ΕΛΛΑΔΑ

Πάνω από 25 δισ. ευρώ οι προσφορές για το 10ετές ομόλογο

Εκλεισε στις 13:20 ώρα Ελλάδος το βιβλίο προσφορών για το νέο 10ετές ομόλογο (με λήξη 18 Ιουνίου 2031), το πρώτο που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο για φέτος, με στόχο την ενίσχυση των ταμειακών διαθεσίμων καθώς και την βελτίωση της ελληνικής καμπύλης αποδόσεων.

Η ζήτηση από την πρώτη ώρα ήταν ισχυρή και λίγο πριν το κλείσιμο του βιβλίου έφτασε να ξεπερνά τα 25 δισ. ευρώ, επίπεδο που αποτελεί ρεκόρ.

H απόφαση για τη σημερινή έξοδο δεν πάρθηκε ξαφνικά ούτε ήταν “της τελευταίας στιγμής”, αντίθετα ήταν καλά σχεδιασμένη και προγραμματισμένη, παρά τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία αλλά και τις “συστάσεις” πολλών αναλυτών για έκδοση πιο μακροπρόθεσμου τίτλου από την Ελλάδα.

Το αρχικό επιτόκιο της έκδοσης διαμορφώθηκε στις 110 μονάδες βάσης πάνω από το mid swap (-0.21 μ.β περίπου), ενώ στην συνέχεια υποχώρησε στις 105 μ.β συν το mid swap, ενώ μετά υποχώρησε περαιτέρω στις 100 μ.β (+ mid swap) δηλαδή στην περιοχή του 0,79%, με τις εκτιμήσεις της αγοράς να τοποθετούν το τελικό επιτόκιο κάτω του 0,80% και ακόμα και στο 0,75%.

Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί το χαμηλότερο επιτόκιο που έχει σημειώσει ελληνική έκδοση οποιασδήποτε διάρκειας. Αυτό στέλνει ένα ακόμη ισχυρό σήμα στους επενδυτές ότι η Ελλάδα παρά το σοκ της πανδημίας, η οποία συνεχίζεται, δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα ρευστότητας ή χρηματοδότησης και κινείται σαν “κανονικός εκδότης”, έστω και αν δεν έχει investment grade.

Αν και δεν έχει ανακοινωθεί το ποσό άντλησης, σύμφωνα με πηγές της αγοράς θα κινηθεί στα 2,5 – 3 δισ. ευρώ, με τον ΟΔΔΗΧ, να έχει στόχο οι ελληνικοί τίτλοι να είναι τίτλοι με αρκετή ρευστότητα ώστε να “ικανοποιούν” την επενδυτική ζήτηση. Αυτός άλλωστε είναι ο σκοπός πίσω από τις επανεκδόσεις τίτλων στις οποίες έχει προχωρήσει.

Σημειώνεται πως την έκδοση του νέου 10ετούς “τρέχουν” πέντε διεθνείς τράπεζες Barclays, Citi, Deutsche Bank, Morgan Stanley, Nomura και η ελληνική Eurobank, ενώ το νέο 10ετές ομόλογο θα έχει λήξη τον Ιούνιο του 2031 και αξιολογείται με Ba3, BB- , BB, BB(L) από τις Moody’s, S&P, Fitch και DBRS αντίστοιχα.

Το timing

Η πρώτη αυτή έξοδος του 2021 αναμενόταν στα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου – μετά και τον συνωστισμό εκδόσεων από μεγάλες χώρες της ευρωζώνης – και είναι σύμφωνη με τον προγραμματισμό του ΟΔΔΗΧ για μία έξοδο κάθε τρίμηνο. Ο Οργανισμός κατ’ αρχάς περίμενε να ολοκληρωθεί η πρώτη έξοδος για το 2021 της Ε.Ε με ομόλογα υπό το πρόγραμμα SURE, κάτι που έγινε χθες. Επίσης, βλέποντας πως οι εξελίξεις στην Ιταλία δεν διατάραξαν τα νερά των ελληνικών ομολόγων, και έχοντας ως σύμμαχο το θετικό σήμα που δόθηκε την περασμένη εβδομάδα από την win-win για το ελληνικό δημόσιο και για τις ελληνικές τράπεζες κίνησή του, με την ανταλλαγή ομολόγων μέσω της επανέκδοσης του 30ετούς και με ιστορικά χαμηλό επιτόκιο (1,35%), έδωσε την εντολή στους αναδόχους να ξεκινήσουν την διαδικασία της έκδοσης. Και σύμφωνα με αναλυτές, έπραξε πολύ καλά καθώς η τρέχουσα συγκυρία αποτελεί ευκαιρία για την Ελλάδα και αναμένουν η ζήτηση για τους ελληνικούς τίτλους να είναι ισχυρή.

Σημειώνεται ότι η έκδοση ενός πιο μακροπρόθεσμου τίτλου, όπως ένα 20ετές ομόλογο, υπάρχει στο τραπέζι του ΟΔΔΗΧ και του ΥΠΟΙΚ ωστόσο είναι μία κίνηση που έχει επιλεχθεί να εξεταστεί αργότερα μέσα στο έτος και το “πότε” θα κριθεί ξεκάθαρα από τις διαθέσεις των επενδυτών για αυτή την διάρκεια. Το εγχείρημα ενός νέου 30ετούς τίτλου είναι πιο δύσκολο με πηγές της αγοράς αναφέρουν πως απαιτείται πολύ προσεκτική προετοιμασία.

Η Ελλάδα ήταν από τις πολύ λίγες χώρες που δεν αύξησαν σημαντικά τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες το 2020 και αυτό οφείλεται ολοκληρωτικά στην ΕΚΤ και το πρόγραμμα PEPP. Στόχος του ΟΔΔΗΧ και φέτος είναι να εκμεταλλευτεί αυτές τις συνθήκες έτσι ώστε να ξαναχτίσει την καμπύλη ρευστότητας του Ελληνικού Δημοσίου και να κάνει τους ελληνικούς τίτλους πιο ελκυστικούς στην επενδυτική κοινότητα, αυξάνοντας το μέγεθος των εκδόσεων. Η ΕΚΤ στα τέλη του 2020 είχε αγοράσει ελληνικά ομόλογα ίσα με το 30% περίπου του capital key της Ελλάδας και μπορεί να αγοράσει 20 δισ. ευρώ περαιτέρω ελληνικά ομόλογα έως τη λήξη του PEPP. Αυτό αποτελεί σημαντική ευκαιρία και για τους επόμενους 12 μήνες.

Της Ελευθερίας Κούρταλη – capital.gr