Πώς φτάσαμε στην ιστορική απόφαση
Η βαρύτατη καταδίκη που επιφύλαξε ομόφωνα το δικαστήριο, κλείνοντας την αυλαία της ιστορικής, για πολλούς λόγους, δίκης για την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, στέλνοντας στη φυλακή 38 καταδικασθέντες, είναι κάτι που ουδείς εντός ή εκτός δικαστηρίου είχε προβλέψει ή συμπεριλάβει στις εκτιμήσεις του.
Η απόφαση του δικαστηρίου να πάνε φυλακή, όχι μόνον η ηγετική πολιτική ομάδα της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος, Ηλίας Κασιδιάρης και λοιποί, που είχαν καταδικαστεί ως πολιτικό διευθυντήριο των εγκληματικών δράσεων, αλλά και πρώην βουλευτές του κόμματος που είχαν καταδίκες έξι ή επτά χρόνια, επιχειρησιακά στελέχη της Χ.Α. με συμμετοχή σε εγκλήματα, ακόμη και καταδικασθέντες σε ποινές πέντε χρόνων, είναι εκείνο που σφράγισε τη δικαστική διαδικασία και καθόρισε ουσιαστικά το εύρος της δικαστικής κρίσης.
Μετά την τελική έκδοση της απόφασης και την εκτέλεσή της με την παράδοση ηγετικών στελεχών της Χ.Α. αλλά και των περισσοτέρων από τους λοιπούς καταδικασθέντες, πολλοί είναι εκείνοι που αναρωτήθηκαν πώς το δικαστήριο έστειλε «μέσα» τόσο πολλούς, και μάλιστα με ποινές πέντε, έξι ή επτά ετών, κάτι που τα τελευταία χρόνια δεν συμβαίνει στη δικαστηριακή μας πρακτική, καθώς μένουν εκτός φυλακής καταδικασθέντες με πολύ μεγαλύτερες ποινές και σε σοβαρές υποθέσεις.
Ομως το ίδιο το βαρύ κατηγορητήριο, το σκεπτικό του βουλεύματος που παρέπεμψε την ηγετική πολιτική ομάδα της Χρυσής Αυγής και τα επιχειρησιακά της στελέχη σε δίκη, αλλά και η εμπεριστατωμένη πρόταση παραπομπής του εισαγγελέα Ισίδωρου Ντογιάκου, δίδουν την απάντηση για την τελική δικαστική απόφαση που ήταν «κόντρα» στην εισαγγελική πρόταση και έξω από κάθε πρόβλεψη ή εκτίμηση, ειδικών και μη.
Στόχος ήταν η κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, στοιχείο που καθόρισε την τελική δικαστική κρίση, καθώς η συγκεκριμένη εγκληματική οργάνωση αντιμετωπίστηκε από το δικαστήριο όχι μόνον ως μία εγκληματική οργάνωση που διαπράττει εγκλήματα, αλλά επιπροσθέτως και ως μία εγκληματική οργάνωση που αντιστρατεύεται τις συνταγματικές αρχές και ακολουθεί πρακτικές εις βάρος της δημοκρατίας.
Με αυτά τα δεδομένα, ομόφωνα οι δικαστές, η εμβληματική πρόεδρος της δίκης Μαρία Λεπενιώτη και τα μέλη Γεσθημανή Τσουλφόγλου και Ανδρέας Ντόκος, άφησαν εκτός φυλακής μόνον δώδεκα από τους συνολικά 50 καταδικασθέντες, ανάμεσα στους οποίους και πέντε πρώην βουλευτές, μεταξύ των οποίων και τη σύζυγο του Νίκου Μιχαλολιάκου καθώς και άλλους που τους είχαν αναγνωριστεί ελαφρυντικά, όπως ο Στάθης Μπούκουρας, ο Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος και ο Μιχάλης Αρβανίτης, ενώ για παράδειγμα τον Νίκο Μίχο που είχε εξασφαλίσει ελαφρυντικό, τον έστειλαν τελικά στη φυλακή.
Για όλους τους άλλους, ηγετική πολιτική ομάδα της Χ.Α. και λοιπούς, η δικαστική κρίση ήταν φυλάκιση, με μια απόφαση της οποίας η τεράστια σημασία θα αποτιμηθεί με τον καιρό, πάντως ανήκει στις ιστορικές αποφάσεις της ελληνικής Δικαιοσύνης από τη μεταπολίτευση έως σήμερα. Είναι μια απόφαση που ελήφθη όχι με πολιτικά κριτήρια, όπως ισχυρίστηκαν πολλοί εκ των καταδικασθέντων πρωτοκλασάτων πολιτικών στελεχών της Χ.Α., ανάμεσά τους και ο Νίκος Μιχαλολιάκος, αλλά και οι συνήγοροί τους που μίλησαν μέσα στο δικαστήριο για απόφαση που εκδόθηκε υπό το βάρος της πίεσης της κοινής γνώμης και στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Η σημασία της απόφασης, μάλιστα, μπορεί να συγκριθεί μόνον με την αντίστοιχη του 1975 για τους πρωταιτίους του απριλιανού πραξικοπήματος, τότε που κυριάρχησε στη δίκη η μεγάλη μορφή του προέδρου της Γιάννη Ντεγιάννη.
Θεσμικό βάρος
Η δικαστική κρίση για την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής που ολοκληρώθηκε την περασμένη Πέμπτη με την απόφαση να οδηγηθούν στη φυλακή 38 καταδικασθέντες, διαθέτει εκ των πραγμάτων πολιτικό και θεσμικό βάρος, ενώ υπερβαίνει τα ελληνικά σύνορα, καθώς είναι η μοναδική απόφαση καταδίκης πολιτικού φορέα σε ολόκληρη την Ευρώπη ναζιστικού τύπου με εγκληματικές πρακτικές.
Τέλος, είναι μια απόφαση που επιβεβαίωσε την ορθότητα του πολιτικού εγχειρήματος το 2013 και τη βούληση της ελληνικής Δικαιοσύνης, που το υπηρέτησε με σοβαρότητα, κόπο και υπευθυνότητα.
Η έκτιση των ποινών και η περίπτωση Λαγού
Η επόμενη ημέρα της δικαστικής απόφασης, που έστειλε στη φυλακή όλη την ηγετική πολιτική ομάδα της Χ.Α., συνολικά δεκατρία πολιτικά της στελέχη, τον Γιώργο Ρουπακιά, καταδικασμένο για τη στυγερή δολοφονία του Παύλου Φύσσα και πολλούς άλλους ως συνεργούς ή συμμέτοχους σε σειρά εγκληματικών δράσεων, βρίσκει τους καταδικασθέντες στις φυλακές.
Παράλληλα η Δικαιοσύνη κινεί ήδη τις διαδικασίες για την άρση της ασυλίας του Ιωάννη Λαγού, που είναι ευρωβουλευτής, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες, η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου έχει ήδη αποστείλει το απόσπασμα της απόφασης καταδίκης του Λαγού σε 13 χρόνια κάθειρξη, μαζί με όλα τα απαραίτητα έγγραφα, στις υπηρεσίες του Ευρωκοινοβουλίου για να δρομολογηθούν οι σχετικές διαδικασίες που προβλέπονται σε αυτές τις περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τα οριζόμενα, θα οριστεί εισηγητής για την υπόθεση Λαγού, στη συνέχεια θα απασχοληθεί ειδική επιτροπή και τέλος την απόφαση για την άρση της ασυλίας του θα λάβει η Ολομέλεια.
Και ενώ οι διαδικασίες για τον Ιωάννη Λαγό επισπεύδονται για να εκτελεστεί το συντομότερο η απόφαση εις βάρος του, ο ίδιος μέσω της υπεράσπισής του έκανε γνωστό ότι θα ασκήσει έφεση και θα την κοινοποιήσει στο Ευρωκοινοβούλιο, σε μια προσπάθεια να αποφύγει απόφαση άρσης της ασυλίας του, με στόχο τελικά να μπλοκάρει τις διαδικασίες και να αποφύγει τη φυλακή.
Σημειωτέον εδώ πως η υπεράσπισή του αναπτύσσοντας τα επιχειρήματα της, ως ώφειλε, στο δικαστήριο για να πετύχει αναστολή της εκτέλεσης της ποινής του, διαβεβαίωνε πως αν δεν του δοθεί αναστολή θα σπεύσει ο ίδιος να έρθει στη χώρα μας να την εκτίσει.
Μετά την επιβολή των ποινών και κυρίως την απόφαση να πάνε φυλακή 38 από τους 50 καταδικασθέντες, το ερώτημα που τίθεται είναι πόσα χρόνια θα εκτίσουν, κυρίως η ηγετική πολιτική ομάδα της Χ.Α. που έχει καταδίκες σε 13 χρόνια κάθειρξη, Νίκος Μιχαλολιάκος, Ηλίας Κασιδιάρης και λοιποί, πλην Αρτέμη Ματθαιόπουλου που έχει 10 χρόνια αλλά και οι υπόλοιποι που βρίσκονται στις φυλακές.
Εδώ πρέπει να διευκρινιστεί πως ο νόμος είναι εκείνος που καθορίζει την έκτιση των ποινών και στο θέμα αυτό το δικαστήριο που δίκασε και καταδίκασε, δεν έχει καμία αρμοδιότητα. Στην προκειμένη περίπτωση, μπορεί ο Ποινικός Κώδικας να άλλαξε παραμονές των εκλογών του 2019, ωστόσο για την έκτιση των ποινών εφαρμόζεται ο παλιός γιατί είναι ευνοϊκότερος.
Ετσι, όσοι έχουν καθείρξεις 13 χρόνια (Μιχαλολιάκος και λοιποί) αναμένεται να μείνουν στη φυλακή περί τα έξι χρόνια, ενώ δεν αποκλείεται να βγουν και νωρίτερα, αν ως έγκλειστοι έχουν εργαστεί ή αν αντιμετωπίσουν προβλήματα υγείας και ζητήσουν να βγουν. Οσοι έχουν ποινές έξι ή επτά χρόνια, κυρίως πρώην βουλευτές που καταδικάστηκαν μόνον για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση και όχι ως μέλη του πολιτικού διευθυντηρίου της Χ.Α., όπως Κων. Μπαρμπαρούσης και άλλοι, αυτοί θα μείνουν μέσα περί τα δύο το πολύ τρία χρόνια, με πολλές πιθανότητες να βγουν και νωρίτερα λόγω εργασίας ή άλλων προϋποθέσεων.
Οι ελάχιστοι από τους εγκλείστους που έχουν ποινές πέντε χρόνια θα μείνουν το πολύ ένα χρόνο, ενώ ο Γιώργος Ρουπακιάς καταδικασμένος πλέον για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα σε ισόβια και 14 χρόνια κάθειρξη θα μείνει μέσα από 16 ώς 20 χρόνια.
Πάντως, πέραν των νομοθετικών προβλέψεων που καθορίζουν πόσο θα μείνουν οι καταδικασθέντες για τα εγκλήματα της Χ.Α. στη φυλακή, ο συμβολισμός από το γεγονός ότι μπήκαν φυλακή, σε όλα τα επίπεδα, πολιτικά, κοινωνικά και θεσμικά, είναι τεράστιος. Και αυτό δεν είναι λίγο.
Ιωάννα Μάνδρου – kathimerini.gr