Είδαμε πως το Μακεδονικό έβγαλε τη Χρυσή Αυγή στους δρόμους και παρακολουθήσαμε και τη ρητορική της κατά τη συζήτηση της Συμφωνίας των Πρεσπών στη Βουλή.
Το ερώτημα που προκύπτει την επόμενη μέρα, είναι αν και πως θα κεφαλαιοποιήσει πολιτικά το θέμα στις επόμενες εκλογές.

Από τις δημοσκοπήσεις, διαβάζοντας τες έχοντας υπόψιν την εκλογική πορεία της τα τελευταία χρόνια, προκύπτει ότι η ΧΑ έχει «μπετονάρει» ένα μεγάλο μέρος του ποσοστού της και, πέρα από αυτό, διεκδικεί ποσοστό από μια μερίδα ψηφοφόρων που είναι ριζοσπαστικοποιημένοι χωρίς ιδεολογικά στεγανά. Σε όσους αισθάνονται άβολα ή δεν θέλουν να παραδεχτούν την αλήθεια αυτή ας πούμε απλώς πως το φαινόμενο αυτό, των ψηφοφόρων που μεταπηδούν με ευκολία από το ένα ριζοσπαστικό άκρο του φάσματος στο άλλο δεν είναι πρωτοτυπία δικιά μας, παρατηρείται πανευρωπαικά.

Ας το δούμε πέρα από τα όρια της τρέχουσας ελληνικής επικαιρότητας. Ζούμε μια ιστορική αλλαγή, οι οικονομίες φιλελεύθερων δημοκρατιών αντιμετωπίζουν απανωτές κρίσεις και οι ρυθμοί ανάπτυξης πέφτουν. Οι αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις, από την άλλη, είναι χώρες με μη φιλελεύθερα-δημοκρατικά μοντέλα διακυβέρνησης, με ό,τι αυτό συμβαίνει για τις κοινωνίες τους.

Την ίδια ώρα που πέφτει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών των φιλελεύθερων δημοκρατιών της Δύσης και αυξάνεται η ανασφάλεια για το μέλλον τους, την ώρα δηλαδή που είναι ήδη σε μια κρίση, τα κράτη αυτά καλούνται να διαχειριστούν και τα μεγάλα κύματα μετανάστευσης των τελευταίων ετών.

 Η λιγότερη δημοκρατία

Το αποτέλεσμα αυτών των σημαντικών, των ριζικών, γεγονότων που ζούμε, καθρεφτίζεται μοναδικά στην ολοένα και αυξανόμενη εξοικείωση μεγάλων αριθμών πολιτών της Ευρώπης με την ιδέα πως ίσως και να χρειάζεται λιγότερη δημοκρατία, λιγότερη ελευθερία, λιγότερα δικαιώματα, λιγότερο ανοιχτές κοινωνίες, λιγότερα από όλα αυτά με τα οποία συνδύαζε ο καθένας μας το δυτικό και ευρωπαικό κεκτημένο. Το πώς εκφράζεται η τάση αυτή ανά χώρα κι ένα πολιτικό περιβάλλον αλλάζει αλλά η βάση του είναι αυτή.

Στην Ελλάδα η Χρυσή Αυγή στόχευσε σε ένα κοινό χαμηλότερης πολιτικοποίησης που, καλώς ή κακώς, ένιωθε ότι βάλλεται, και του απευθύνθηκε με διάφορα στερεότυπα που έχουν καλλιεργηθεί σε βάθος χρόνου. Δεν του συστήθηκαν ως οι νεοναζί που είναι αλλά με πολύ πιο οικεία σύμβολα και γλώσσα, υποβοηθούμενοι από την ακραία πολιτική γλώσσα, την απάθεια σε φαινόμενα βίας, το ξέπλυμα που τους έκαναν ΜΜΕ κι ένα μέρος του συντηρητικού, κυρίως, κόσμου.

 Το λάθος του πολιτικού συστήματος

Ο πολιτικός κόσμος κάνει απανωτά λάθη με τη ΧΑ, από την πρώτη περίοδο που άρχισε να αυξάνει την ορατότητα της. Οι περισσότεροι αρνήθηκαν να τραβήξουν αμέσως μια χοντρή κόκκινη γραμμή του δημοκρατικού φάσματος από τη ΧΑ, με το χαμηλότατης πολιτικότητας επιχείρημα ότι δεν πρέπει να «απομονωθούν οι ψηφοφόροι» κι επειδή, κακά τα ψέματα, το πολιτικό και δημοκρατικό ένστικτο τους έχει χαλαρώσει τόσο πολύ, που αντί να κοιτάξουν να συνεννοηθούν για τον κίνδυνο, έβαλαν τους νεοναζί στον πολιτικό ανταγωνισμό τους.
Με απλά λόγια: αντί να πετάνε τη ΧΑ εκτός πολιτικού συστήματος και συζήτησης ως ένα πρόβλημα της δημοκρατίας μας, την έβαζαν στο γήπεδο προσπαθώντας να την κάνουν πρόβλημα του αντιπάλου, είτε με προσομοιώσεις της θεωρίας των δυο άκρων στα πάνελ των πρωινάδικων είτε κάνοντας γλυκιά καραμελίτσα τους χαρακτηρισμούς «φασίστας», «χούντα» κλπ.
Με την Χρυσή Αυγή καλά φωλιασμένη στο πολιτικό σύστημα λοιπόν, να εκλέγεται παρότι όλος ο κόσμος ξέρει πολύ καλά πια περί τίνος πρόκειται, θα περίμενε κανείς τα κόμματα που λάθεψαν τόσο πολύ στην αρχή να έχουν γίνει λίγο σοφότερα τώρα. Κι όμως τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι.

Με τη δίκη της να τραβάει ακόμη τόσα χρόνια, στα χέρια της ΧΑ έπεσαν σαν δώρο εξ ουρανού το μεταναστευτικό-προσφυγικό και το Μακεδονικό.

Προσφυγικό

Η ελλιπέστατη – για να το θέσουμε όσο πιο κομψά γίνεται – διαχείριση του προσφυγικού σε συγκεκριμένες περιοχές της επικράτειας, κυριώς στα νησιά του βορείου Αιγαίου, πλήττει και τους ανθρώπους που φτάνουν στη χώρα μας αναζητώντας σωσμό και μια αξιοπρεπή διαβίωση, όσο και τους κατοίκους των νησιών που επιθυμούν το ίδιο και για τη δική τους καθημερινότητα. Όταν, για παράδειγμα, στο μοναδικό δημόσιο νοσοκομείο ενός νησιού ταλαιπωρείται πολύ για να λάβει φροντίδα και ο κάτοικος και ο πρόσφυγας, όταν οι χώροι φιλοξενίας καταλήγουν να είναι απάνθρωπες φαβέλες δίπλα στον αστικό ιστό, όταν κανείς δεν κάνει τίποτα για όλα αυτά, δεν θα δικαιούται κανείς να πέσει από τα σύννεφα αν ο πληθυσμός των περιοχών αυτών συντηρητικοποιηθεί.

Παρομοίως, με το κλίμα που δημιουργήθηκε για το μακεδονικό ουδείς θα εκπλαγεί μάλλον αν δούμε αύξηση της ριζοσπαστικοποιημένης ακροδεξιάς ή/και χρυσαυγίτικης ψήφους, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα. Και εδώ η αντίδραση του πολιτικού συστήματος θυμίζει την περίοδο του αντιμνημονίου. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης στοιχήθηκαν μαζί με απλούς πολίτες σε συλλαλητήρια στα οποία ο τόνος δόθηκε από την αντισυστημική δεξιά και η συμπολίτευση έβγαλε πάλι παγανιά το σπασμένο ακροδεξιόμετρο.

Η μόνη λαμπρή στιγμή, η εξαίρεση, ήταν το χειροκρότημα σύσσωμης της δημοκρατικής πτέρυγας όταν ο Νίκος Δένδιας απαρρίθμησε (όπως έχει ξανακάνει, να τα λέμε αυτά) τους λόγους για τους οποίους δεν υπάρχει κανένας λόγος να απαντά κανείς στην επιχειρηματολογία τους. Κατά τα λοιπά, απογοήτευση.

Το πώς θα μετρηθούν όλα αυτά στην κάλπη, λοιπόν, θα το δούμε σύντομα, σε μερικούς μήνες. Η ανευθυνότητα όμως που έχει επιδειχθεί στο ζήτημα αυτό έχει ήδη προκαλέσει πληγές στη δημοκρατία και την κοινωνία μας, οι οποίες δεν μετριούνται έτσι στενά, υπερβαίνουν το ποσ