Οι κομμένες μπόσα νόβα του Σινάτρα
Το βελούδινο αριστούργημα και ο αποσυρμένος δίσκος του με τον Βραζιλιάνο συνθέτη-κιθαρίστα Αντόνιο Κάρλος Τζομπίμ
Η επανέκδοση σε δίσκο 45 στροφών του «Sinatra Jobim» (Audio Clarity 2020) ήρθε να αποκαταστήσει ένα μεγάλο κενό της δισκογραφίας. Πρόκειται για τον δεύτερο σταθμό της συνεργασίας του Φρανκ Σινάτρα και του Βραζιλιάνου συνθέτη-κιθαρίστα Αντόνιο Κάρλος Τζομπίμ, ηχογραφημένο τον Φεβρουάριο του 1969 που αμέσως μετά την κυκλοφορία του αποσύρθηκε και καταστράφηκαν σχεδόν όλα τα αντίτυπα οκτακάναλων κασετών και δίσκων 33 στροφών, κατόπιν απαίτησης του Σινάτρα όταν άκουσε πώς ακουγόταν στα τραγούδια «The song of Sabia», «Bonita» και «Off Key (Desafinado)». Η συλλεκτική αξία της επανέκδοσης αφορά την αποκατάσταση ενός δίσκου που, παρότι ολοκληρώθηκε αγγίζοντας υψηλότατα ποιοτικά επίπεδα, ουσιαστικά δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Στο εξώφυλλο ο Σινάτρα στο πίσω μέρος λεωφορείου, με τα ίδια ρούχα του εξωφύλλου του «My way». Τα δέκα κομμάτια σε ευέλικτη, αυθεντική ενορχήστρωση του 26χρονου Βραζιλιάνου Εουμίρ Ντεοντάντο αποδόθηκαν με απεριόριστη εκφραστική άνεση, συγκρατημένη, δυναμική, άκρως μελωδική και σαφώς πιο ώριμη ερμηνεία του Σινάτρα. Ο Τζομπίμ (κιθάρα, φωνητικά) συνεισέφερε τα μέγιστα με εμβληματικές στην ιστορία της μπόσα νόβα συνθέσεις του. Ωστόσο διατήρησε υποστηρικτικό ρόλο αναδεικνύοντας πρωταγωνιστή τον Σινάτρα.
Κορυφαίες στιγμές οι ερμηνείες του Σινάτρα στο «Trieste» (1966), στο «Don’t Ever Go Away» (1957) σε αγγλικούς στίχους (τους πρωτότυπους είχε γράψει η Ντολόρες Ντουράν με το μολύβι των φρυδιών της σε μια χαρτοπετσέτα και δείχνοντάς τους στο Τζομπίμ αυτός αναστέναξε και της είπε, όπως αποδείχτηκε προφητικά: «φαντάσου να τους τραγουδούσε ο Σινάτρα»), στις ρομαντικές μπαλάντες, εμπνευσμένες από τη βροχή και το νερό «The Happy Madness» (ιδιαίτερα δύσκολο κομμάτι να τραγουδηθεί, του 1958, σε θαυμάσιους αγγλικούς στίχους του Τζιν Λις) και «Drinking Water» (1959, το πρώτο τραγούδι όταν χτιζόταν η νέα βραζιλιάνικη πρωτεύουσα Μπραζίλια), και οι δύο σε πρωτότυπους στίχους του Βινίσιους ντε Μοράες, στο «Wave» (1967) σε στίχους του Τζομπίμ, διασκευασμένο μετέπειτα από αναρίθμητους τζαζ καλλιτέχνες: Οσκαρ Πέτερσον, Πολ Ντέσμοντ, Φρεντ Χερς-Μπιλ Φριζέλ, Σάρα Βον, Μακ Κόι Τάινερ, Αχμαάντ Τζαμάλ κ.ά. και στο «Someone to light up my life», γραμμένο το 1956 για το έργο «Orfeu da Conceicao», βάση της πασίγνωστης ταινίας «Orfeu Negro». Παρά την αντίδραση του Σινάτρα, στο «The song of Sabia» καθήλωσε ερμηνευτικά. Τραγούδι του Τζομπίμ του 1968, που συμπεριλήφθηκε ως δεύτερη πλευρά του σινγκλ του Σινάτρα «Lady Day» (Reprise 1970).
Ο Σινάτρα κατέστρεψε σχεδόν όλα τα αντίτυπα όταν άκουσε πώς ακουγόταν στα τραγούδια «The song of Sabia», «Bonita» και «Off Key (Desafinado)»
Αλλά και η «Bonita» πριν το κόψιμό της από την κυκλοφορία, έγινε μήλον της Εριδος αφού ο στιχουργός της στα αγγλικά Τζιν Λις απέδειξε δικαστικά ότι ο Τζομπίμ έδωσε το τραγούδι στον Ρέι Γκίλμπερτ, που αλλάζοντας έναν στίχο το υιοθέτησε. Αυτή ήταν αιτία οριστικής διάστασης μεταξύ Γκίλμπερτ – Τζομπίμ. Τα εφτά τραγούδια, πλην των τριών επίμαχων, κατόπιν επιμονής του Τζομπίμ να κυκλοφορήσουν, αποτέλεσαν την πρώτη πλευρά του δίσκου βινυλίου «Sinatra & Company» (Reprise 1971).
Η συνάντηση Σινάτρα – Τζομπίμ εγκαινιάστηκε με τον αριστουργηματικό, υποψήφιο για Grammy δίσκο «Francis Albert Sinatra & Antonio Carlos Jobim» (1967) στη Reprise του Σινάτρα. Η επιτυχία του οδήγησε στις επόμενες κοινές απόπειρές τους. Παρότι η μπόσα νόβα αντικειμενικά αποδίδεται καλύτερα από θηλυκές φωνές και παρότι τραγούδησε στα αγγλικά, ο 52χρονος Σινάτρα μεγαλούργησε υιοθετώντας ένα απαλό, βελούδινο ερμηνευτικό ύφος, προσαρμοσμένο στο είδος. Με γνήσιο συναίσθημα, θέρμη, λεπτότητα, όπως ξέρει να υπογραμμίζει ή να «σβήνει» αισθησιακά τις λέξεις, «πατώντας» ιδανικά στις εκλεκτικές, αιθέριες, μοντέρνες ενορχηστρώσεις του Κλάους Ογκερμαν, την υποδειγματική εκτελεστικά ορχήστρα του, τα ντραμς του Ντομ Ουμ Ρομάο, τις κιθάρες του Τζομπίμ. Ενα σαγηνευτικό άλμπουμ με ρομαντική, ερωτική, ονειρική νυχτερινή ατμόσφαιρα, νοσταλγική διάθεση, δροσερή αύρα, κορυφαία ηχογράφησή του στα ’60s και μετέπειτα. Τα κομψοτεχνήματα του 40χρονου Τζομπίμ (κιθάρα, φωνητικά) ευτύχησαν μοναδικών προσεγγίσεων από έναν Σινάτρα με φωνητικές τεχνικές πρωτοφανέρωτες από τον ίδιο, στον αντίποδα των προηγούμενων σουίνγκ επιδόσεών του. Ηταν επόμενο σε στιγμή αυτογνωσίας να δηλώσει χιουμοριστικά: «Δεν έχω τραγουδήσει τόσο απαλά από τότε που έπαθα λαρυγγίτιδα».
Μισό αιώνα μετά ο Αμερικανός κιθαρίστας-τραγουδιστής Τζον Πιζαρέλι στο «Sinatra & Jobim @50» (Concord) με τον εγγονό του Τζομπίμ, Ντάνιελ (πιάνο, φωνητικά), απέδωσαν φόρο τιμής στον θρυλικό αυτό δίσκο. Η τελευταία πράξη της σύγκλισής τους γράφτηκε το 1994 στο «Duets II» του Σινάτρα με τρίλεπτη εκδοχή του «Fly me to the moon».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΥΓΓΟΛΙΑΣ – kathimerini.gr