για τους ανάπηρους, όπως ακριβώς δύσβατοι είναι οι δρόμοι των πόλεων. Τον Ιούνιο του 2018 πέρασε από την Έφη Αχτσιόγλου απόφαση να προστατεύονται από τις απολύσεις οι χρόνια πάσχοντες. Έκτοτε, τίποτα
Η Ελλάδα των κολαστηρίων
Παρατημένοι άνθρωποι, τιμωρημένοι για τη φύση τους, αυτοί είναι οι ανάπηροι στα κολαστήρια της Ελλάδας.
Με πιο διαβόητο εκείνο των Λεχαινών, η χώρα έχει δεκάδες ιδρύματα στα οποία μπορείς να παρατήσεις τον ανάπηρο της οικογένειάς σου. Από αυτά τα ιδρύματα, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για όσα ανήκουν στην εκκλησία (κι ούτε έλεγχοι συμβαίνουν).
Τα Λεχαινά έγιναν ευρέως γνωστά όταν ανακοινώθηκαν θάνατοι παιδιών. Ένα έφηβο κορίτσι, έπειτα κάποιο ακόμα… Σε επιτόπιες έρευνες ακτιβιστών (και όχι της Πολιτείας) , καταγγέλθηκαν εκτρώματα: Παιδιά μεγάλωσαν σε κλουβιά, δεν έμαθαν ποτέ να χρησιμοποιούν την τουαλέτα, έμεναν δεμένα, κακοποιούνται συστηματικά, δεν είχαν γιατρούς, δεν είχαν σωστή διατροφή. Έζησαν ολόκληρες ζωές σε κλουβιά. Κακοποιήθηκαν πολλαπλώς, κορίτσια βιάστηκαν και γέννησαν μέσα στα κολαστήρια και έπειτα, πέθαναν αθόρυβα, σαν να μην υπήρξαν ποτέ.
Μπορούμε να πούμε πολλές δυνατές λέξεις και θα ταιριάζουν όλες: ευγονική, αναλγησία, Καιάδας, αυτός ο παρεξηγημένος Καιάδας της ανθρωπότητας που δε σκότωσε ποτέ κανέναν βρέφος, αλλά σήμερα ζωντάνεψε για να δολοφονήσει. Καμία λέξη δεν έχει σημασία όσο τα κολαστήρια μένουν ανοιχτά. Ή όσο επιτρέπεται η επί της ουσίας εγκατάλειψη των παιδιών από τους γονείς τους.
Στα κολαστήρια της Ελλάδας οι ανάπηροι εξοντώνονται, πρώτα η ψυχή τους, μετά το σώμα τους. Πολλοί τρόφιμοι δεν είναι ΑμεΑ, αλλά παιδιά με αυτισμό, παρατηρήθηκαν ως νήπια και μεγάλωσαν ως ζώα. Θα μπορούσε να είναι ο καθένας από εμάς.
Οι θετικές διακρίσεις
Γνωρίζετε, φυσικά, την κλασική έκφραση για τον φερετζέ. Οι λεγόμενες «θετικές διακρίσεις» είναι ο φερετζές του ρατσιστή. Ανάμεσα στην αποδοχή και τον οίκτο, ο δρόμος είναι στενός.
Το να είσαι ανάπηρος στην Ελλάδα σημαίνει ότι έχεις χάσει πολλά. Το περπάτημα ή την όραση, την ποιότητα της προηγούμενης ζωής σου, την αντοχή ή τον χρόνο που θα μπορούσες να περνάς πιο όμορφα από ότι σε ένα νοσοκομείο. Αλλά δε σημαίνει πως χάνεις την αξιοπρέπειά σου.
Δεν υπάρχει θετική διάκριση. Υπάρχουν διακρίσεις ή υπάρχει σεβασμός, αποδοχή κι ισότητα. Ένα ΑμεΑ μπορεί να χρειάζεται κάποιες διαφορετικές προσεγγίσεις όσο αφορά την καθημερινότητα (ναι, τα πεζοδρόμια κι οι ράμπες πρέπει να μας χωράνε όλους και μάλλον δεν είναι αρκετά πιθανό να κάνουμε αγώνες τρεξίματος). Αλλά δε χρειάζονται οίκτο. Χρειαζόμαστε να μπορούμε να ζούμε στις πόλεις μας και να μην θεωρούμε ταμπού την αναπηρία. Είναι και τα δύο συλλογική υπόθεση.
Η αναπηρία για εμάς είναι η δική μας κανονικότητα, είναι η ζωή μας και υπάρχουν χιλιάδες μικρά δράματα, αλλά το σώμα μας δεν αποτελεί ένα από αυτά. Δεν ξυπνάμε σκεφτόμενοι πόσο άγρια μας φέρθηκε η μοίρα και σε καμία περίπτωση μη σκεφτείτε να σηκώσετε στα χέρια σας ένα αμαξίδιο ή να οδηγήσετε έναν τυφλό ή να πιάσετε κάποιον με αδύναμα πόδια για να μην τσακιστεί στις λακκούβες.
Ζητήστε κι εσείς μια πόλη που να μας χωράει όλους.
‘Ολγα Στέφου – in.gr