Πώς ο ηλικιακός ρατσισμός επηρεάζει την υγεία μας
Είναι αλήθεια ότι οι άνθρωποι που έχουν θετικά συναισθήματα για το γήρας ζουν ακόμα και επτάμισι χρόνια περισσότερο;
Κάθε φθινόπωρο, η Μπέκα Λέβι ζητάει από τους μαθητές της στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Γέιλ να φανταστούν ένα ηλικιωμένο άτομο και να μοιραστούν τις πρώτες πέντε λέξεις που τους έρχονται στο μυαλό. «Μη σκέφτεστε πάρα πολύ», τους λέει. Γράφει τις απαντήσεις τους στον πίνακα. Αυτές περιλαμβάνουν λέξεις θαυμασμού όπως «σοφία» και «δημιουργικότητα», αλλά και λέξεις που προσδιορίζουν τον ρόλο που πιθανόν μπορεί να έχουν σε μια οικογένεια, όπως «γιαγιά». Η λέξη «γηρατειά», όμως, εμφανίζεται αρκετά συχνά, δήλωσε πρόσφατα η Λέβι, καθώς και λέξεις που υποδηλώνουν σωματική αδυναμία και παρακμή, όπως «σκυφτός», «άρρωστος», «εξασθενημένος».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Σε ποια ηλικία θεωρείστε μεσήλικας; Τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά…
Ο δρ Ρόμπερτ Ν. Μπάτλερ, ψυχίατρος, ειδικός σε θέματα τρίτης ηλικίας και ιδρυτικό μέλος του Εθνικού Ινστιτούτου Γήρατος, πριν από μισό αιώνα εισήγαγε τον όρο «ageism» (ηλικιακός ρατσισμός). Αντίστοιχα με τις έννοιες «σεξισμός» και «ρατσισμός», είναι ένας όρος που περιγράφει τις διακρίσεις και τα στερεότυπα εις βάρος των ηλικιωμένων. Ανάμεσα στις φωτογραφίες στο μικρό γραφείο της Λέβι στο Γέιλ, θα δει κανείς μια αγαπημένη της φωτογραφία με την ίδια και τον Μπάτλερ, ο οποίος απεβίωσε το 2010. Πολλοί υποστηρίζουν πως είναι η διάδοχός του. Ψυχολόγος αλλά και ερευνήτρια στον τομέα της δημόσιας υγείας, η Λέβι έχει αποδείξει –σε περισσότερα από 140 δημοσιευμένα ερευνητικά άρθρα, αλλά και στο νέο της βιβλίο Breaking the Age Code– ότι ο ηλικιακός ρατσισμός καταλήγει σε κάτι περισσότερο από πληγωμένα συναισθήματα ή ακόμα και διακρίσεις. Επηρεάζει τη σωματική μας υγεία, τις γνωσιακές μας λειτουργίες και την ευεξία μας με μετρήσιμους τρόπους – μπορεί ακόμα και να αφαιρέσει χρόνια από τη ζωή μας.
Στερεότυπα για το γήρας
«Όπως έχει γίνει αντιληπτό τα τελευταία χρόνια ότι οι δομές του συστήματος είναι προκατειλημμένες απέναντι σε γυναίκες και έγχρωμους ανθρώπους, προκαλώντας τους προβλήματα υγείας, έτσι και η Λέβι έχει αποδείξει πως οι προκαταλήψεις απέναντι στο γήρας επιβαρύνουν αρνητικά τους ηλικιωμένους», λέει η δρ Λουίζ Άρονσον, γηρίατρος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (Σαν Φρανσίσκο) και συγγραφέας του μπεστ σέλερ Elderhood.
Ένα άλλο ενδιαφέρον αναμνηστικό στο γραφείο της Λέβι είναι μια κάρτα κολλημένη στον πίνακα ανακοινώσεων που γράφει: «Ρωτήστε με για το 7½». Το σουβενίρ αυτό προήλθε από μια καμπάνια κατά του ηλικιακού ρατσισμού που πραγματοποιήθηκε στο Ουισκόνσιν και αποτελεί αναφορά σε μια έρευνά της του 2002 για τη μακροζωία, στο πλαίσιο της οποίας, για δύο δεκαετίες, παρακολούθησε την πορεία εκατοντάδων ανθρώπων άνω των 50 σε μια μικρή πόλη του Οχάιο. Η έρευνα έδειξε πως οι άνθρωποι που είχαν τα πιο θετικά συναισθήματα για το γήρας ζούσαν 7½ χρόνια περισσότερο από αυτούς που είχαν αρνητικά συναισθήματα. «Το αναφέρω σε κάθε ομιλία που δίνω, γιατί είναι σοκαριστικό», λέει η Τρέισι Γκέντρον, η οποία είναι πρόεδρος του Τμήματος Γεροντολογίας στο Πανεπιστήμιο Virginia Commonwealth και αναφέρει εκτενώς το έργο της Λέβι στο νέο της βιβλίο, Ageism Unmasked. «Είναι πραγματικά πρωτοπόρος».
H Λέβι και η ομάδα της υπολογίζουν το πώς αισθάνεται κάποιος για το γήρας με διάφορους τρόπους. Χρησιμοποιούν ερωτηματολόγια ή την ίδια άσκηση με τις πέντε λέξεις που δίνει στους μαθητές της. Εξετάζουν ασυνείδητες προκαταλήψεις χρησιμοποιώντας προγράμματα υπολογιστών που προβάλλουν αρνητικές ή θετικές λέξεις σχετικές με το γήρας, με τέτοιο ρυθμό που οι συμμετέχοντες τις απορροφούν ακούσια. Έχουν χρησιμοποιήσει μικρά πειραματικά δείγματα μερικών δεκάδων ατόμων και επιπλέον έχουν καταγράψει το ιατρικό ιστορικό χιλιάδων ανθρώπων μέσα από μεγάλες εθνικές έρευνες. Χάρη σε αυτές τις προσπάθειές τους, γνωρίζουμε ότι, πέρα από τις μειωμένες πιθανότητες μακροζωίας, ο ηλικιακός ρατσισμός συνδέεται με:
Καρδιαγγειακά επεισόδια, όπως καρδιακή ανεπάρκεια, εγκεφαλικά επεισόδια και καρδιακές προσβολές. Αντλώντας πληροφορίες από τα αρχεία υγείας περίπου 400 ασθενών κάτω των 50 στη Διαχρονική Μελέτη Γήρανσης της Βαλτιμόρης, «έχουμε καταφέρει να ακολουθήσουμε την πορεία αυτών των ανθρώπων για σαράντα χρόνια», λέει η Λέβι. «Κινδυνεύουν δύο φορές περισσότερο αν, όταν ήταν νεότεροι, είχαν εκτεθεί σε αρνητικά στερεότυπα γύρω από το γήρας». Επιπλέον, σε αυτούς τους ανθρώπους τα καρδιαγγειακά επεισόδια εμφανίστηκαν σε νεότερες ηλικίες.
Σωματική λειτουργία. Ανάμεσα σε 100 ηλικιωμένους ανθρώπους (με μέση ηλικία τα 81), αυτοί που εξετίθεντο σε θετικά πρότυπα γήρατος εβδομαδιαίως για έναν μήνα είχαν καλύτερα αποτελέσματα σε τεστ βάδισης, δύναμης και ισορροπίας από τις ομάδες ελέγχου. Μάλιστα, αυτοί βελτιώθηκαν περισσότερο σε σχέση με μια πειραματική ομάδα παρόμοιας ηλικίας που ασκήθηκε για έξι μήνες. Μια έρευνα με κατοίκους του Νιου Χέιβεν άνω των 70 έδειξε ότι όσοι είχαν θετικές αντιλήψεις για το γήρας είχαν επίσης περισσότερες πιθανότητες να ανακάμψουν πλήρως από σοβαρή αναπηρία σε σχέση με όσους είχαν αρνητικές αντιλήψεις.
Νόσος Αλτσχάιμερ. Μερικοί συμμετέχοντες στην έρευνα της Βαλτιμόρης υποβλήθηκαν σε τακτικές τομογραφίες εγκεφάλου, ενώ ορισμένοι δώρισαν τον εγκέφαλό τους για αυτοψία μετά τον θάνατό τους. Όσοι είχαν περισσότερες αρνητικές πεποιθήσεις για το γήρας όταν ήταν σε μικρότερη ηλικία, παρουσίασαν εντονότερη μείωση του όγκου του ιππόκαμπου –της περιοχής του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη μνήμη–, ενώ μέσα από τις αυτοψίες που έγιναν μετά τον θάνατό τους υπήρξαν ευρήματα που αποτελούν βιοδείκτες της νόσου Αλτσχάιμερ.
Μια άλλη έρευνα άντλησε πληροφορίες από την εθνική Έρευνα Υγείας και Συνταξιοδότησης, η οποία περιείχε μια ερώτηση για το αν οι συμμετέχοντες φέρουν το γονίδιο APOE4, το οποίο αυξάνει τις πιθανότητες να νοσήσει κάποιος από Αλτσχάιμερ. Αυτοί που έφεραν το γονίδιο, αλλά είχαν και θετικές ηλικιακές πεποιθήσεις «είχαν τόσο χαμηλό κίνδυνο, όσο και οι άνθρωποι χωρίς το γονίδιο», είπε η Λέβι.
Επίσης, ηλικιωμένοι άνθρωποι με θετικές αντιλήψεις για το γήρας έχουν καλύτερες επιδόσεις στα τεστ ακοής και μνήμης. Έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν ψυχιατρικές διαταραχές, όπως άγχος, κατάθλιψη, διαταραχές μετατραυματικού στρες, καθώς και αυτοκτονικές σκέψεις. Για την ακρίβεια, η Λέβι και οι συνεργάτες της εκτιμούν πως ο ηλικιακός ρατσισμός, τα αρνητικά στερεότυπα και οι αρνητικές προσωπικές αντιλήψεις όσον αφορά το γήρας οδηγούν σε ετήσιες οικονομικές δαπάνες που ανέρχονται στα 63 δισεκατομμύρια δολάρια, για κοινές παθήσεις υγείας όπως οι καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις, ο διαβήτης και οι τραυματισμοί.
Επανάσταση ενάντια στα ηλικιακά δεσμά
Υιοθετούμε αυτά τα στερεότυπα από νεαρή ηλικία, μέσα από τις υποτιμητικές απεικονίσεις των μέσων ενημέρωσης και τα παραμύθια για κακές γριές μάγισσες. Αλλά και οι θεσμοί –εργοδότες, οργανισμοί υγειονομικής περίθαλψης, στεγαστικές πολιτικές– εκφράζουν μια παρόμοια προκατάληψη, επιβάλλοντας αυτό που ονομάζεται «δομικός (συστημικός) ηλικιακός ρατσισμός», είπε η Λέβι. Η αντιστροφή αυτού του φαινομένου θα απαιτήσει σαρωτικές αλλαγές, ένα «απελευθερωτικό κίνημα πέρα από ηλικιακά δεσμά», πρόσθεσε. Έχει βρει όμως τρόπους να παραμένει αισιόδοξη: οι ζημιογόνες πεποιθήσεις για την ηλικία μπορούν να αλλάξουν. Χρησιμοποιώντας τις ίδιες ασυνείδητες τεχνικές που μετρούν τις στερεοτυπικές πεποιθήσεις, η ομάδα της έχει καταφέρει να ενισχύσει την αίσθηση αυτοπεποίθησης και αξίας σε ηλικιωμένους ανθρώπους.
Επιστήμονες σε πολλές άλλες χώρες έχουν καταφέρει να αναπαραγάγουν τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας. «Δεν μπορείτε να δημιουργήσετε πεποιθήσεις, αλλά μπορείτε να τις ενεργοποιήσετε», δήλωσε η Λέβι, εκθέτοντας τους ανθρώπους σε λέξεις όπως «δραστήριος» και «γεμάτος ζωή», αντί για «γκρινιάρης» ή «ανήμπορος», για να περιγράψουν τους ηλικιωμένους.
Θα μπορούσε μια κοινωνία να αναλάβει μια τέτοια αποστολή; Πόσο καιρό θα μπορούσαν να διαρκέσουν τα οφέλη τέτοιων παρεμβάσεων; Θα χρειάζονταν οι άνθρωποι τακτικές ενισχύσεις έτσι ώστε να μπορέσουν να συνδέσουν τη γήρανση με την εμπειρία και τις δυνατότητες, αντί με αμήχανα αστεία; Η έρευνα από τη Λέβι και άλλους μελετητές συνεχίζεται. «Παρόλο που ακόμα και τα νήπια έχουν ήδη αρνητικά στερεότυπα για την ηλικία, αυτά δεν είναι παγιωμένα», δήλωσε. «Είναι εύπλαστα. Μπορούμε να τα αλλάξουμε».
Από την Paula Span c.2022 The New York Times Company / Απόδοση: Σίμος Καβαλιεράτος-kathimerini.gr