Πέθανε η Θεσσαλονικιά επιζήσασα του Ολοκαυτώματος Ροζίνα Ασσέρ Πάρδο
Πέθανε η Θεσσαλονικιά επιζήσασα του Ολοκαυτώματος Ροζίνα Ασσέρ Πάρδο, η μαρτυρία της οποίας μέσα από το βιβλίο της «548 ημέρες με άλλο όνομα» αλλά και η γενικότερη στάση της σε όλη τη διάρκεια της ζωής της υπογραμμίζουν την αξία της αλληλεγγύης, όπως αναφέρει σε ανακοίνωση για τον θάνατό της η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης (ΙΚΘ).
Η ΙΚΘ εκφράζει τη βαθύτατη θλίψη της για τον θάνατο της Ροζίνα Ασσέρ Πάρδο και υπενθυμίζει -μεταξύ άλλων- την ανάγκη να μνημονεύονται τα οδυνηρά γεγονότα του Ολοκαυτώματος «γιατί δυστυχώς ακόμα και σήμερα υπάρχουν αυτοί που προσδοκούν κάποια επανάληψή τους». Υπενθυμίζει, δε, όσα η ίδια η εκλιπούσα είχε πει: «Με τα χρόνια που πέρασαν δεν μου έχει μείνει μίσος για τους Γερμανούς, για αυτούς που μας κατέστρεψαν. Όχι, δεν τους μισώ. Μισώ όμως όσους προσπαθούν, ακόμη και σήμερα, να τους μοιάσουν».
«Η Ροζίνα Ασσέρ Πάρδο, ένα από τα τρία παιδιά του Χαΐμ και της Ευγενίας Πάρδο, γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Το 1943, η οικογένειά της δραπέτευσε από το γκέτο και επεβίωσε χάρη στην αλληλεγγύη που επέδειξε, αψηφώντας τον τεράστιο και διαρκή κίνδυνο, μια οικογένεια Χριστιανών συμπολιτών τους. Ήταν ο γιατρός Γιώργος Καρακότσος, η σύζυγός του Φαίδρα και ο γιος τους Φαίδωνας που ζούσαν σε ένα διαμέρισμα στην Τσιμισκή 113, κοντά στο αρχηγείο της Γκεστάπο. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν οι σωτήρες -οι δίκαιοι των Εθνών- για τη Ροζίνα και την οικογένειά της. Τους έκρυψαν στο σπίτι τους, τους φρόντισαν και δεν μίλησαν, παρά τις εφόδους των Ναζί», αναφέρει η ΙΚΘ.
Η Ροζίνα Ασσέρ Πάρδο -σημειώνεται στην ανακοίνωση- «επέλεξε συνειδητά να μοιραστεί όσα έζησε, όσα έγραψε, μετά από προτροπή του πατέρα της, σε ένα τετράδιο, ένα ημερολόγιο για την δική της ιστορία, κομμάτι του χρονικού της καταστροφής του Εβραϊσμού της Θεσσαλονίκης. Όχι όμως για να γίνει η Ελληνίδα Άννα Φρανκ της Θεσσαλονίκης ή για να αποκτήσει αναγνωρισιμότητα. Στόχος της όπως έλεγε ήταν “να μάθουν τα παιδιά μου κι οι άλλοι της γενιάς τους ότι τα χρόνια 1940-1945, χρόνια πολέμου και κατατρεγμού, με σημάδεψαν στην ψυχή και το νου”».