Οι πίνακες μιας λαϊκής τέχνης
Έκθεση στο Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών με γιγαντοαφίσες και μακέτες του Γιώργου Βακιρτζή για το παλιό Αττικόν
Μπορούσε να περνά ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, το επόμενο με τη Μέριλιν Μονρόε και μερικές εβδομάδες αργότερα με τον Γκάρι Κούπερ ή τη Μελίνα Μερκούρη. Το βέβαιο είναι ότι κανένας σχεδόν από τους μεγάλους αστέρες της εποχής της μεγάλης ακμής του κινηματογράφου δεν «κυκλοφορούσε» στην οδό Σταδίου αν δεν είχε πρώτα περάσει από το υπόγειο ατελιέ του που βρισκόταν μόλις λίγα μέτρα πιο μακριά, επί της οδού Χρήστου Λαδά, στην πίσω αυλή του κατεστραμμένου από την πυρκαγιά του 2012 κινηματογράφου Αττικόν.
Ο λόγος για τον εκ των κορυφαίων «της τέχνης των επτά ημερών», τον δημιουργό των γιγαντοαφισών που κρέμονταν πάνω από την είσοδο του κινηματογράφου Αττικόν (και αρκετών ακόμα στο κέντρο της Αθήνας), Γιώργο Βακιρτζή. Στην πινελιά, το βλέμμα, το παρασκήνιο της δουλειάς, αλλά και το αποτέλεσμά της, με έμφαση τον κινηματογράφο Αττικόν, είναι αφιερωμένη η έκθεση που εγκαινιάζεται την Πέμπτη στο Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρυμα Βούρου – Ευταξία υπό τον τίτλο «Οταν ο Γιώργος Βακιρτζής ζωγράφιζε για τον κινηματογράφο Αττικόν».
Γιγαντοαφίσες και μακέτες, λιθόγραφες αφίσες – εκείνες που μοιράζονταν στις γειτονιές για να διαφημίσουν την προβολή μιας ταινίας -, σχέδια, πινέλα και η παλέτα του «πιο εμπνευσμένου ζωγράφου που δημιούργησε ποτέ για τον Κινηματογράφο στην Ελλάδα» παρουσιάζονται κατά μεγάλο ποσοστό για πρώτη φορά στο κοινό υπό μορφή έκθεσης που επιμελούνται τα μέλη της Starlets Collection, Χρήστος Μαργαρίτης και Αλέξανδρος Μακρής, έχοντας στο επίκεντρο το Αττικόν.
Και μέσα από τα αδρά σχέδια, αλλά και τα ολοκληρωμένα έργα να θυμηθούν οι παλαιότεροι και να γνωρίσουν οι νεότεροι τον ζωγράφο που δεν αφιέρωσε μόνο 25 χρόνια της διαδρομής του απλώς στην τέχνη της γιγαντοαφίσας. Αφησε ισχυρό το αποτύπωμά του με τις τολμηρές επιλογές του αποδίδοντας τα πρόσωπα με χρώματα αντισυμβατικά και κληροδότησε μια πλούσια παραγωγή πολλών δεκάδων χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων αν λάβει υπόψη του κάποιος τη μέση ζωγραφισμένη επιφάνεια σε χαρτί του μέτρου περί τα 50-60 τ.μ. την εβδομάδα από το 1946 έως το 1968 που προοριζόταν για τις προσόψεις των κινηματογράφων Αττικόν, Απόλλων, Ρεξ, Πάνθεον, Κοτοπούλη και Εμπασσυ.
Από τις διαφημίσεις με ασβέστη στους μαντρότοιχους, τις επιγραφές για μαγαζιά και τα σκηνικά για τα θεατρικά μπουλούκια που έφτιαχνε ο τούρκος δάσκαλός του, Κιαμίλ Νουρ, στην Κοκκινιά ως την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, στην οποία φοίτησε, το μέσο για τον Γιώργο Βακιρτζή δεν είχε τόση σημασία ώστε να δημιουργήσει τον ζωγραφικό του κόσμο: άλλοτε ήταν χαρτί του μέτρου με χρώματα που ανακάτευε με ψαρόκολλα, και άλλοτε μολύβια και πενάκια, χαρτιά ιχνογραφίας και ρυζόχαρτα. Με μοναδική πληροφορία του αρκετές φορές μια μικρού μεγέθους ασπρόμαυρη φωτογραφία και μέσα σε μόλις τρεις μέρες – από την Παρασκευή που παραλάμβανε τις παραγγελίες του έως την Κυριακή το απόγευμα -, κατάφερνε με τις γιγαντοαφίσες του να πείθει τους περαστικούς να γίνουν θεατές της ταινίας, σύμφωνα με στοιχεία από την έκδοση «Προσεχώς, Με τις αφίσες και τα σχέδια για τον κινηματογράφο του Γιώργου Βακιρτζή».