ΚΟΣΜΟΣ

Πώς η Τουρκία του Ερντογάν εξελίχθηκε σε ένα προσωπολατρικό «πολεμικό καθεστώς»

Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, το τουρκικό πολίτευμα είχε ανακηρυχθεί από αρκετούς, η μοναδική πραγματικά «μουσουλμανική δημοκρατία», όμως τώρα, είκοσι και πλέον χρόνια μετά, αυτή η «δημοκρατία» πραγματοποιεί μία ελεύθερη πτώση, τα τελευταία έξι χρόνια. 

Από την άνοιξη του 2013, η χώρα έχει υποστεί διαδοχικά και πολλαπλά επεισόδια αναταραχής:

  • Η ήδη αυξανόμενη ένταση σε ένα κατασκευαστικό έργο, σε ένα από τα λίγα δημόσια πάρκα που έμειναν στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης, εκτυλίχθηκε σε εκτεταμένες πολιτικές αναταραχές (οι διαμαρτυρίες του Πάρκου Gezi, Μάιος-Αύγουστος 2013) σε ολόκληρη τη χώρα.
  • Λίγους μήνες αργότερα, η πολιτική σκηνή έγινε μάρτυρας της έντονης κατάρρευσης της κυρίαρχου ελίτ (η αποτυχημένη έρευνα διαφθοράς (Ergenekon) / οι υψηλού προφίλ συλλήψεις στις 17-25 Δεκεμβρίου 2013).
  • Η περιπετειώδης πολιτική της κυβέρνησης στη Συρία συνέβαλε σημαντικά στη σιγοβράζουσα αστάθεια.
  • Διαμαρτυρίες Κούρδων ενάντια στην απροθυμία της κυβέρνησης να επιτρέψει διεθνή υποστήριξη στην πολιορκημένη, από τους τζιχαντιστές, κουρδική πόλη Κομπάνι, κλιμακώθηκε σε βίαιες πανεθνικές ταραχές τον Οκτώβριο του 2014. Εν τω μεταξύ ένα κύμα θανατηφόρων βομβιστικών επιθέσεων έπληξε πολλές πόλεις.
  • Μια κρίσιμη τροπή ήταν η αναβίωση των ένοπλων συγκρούσεων με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK), τον Ιούλιο του 2015. Οι εχθροπραξίες κλιμακώθηκαν σε αντάρτικο πόλης, καταλήγοντας στην καταστροφή κουρδικών πόλεων (Ιούλιος 2015 – Μάιος 2016).
  • Το πιο τρανταχτό αποτέλεσμα της καθοδικής σπείρας ήταν η αποτυχημένη προσπάθεια πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016, την οποία, φωνές της αντιπολίτευσης, λένε ότι υπάρχει πιθανότητα να έγινε με εντολή Ερντογάν, για να ακολουθήσει το προεδρικό σύστημα και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία κηρύχθηκε η χώρα
  • Η μετάβαση από το κοινοβουλευτικό καθεστώς σε ένα “τουρκικού στυλ” προεδρικό σύστημα, εγκρίθηκε με μικρή διαφορά, σε ένα δημοψήφισμα του Απριλίου 2017 και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξελέγη πρώτος πρόεδρος του νέου συστήματος στις 24 του Ιουνίου του 2018.
  • Ωστόσο, το φιάσκο που επήλθε για τη Λαϊκή Συμμαχία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν και του ακροδεξιού Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος (MHP), του Μπαχτσελί, στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου πέρυσι και η επακόλουθη ταπεινωτική ήττα και στην πρώτη, αλλά και στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση στην Κωνσταντινούπολη, τον Ιούνιο, έθεσε τις αμφιβολίες για το μέλλον του καθεστώτος.
  • Τέλος, στις 9 Οκτωβρίου, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και οι αντιπρόσωποί της, ξεκίνησαν μια στρατιωτική εισβολή στις περιοχές της Συρίας που ελέγχονταν από τις Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (SDF).

Η συγκλονιστική σειρά των πολιτικών επεισοδίων δείχνει σίγουρα μια ακόμη τρέχουσα τεκτονική μετατόπιση στην τουρκική πολιτική. Από την άλλη πλευρά, η οξύτητα καθενός από αυτά τα περιστατικά συχνά θολώνει τη συνολική εικόνα για τον παρατηρητή.

Απαντήσεις στις ερωτήσεις “τι σιγοβράζει στην Τουρκία;” και “ποιες συνέπειες μπορεί να έχει αυτή τεκτονική κίνηση στην εγχώρια πολιτική της χώρας, στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής ή ακόμα και σε παγκόσμια κλίμακα;” συχνά πέφτουν θύματα των εντυπωσιακών και αινιγματικών επιπτώσεων των προαναφερθέντων συμβάντων, καθένα από τα οποία είναι αρκετά δραματικό ώστε να αποσπά την προσοχή του παρατηρητή από τα πρότυπα της αναδιάρθρωσης της δομής της ελίτ και των πολιτικών στόχων της ελίτ.

Το αποτυχημένο πραξικόπημα αποτελεί ορόσημο, ιδιαίτερα όσον αφορά την αυτο-αντίληψη της κυρίαρχης ελίτ και την άποψή της για την πηγή της πολιτικής νομιμοποίησης.

Μετά την αναχαίτιση των πραξικοπηματιών, για το νικηφόρο καθεστώς και ειδικότερα για την ηγεσία του Ερντογάν, η πρωταρχική πηγή νομιμότητας δεν ήταν πλέον η εκλογική κάλπη. Αντίθετα, η καθεστωτική κλίκα άρχισε να δικαιολογεί τη νομιμότητά της αναφορικά με το αίμα των υποστηρικτών τους – “οι πραγματικοί πολίτες” (millet), οι οποίοι βγήκαν στους δρόμους για να νικήσουν τους πραξικοπηματίες (φυσικά οι σκηνές που απλοί πολίτες σταμάτησαν τανκ στις γέφυρες του Βοσπόρου, χρησιμοποιώντας λουλούδια και μπλουζάκια, είναι αυτές που πυροδοτούν τα σχόλια περί προσχεδιασμένης κυβερνητικής φάρσας).

Με άλλα λόγια, η κυρίαρχη ελίτ άρχισε να βλέπει τον εαυτό της ως μια “επαναστατική πρωτοποριακή” ομάδα που έχει το δικαίωμα να ασκεί ανεξέλεγκτη εξουσία για την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, της κοινωνίας και των πολιτιστικών κανόνων.

Αυτή η επιθυμία αντικατοπτρίζεται στις προσπάθειές της να διαλύσει τους κρατικούς θεσμούς, να καταργήσει τις επίσημες διαδικασίες, να ρευστοποιήσει τα γραφειοκρατικά στελέχη και να σβήσει τα δημόσια σύμβολα που συμπληρώνουν το ιδανικό καθεστώς της eski Türkiye (παλαιά Τουρκία), όπως το οραματίστηκε ο Ερντογάν.

Γενικότερα, αυτό που ξεχωρίζει την τουρκική πολιτική σκηνή από τις προηγούμενες περιόδους αυταρχισμού είναι η μοναδική σύγκλιση τριών πολιτικών παραγόντων:

  • Μια ηγετική ελίτ, η οποία αντιλαμβάνεται και παρουσιάζει τον εαυτό της ως επαναστατική και είναι προσωπολατρική.
  • Εσωτερικές μάχες εντός του κράτους.
  • Μια πολιτική ψυχολογία που χαρακτηρίζεται από παράνοια.

Αυτή η σύγκλιση είχε σημαντικές συνέπειες για την τουρκική πολιτική και κοινωνία. Ένα βασικό αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μίας “βασιλείας φόβου”, η οποία, παραδόξως σε αντίθεση με τους “συνήθεις υπόπτους” που έθεταν στο στόχαστρο, μέσω συμβατικά κρατικής τρομοκρατίας τα λεγόμενα “3 K” – Kürt, Kızılbaş και Komünist (Κούρδους, Αλεβίτες και κομμουνιστές) – δεν άφησε καμία ομάδα εκτός, ιδίως εκείνων που βρίσκονται στα υψηλότερα κλιμάκια της στρατιωτικής και πολιτικής γραφειοκρατίας.

Η φιλοδοξία του Ερντογάν για εξουσία δημιούργησε ένα αυταρχικό καθεστώς που είναι προοδευτικά δυναμικό, αλλά που χάνει ικανότητα όλο και περισσότερο.

Όμως, παρά τον αυτοπροσδιορισμό του καθεστώτος ως επαναστατικοί ιδρυτές μιας νέας Τουρκίας, στερείται μακροπρόθεσμου προγράμματος, συνεκτικής ιδεολογικής πυξίδας και ανθρώπινου κεφαλαίου. Αντ’ αυτού, η κυρίαρχη ελίτ ανταποκρίθηκε σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης με απερίσκεπτη μεγιστοποίηση, για να ξεπεράσει κάθε κρίση υποκινώντας μια ακόμη πιο σοβαρή κρίση.

Με άλλα λόγια, από το πραξικόπημα και ύστερα, η ελίτ του καθεστώτος παρουσίαζε μια εξομοίωση της “επαναστατικής ηγεσίας”· έτεκε καταστροφή χωρίς να οικοδομήσει τα θεσμικά όργανα ενός νέου συστήματος.

Ως αποτέλεσμα, ο “ερντογανιστικός αυταρχισμός” κατέστρεψε αποτελεσματικά την επισφαλή παλαιά Τουρκία, χωρίς να δημιουργήσει μια σταθερή, νέα κοινωνική, πολιτική ή πολιτιστική τάξη. Παραμένει μια καταστροφική δύναμη, απορροφώντας την ενέργειά της από την καταστροφή του παλαιού καθεστώτος.

Εάν οι προεδρικές εκλογές της 24ης Ιουνίου 2018 που προίκισαν τον Ερντογάν με σχεδόν ανεξέλεγκτες δυνάμεις, εξάντλησαν τα όποια περιθώρια είχαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης ώστε να αποκαταστήσουν το σύστημα με συνταγματικά προβλεπόμενα μέσα, η ταπεινωτική ήττα του καθεστώτος στις εκλογές της Κωνσταντινούπολης, σηματοδότησε τα εσωτερικά όρια του αυταρχισμού του Ερντογάν.

Ο Ερντογάν έδειξε ήδη σαφή σημάδια απώλειας ελέγχου του κυβερνώντος μπλοκ, όπως υποδεικνύεται από τα αδύναμα μηνύματά του και την εξάπλωση της δυσαρέσκειας στις τάξεις του ΑΚΡ μετά την συγκλονιστική ήττα στις τοπικές εκλογές της Κωνσταντινούπολης στις 31 Μαρτίου.

Ωστόσο, η σκανδαλωδώς κοντόφθαλμη απόφαση για επανάληψη των εκλογών στην Κωνσταντινούπολη και η επακόλουθη ταπείνωση από τις κάλπες όχι μόνο αποκάλυψαν την ευπάθεια του καθεστωτικού μπλοκ του Ερντογάν, αλλά κατέδειξαν επίσης ότι η προσωπολατρεία προς τον Ερντογάν εξασθενεί όλο και περισσότερο.

Η εισβολή στη Συρία, στις 9 Οκτωβρίου του 2019 είναι μια ακόμη αιχμή και μια μεγάλη αλλαγή πλοκής στο τρέχον πολιτικό δράμα της Τουρκίας.

Το σημείο που τίθεται εδώ δεν είναι ότι η στρατιωτική εισβολή σε ελεγχόμενες από Κούρδους περιοχές της Συρίας είναι απλώς ένας οργανικός ελιγμός από το καθεστώς του Ερντογάν, απλώς για να προσκολληθεί στην εξουσία. Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως απόρροια απλώς την αντικουρδικής νοοτροπίας του καθεστώτος. Πιθανώς επισημαίνεται η ανορθόδοξη και διευρυνόμενη διχοτόμηση μεταξύ των τρωτών σημείων του καθεστώτος και της αυτοκρατορικής, μεγαλοπρέπειας αυτο-απεικόνισης των ελίτ, που τροφοδοτεί αμυντική, μαξιμαλιστική και χωρίς τακτ δράση σχεδόν παγκοσμίως.

Από τις 9 Οκτωβρίου, η Τουρκία έχει υιοθετήσει ένα ενεργό καθεστώς πολέμου, το οποίο έχει καταστήσει τα σύνορα απαρχαιωμένα. Στη συνέχεια, η εσωτερική πολιτική μοίρα της Τουρκίας θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη δυναμική πέραν των συνόρων και ο κόσμος, οι επικριτές, οι οπαδοί και οι υποστηρικτές του σημερινού καθεστώτος, θα έχουν ένα ολοένα αυξανόμενο τουρκικό πρόβλημα που θα χρίζει και μετέπειτα θα επιζητά εναγωνίως αντιμετώπιση.

Πέτρος Κράνιας-capital.gr