ΕΛΛΑΔΑ

Πού πάνε τα δάνεια των τραπεζών;

ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΕΝ ΜΕΣΩ ΥΦΕΣΗΣ

Στάση αναμονής κρατούν οι επιχειρήσεις ενόψει μιας δύσκολης νέας χρονιάς που θα κρίνει την προοπτική επανάκαμψης της οικονομίας. Τα εκτεταμένα προγράμματα στήριξης που έχει εφαρμόσει η κυβέρνηση σε συνδυασμό με τα νέα δάνεια που δίνουν οι τράπεζες, έχουν ενισχύσει σημαντικά τη ρευστότητα των επιχειρήσεων. Μέρος όμως αυτής καταλήγει πάλι στις τράπεζες με τη μορφή καταθέσεων, καθώς το παρατεταμένο lockdown στην οικονομία μεταθέτει τις ταμειακές ανάγκες και φυσικά ακυρώνει κάθε επενδυτική πρωτοβουλία.

Φουσκώνουν οι καταθέσεις 

Ενδεικτικό της αυξημένης ρευστότητας που υπάρχει στην αγορά είναι το γεγονός ότι, οι καταθέσεις που διατηρούν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά αυξήθηκαν από την αρχή του έτους κατά 17,6 δισ. ευρώ και το σύνολο των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες ανήλθε στα τέλη Νοεμβρίου στα 158,7 δισ. ευρώ. Από αυτά τα 35,7 δισ. ευρώ είναι οι καταθέσεις των επιχειρήσεων, οι οποίες ενισχύθηκαν κατά 10,1 δισ. ευρώ – από τα 21,7 δισ. ευρώ – από τον περασμένο Ιανουάριο. Αντίστοιχα οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών ενισχύθηκαν κατά 7,2 δισ. ευρώ και από 115,9 δισ. ευρώ στις αρχές του 2020 ανήλθαν σε 123 δισ. ευρώ περίπου στα τέλη Σεπτεμβρίου.

Η αύξηση των καταθέσεων εν μέσω ύφεσης δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο. Σύμφωνα με ανάλυση του ολλανδικού ομίλου ING η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, έχει δημιουργήσει μια νέα πηγή  χρήματος. Το 40% των εισροών καταθέσεων στις ευρωπαϊκές τράπεζες την περίοδο 2015 – 2019, οφείλεται στις αγορές κρατικών ομολόγων από το ευρωσύστημα. Το κανάλι αυτό έχει γίνει ακόμη πιο σημαντικό από τον περασμένο Μάρτιο καθώς οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης δανείζονται εκτεταμένα μέσω της έκδοσης ομολόγων, τα οποία αγοράζονται στη συνέχεια από τη δευτερογενή αγορά από το ευρωσύστημα. Με τον τρόπο αυτό οι κυβερνήσεις μεταβιβάζουν ουσιαστικά τον πλούτο που δημιουργείται απευθείας στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και σύμφωνα με τον ολλανδικό όμιλο το 53% των 995 δισ. ευρώ των νέων καταθέσεων που έχουν εισρεύσει από τον περασμένο Μάρτιο, οφείλεται στις αγορές ομολόγων από το ευρωσύστημα.

Το φαινόμενο αυτό, δηλαδή της δημιουργίας καταθέσεων που δεν αντιστοιχίζονται σε νέα δάνεια, δεν λειτουργεί προς όφελος του τραπεζικού συστήματος, καθώς στο τέλος της ημέρας υποχρεώνεται να επανατοποθετήσει τα χρήματα που δεν γίνονται δάνεια πίσω, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με χαμηλά επιτόκια, που κατατρώγουν τα επιτοκιακά περιθώρια.

Οι ελληνικές τράπεζες δεν αποτελούν εξαίρεση, αφού σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία τα ρευστά διαθέσιμα που είχαν στο τέλος 9μήνου στο ευρωσύστημα αυξήθηκαν κατά 11,9 δισ. ευρώ και από τα 13,6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019, ανήλθαν στα 25,4 δισ. ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2020. Πρόκειται για χρήματα που ενώ αντλήθηκαν από τα προγράμματα μακροπρόθεσμες πράξεις αναχρηματοδότησης – TLTRO III – προκειμένου να μετατραπούν σε δάνεια, επανατοποθετούνται στο τέλος της ημέρας στην ΕΚΤ με αρνητικά επιτόκια, ελλείψει επαρκούς ζήτησης που θα τα απορροφήσει.

Δάνεια 20 δισ. ευρώ, αλλά καθαρή ροή χρηματοδότησης 5,3 δισ. 

Τα δάνεια που χορήγησαν οι ελληνικές τράπεζες από τις αρχές του χρόνου ανέρχονται σε 20 δισ. ευρώ, μέγεθος που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ δεκαετίας. Σύμφωνα ωστόσο με τα στοιχεία της ΤτΕ η καθαρή ροή χρηματοδότησης, ανήλθε στα τέλη Νοεμβρίου στα 5,3 δισ. ευρώ, ενώ για το σύνολο του έτους υπολογίζεται στα 6 δισ. ευρώ, καθώς οι αυξημένες χορηγήσεις αντισταθμίζονται και από αποπληρωμές δανείων.

Πρόσθετο μαξιλάρι ρευστότητας έχουν δημιουργήσει την ίδια περίοδο τα μορατόρια δανείων. Από τις αρχές του 2020 οι τράπεζες ανέστειλαν την αποπληρωμή δανείων συνολικής αξίας 30 δισ. ευρώ, από τα οποία τα μισά περίπου είναι αναστολές επιχειρηματικών δανείων, που επιβαρύνονται για όλη αυτή την περίοδο με την καταβολή μόνο τόκων.

Έτσι τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης και οι αυξημένες πιστώσεις έχουν δημιουργήσει ένα σημαντικό «μαξιλάρι», που θα υποστηρίξει τις πρώτες ανάγκες για κεφάλαια κίνησης και αναμένεται να αναλωθεί μετά την άρση του lockdown. Οι προϋπολογισμοί των τραπεζών για το 2021 προβλέπουν χρηματοδοτήσεις έως και 18 δισ. ευρώ, αλλά σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις η οικονομία οι καθαρές νέες πιστώσεις μετά τις αποπληρωμές δανείων εκτιμάται ότι δεν θα ξεπεράσουν τα 4-5 δισ. ευρώ.

Ο ρόλος του Ταμείου Ανάκαμψης

«Κλειδί» για μια πιο δυναμική αύξηση των δανείων τη νέα χρονιά θα αποτελέσει η ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης μέσω του οποίου θα δοθούν συνολικά δάνεια ύψους έως και 30 δισ. ευρώ μέχρι και το 2026, με πρώτο έτος εκκίνησης το 2021.

Η ζήτηση για τη νέα χρονιά θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της πανδημίας και τις προοπτικές ανάκαμψης κρίσιμων κλάδων όπως ο τουρισμός και οι μεταφορές, ενώ ουσιαστικό ρόλο θα παίξει η ετοιμότητα του δημόσιου τομέα να προχωρήσει στις προγραμματισμένες ιδιωτικοποιήσεις (Εγνατία, ΔΕΔΔΗΕ, αεροδρόμιο) και στην προώθηση των μεγάλων έργων, όπως η απολιγνιτοποίηση, η διαχείριση αποβλήτων κ.ά. Αντίστοιχα στρατηγικής σημασίας έργα (driven event) για την εξέλιξη των χρηματοδοτήσεων θεωρούνται επενδύσεις όπως η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, ο εκσυγχρονισμός του δικτύου των εταιρειών διανομής αερίου, οι επενδύσεις του ΔΕΣΦΑ και φυσικά το Ελληνικό, τα οποία μπορούν να «σηκώσουν» σημαντικά επενδυτικά κεφάλαια.

ΕΥΓΕΝΙΑ ΤΖΩΡΤΖΗ – moneyreview.gr