Πρώτα ανησυχητικά μηνύματα για τον τουρισμό
Ο συνολικός αριθμός των διακινηθέντων επιβατών το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου του 2018 έφθασε τα 63.728.596, παρουσιάζοντας αύξηση 10,1% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2017 όπου είχαν διακινηθεί 57.864.593 επιβάτες. Εξ αυτών, περί τα 33 εκατομμύρια είναι ξένοι εισερχόμενοι επισκέπτες σύμφωνα με εκτιμήσεις του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.
Παρά το γεγονός πως η εισερχόμενη επιβατική κίνηση τον Ιανουάριο στα αεροδρόμια της χώρας συνέχισε να ανεβαίνει με ρυθμούς της τάξεως του 10%, οι πρώτες ενδείξεις για το σύνολο της φετινής χρονιάς παραπέμπουν σε στασιμότητα ή και μείωση των αφίξεων. Εξέλιξη που έρχεται να στηρίξει τις εκτιμήσεις κορυφαίων παραγόντων του ελληνικού τουρισμού που πιστεύουν πως το 2019 θα είναι στην καλύτερη περίπτωση χρονιά σταθεροποίησης αν όχι ήπιας ύφεσης για τον τουρισμό. Και αυτό όχι μόνον διότι η ζήτηση φαίνεται να κάμπτεται, αλλά και γιατί η προσφορά δωματίων είτε σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα είτε σε βραχυχρόνιες μισθώσεις αυξάνεται δυσανάλογα. Κάτι που μεταφράζεται δυνητικά σε πίεση στις τιμές και ως εκ τούτου και στη λειτουργική κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Αν και ασφαλώς είναι νωρίς για να εξαχθούν συμπεράσματα για το 2019, τα προσωρινά στοιχεία για τον προγραμματισμό των θέσεων των αεροπορικών εταιρειών προς τα ελληνικά αεροδρόμια εμφανίζουν αρνητικό πρόσημο σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2018, οπότε και ήταν θετικά σε σχέση με το 2017. Δηλαδή οι εταιρείες που έρχονται Ελλάδα περιμένουν και προσαρμόζονται αναλόγως για να φέρουν λιγότερο κόσμο φέτος από ό,τι πέρυσι. Μάλιστα, πηγές που παρακολουθούν διαχρονικά τη σειρά αυτών των μεγεθών, σημειώνουν στην «Κ» πως είναι η πρώτη φορά εδώ και αρκετά χρόνια που ο προγραμματισμός των θέσεων των αεροπορικών βαίνει μειούμενος και όχι αυξανόμενος.
«Αυτό είναι υπό μία έννοια αναμενόμενο μετά τα ρεκόρ αφίξεων που σημειώθηκαν πέρυσι αλλά και εξαιτίας της επιδείνωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης στις βασικές αγοράς από όπου αντλεί τουρισμό η χώρα, όπως η Γερμανία και η Βρετανία», εξηγεί στην «Κ» πηγή με πρόσβαση στα στοιχεία του προγραμματισμού θέσεων. Οι ίδιες πληροφορίες αποδίδουν την άνοδο που σημειώθηκε κατά τον Ιανουάριο στην ανεξάρτητη δυναμική που έχει αποκτήσει η Αθήνα ως αυτοτελής προορισμός city break, στην κανονική λειτουργία του αεροδρομίου της Θεσσαλονίκης –στο οποίο πέρυσι την ίδια περίοδο πραγματοποιούνταν έργα και η κίνηση είχε περιοριστεί– αλλά και στο γενικότερο momentum των τελευταίων ετών στον ελληνικό τουρισμό. Ετσι, στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια τον Ιανουάριο η συνολική επιβατική κίνηση, εγχώρια και διεθνής, αυξήθηκε περίπου κατά 11,5%, ενώ στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών κατά 8,5%. Ανοδικά κινούνται οι αφίξεις και τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου σύμφωνα με αρμόδιες πηγές στις οποίες απευθύνθηκε η «Κ». Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως η χώρα μπορεί να κάνει νέα ρεκόρ φέτος. Υπενθυμίζεται πως ο συνολικός αριθμός των διακινηθέντων επιβατών το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου του 2018 έφθασε τα 63.728.596, παρουσιάζοντας αύξηση 10,1% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2017 όπου είχαν διακινηθεί 57.864.593 επιβάτες. Εξ αυτών, περί τα 33 εκατομμύρια είναι ξένοι εισερχόμενοι επισκέπτες σύμφωνα με εκτιμήσεις του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.
Ασφαλώς σε ένα κλάδο όπως ο τουρισμός, που εξαρτάται από δεκάδες αν όχι εκατοντάδες παραμέτρους των διεθνών αγορών, εκεί από όπου έρχονται οι τουρίστες στη χώρα μας, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει από τώρα το πώς τελικά θα κινηθεί η χρονιά. Από την άλλη δεν μπορεί να αμφισβητηθεί πως στον ορίζοντα του 2019 έχουν φανεί τα πρώτα μαύρα σύννεφα.
Στα μέσα Δεκεμβρίου ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος, έκανε λόγο για «ισορροπημένη ή και ήπια καθοδική» τουριστική κίνηση και έσοδα το 2019, προειδοποιώντας πως η ανάκαμψη της Τουρκίας και το Brexit δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστους τους ελληνικούς προορισμούς. Αν και ξεκαθάρισε πως υφίσταται μια ισχυρή μακροπρόθεσμη στήριξη για τον ελληνικό τουρισμό, υπογράμμισε πως «δεν είναι όμως αλώβητος στους κύκλους της διεθνούς οικονομίας». Κατά τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ, ο ελληνικός τουρισμός ολοκλήρωσε το έκτο συνεχόμενο ανοδικό έτος και «η εμπειρία έχει δείξει πως κάθε έξι ή επτά χρόνια η δυναμική εξαντλείται». Επισήμανε επίσης ότι «υπάρχει μία σειρά αστάθμητων παραγόντων και προβλημάτων που θα παίξουν ρόλο στην τελική διαμόρφωση των βασικών τουριστικών μεγεθών».
Λίγες εβδομάδες νωρίτερα ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου SANI/IKOS, Ανδρέας Ανδρεάδης, και επί πολλά έτη πρόεδρος του ΣΕΤΕ, μιλώντας στην «Κ» είχε εκτιμήσει πως «μετά μια αδιάλειπτη περίοδο ανάπτυξης, κατά την οποία αφίξεις κυρίως αλλά και έσοδα ανήλθαν σε ιστορικά επίπεδα ρεκόρ, είναι λογικό να υπάρξει μια περίοδος σταθεροποίησης».
Και προσέθετε πως «η επόμενη διετία θα είναι μια τέτοια περίοδος, κατά την εκτίμησή μου, και εξαιτίας εξωτερικών παραμέτρων όπως η ανάκαμψη ανταγωνιστικών αγορών στην περιφέρεια (Τουρκία, Αίγυπτος, Τυνησία), που θα μπορούσαν ενδεχομένως να μας επηρεάσουν αρνητικά αλλά και λόγω της διεθνούς επιβράδυνσης των οικονομιών και επιμέρους παραγόντων όπως ένα πιθανό σκληρό Brexit».
ΗΛΙΑΣ ΜΠΕΛΛΟΣ – ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ