ΑΛΗΘΕΙΕΣ

Σας ευχαριστούμε, ω πρωινάδικα!

Σταύρος Θεοδωράκης

Κάποιοι πάνε να μας μπερδέψουν. Γράφουν ότι «οι συνεχείς καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης μας οδηγούν σε μια ανθρωποφαγική συζήτηση». Σκέφτονται μάλλον ότι αφού οι περισσότερες αποκαλύψεις γίνονται σε λάιτ εκπομπές, τι άλλο είναι πέρα από κουτσομπολιά – τα οποία άλλωστε προάγει αυτού του είδους η τηλεόραση. Δεν είναι έτσι. Οι «πρωινατζούδες» -για να χρησιμοποιήσω τον όρο των τηλεκριτικών- κάνουν πολύ σημαντική δουλειά αυτή την εποχή. Όχι όλες, όχι πάντα… αλλά «στο τέλος της ημέρας» η προσφορά τους είναι απείρως σημαντικότερη από τις χιλιοστές αναλύσεις για «τον απρόβλεπτο Ερντογάν», «τις δημοτικότητες των υπουργών», «το μέλλον των διαδηλώσεων»…

Η συνέντευξη, ας πούμε, και η στάση γενικότερα θα έλεγα, της Φαίης Σκορδά, απέναντι στον Δημήτρη Μοθωναίο ήταν υποδειγματική (για τηλεόραση μιλάμε πάντα). Δεν θα μπω στον πειρασμό να αναφέρω και άλλες καλές στιγμές των πρωινάδικων, υπάρχουν όμως – όπως με βεβαιώνουν και φίλοι που λόγω και της τηλεργασίας βλέπουν πολλές ώρες τηλεόραση.

Ο ξεσηκωμός των κακοποιημένων σεξουαλικά συνανθρώπων μας μπορεί να ξεκίνησε από την Μπεκατώρου το νήμα όμως κρατήθηκε από σταθερά χέρια. Μπότση – Παπαχαραλάμπους – Μοθωναίος. Ναι, και εδώ ξεχνάω πολλά ονόματα γενναίων γυναικών και αντρών αλλά -είπαμε- δεν κρατάω ημερολόγιο.

Προφανώς ανάμεσα στους γενναίους, που ψύχραιμα αλλά ταυτόχρονα και αληθινά, μίλησαν για τα βασανιστήρια που έχουν υποστεί, προσπάθησαν να χωθούν και κάποιοι, και κάποιες, που απλώς ήθελαν να δουν το όνομα τους στην μαρκίζα – έστω και ως θύματα. Θύματα τίνος ακριβώς, δεν είναι πάντα ξεκάθαρο. Σαν και την κυρία που φώναξε «και εγώ – και εγώ παρενοχλήθηκα» αλλά όταν κλήθηκε από τους δημοσιογράφους να εξηγήσει τι έζησε, μίλησε για «ευγενική παρενόχληση», μην κατανοώντας προφανώς ότι η παρενόχληση δεν είναι ποτέ ευγενική κι αν είναι ευγενική δεν είναι παρενόχληση.

Να μας μπερδέψουν όμως επιχειρούν και αυτοί που τα ερμηνεύουν όλα, ταξικά και κομματικά. Αναζητούν τις πολιτικές ρίζες των θυτών λες και η σεξουαλική κακοποίηση είναι δεξιά ή αριστερή παρέκκλιση. Και μετά, επειδή η λύση «δια πάσαν νόσο» είναι η καταγγελία του συστήματος και ο καπιταλισμός, ζητούν ένα νέο νόμο για τις… εργασιακές σχέσεις! Με αυστηρούς όρους γι αυτούς που δεν πληρώνουν υπερωρίες, με ίσες ευκαιρίες ανδρών και γυναικών… Οι μεγάλοι θεωρητικοί, βλέπετε, δεν έχουν μιλήσει για τις σεξουαλικές σχέσεις και για τα σεξουαλικά εγκλήματα, οπότε πετούν  την μπάλα στο γήπεδο που ξέρουν καλύτερα. Αυτού του είδους οι αναλύσεις καταλήγουν με ένα κάλεσμα στις γυναίκες, αλλά και σε όλους τους καταπιεσμένους, να βγουν και να μιλήσουν για όλα αυτά που έχουν υποφέρει στα χρόνια της κρίσης.

Ανάμεσα, λοιπόν, στους μπαρουτοκαπνισμένους προοδευτικούς και τους ατσαλάκωτους συντηρητικούς (που αναγουλιάζουν, όπως είπαμε, με τα ριάλιτι), οι κυρίες της λάιτ τηλεόρασης (ή τουλάχιστον κάποιες από αυτές) είναι μια όαση.

«Και σε τι χρησιμεύει να ακούμε ιστορίες που έχουν συμβεί πριν 15 ή 20 χρόνια αφού τα αδικήματα έχουν παραγραφεί», είναι άλλη μια ένσταση των ημερών. Χρησιμεύει!  Όχι μόνο γιατί είναι λυτρωτικό για τα θύματα να μιλούν δημοσίως και να επαινούνται – επιτέλους! – γι αυτό… Όχι μόνο γιατί είναι δίκαιο οι «κακοί» να ξεμπροστιάζονται και να χάνουν τον ύπνο τους και μερικά από τα προνόμια τους… Αλλά κυρίως γιατί η συνειδητοποίηση των νέων για το τι είναι κακό, τι είναι παράνομο, τι είναι έγκλημα στο σεξ, πρέπει επιτέλους να συμβεί. Το σχολείο έτσι κι αλλιώς έχει φανεί ανίκανο να ξεχωρίσει στα παιδιά το σεξ από την σεξουαλική κακοποίηση, την περιπέτεια από το έγκλημα. Προτιμά να τους διδάσκει θρησκευτικές δοξασίες και ιστορικές αρλούμπες. Ας τα μορφώσουμε λοιπόν δια του παραδείγματος.

Είμαι σίγουρος ότι μετά τα όσα έχουν αποκαλυφθεί τον τελευταίο μήνα, τα παιδιά του Γυμνασίου, του Λυκείου, των Σχολών, των Ομάδων, των Ακαδημιών θα είναι πιο υποψιασμένα όταν κάποιος πίσω τους κλειδώνει την πόρτα.

Και ένα παιδί του Δημοτικού θα καταλάβει επιτέλους τον «Κανόνα του εσώρουχου» (αναφέρομαι σε καμπάνια του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης).

«Και ποιος είναι ο ένοχος; Αυτός που δικάζουν τα “παράθυρα“ και τα social media»; Όχι. Και εδώ θα πρέπει να θυμόμαστε ότι υπάρχει το τεκμήριο της αθωότητας. Γι αυτό και οι δημόσιες αποκαλύψεις πρέπει να αφορούν τις συμπεριφορές, τα γεγονότα, τις συνθήκες και όχι αυτά καθ’ αυτά, τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν. Οι ταυτότητες των δραστών πρέπει να αποκαλύπτονται στους εισαγγελείς και τα όποια πειθαρχικά όργανα – με την ελπίδα ότι μετά από τέτοια κατακραυγή κανείς δεν θα μπορεί πλέον να κουκουλώσει αυτές τις υποθέσεις.

Ο κίνδυνος του κουκουλώματος είναι πάντα υπαρκτός στην χώρα μας όταν μάλιστα οι εμπλεκόμενοι είναι μέρος της «καλής κοινωνίας» – για να χρησιμοποιήσω κι εγώ ένα στερεότυπο.

«Και δεν φοβάσαι μήπως όλα αυτά καταλήξουν σε μια ενοχοποίηση των σεξουαλικών σχέσεων, του φλερτ και τέλος πάντων της διεκδίκησης του έρωτα;», είναι το σύνηθες ερώτημα των ενηλίκων. Όχι,  δεν φοβάμαι. Αντιθέτως, πιστεύω ότι οι αποκαλύψεις θα βοηθήσουν τα θύματα, που φοβισμένα αντιμετωπίζουν την ισοπέδωση της προσωπικότητάς τους, να απελευθερωθούν και να διεκδικήσουν την σεξουαλική ελευθερία. Άλλωστε, τα όρια της ψυχολογικής και λεκτικής βίας, της  σεξουαλικής παρενόχλησης και της σεξουαλικής κακοποίησης προσδιορίζονται επακριβώς από τον νέο σύγχρονο ποινικό κώδικα που διαθέτει η χώρα.

Με τους παραβάτες λοιπόν σε περιορισμό, ή στην φυλακή, ή στα ψυχιατρεία, ή στα καβούκια τους τέλος πάντων, πιστεύω ότι η ελευθερία των αντρών και των γυναικών να φλερτάρουν -επίμονα ή αδέξια, δεν έχει σημασία- ισότιμα όμως, θα αναζωπυρωθεί και δεν θα χαθεί.

Η τελευταία σκέψη είναι «κλεμμένη» από το άρθρο που υπέγραψε στη Le Monde, πριν ακριβώς δύο χρόνια, η ντίβα της Γαλλίας Κατρίν Ντενέβ μαζί με μια εκατοστή γυναίκες – ηθοποιούς, συγγραφείς, δημοσιογράφους. Ένα κείμενο που θεωρήθηκε και ως η (ευρωπαϊκή) απάντηση στα αιτήματα του (αμερικάνικου) MeToo.

Ακούστε το podcast