Οι επιδημίες που σημάδεψαν τον 20ό αιώνα
Κρούσματα τα οποία προσεγγίζουν τις 100.000 παγκοσμίως, πάνω από 3.300 επιβεβαιωμένοι θάνατοι, η χειρότερη εβδομάδα για τις μεγάλες χρηματιστηριακές αγορές μετά την οικονομική κρίση του 2008.
Οι αριθμοί που ακολουθούν την επιδημία του κοροναϊού φαντάζουν πρωτόγνωροι, οι τρομακτικοί ρυθμοί με τους οποίους εξαπλώνεται από τις μακρινές κινεζικές επαρχίες μέχρι την πολιτεία της Καλιφόρνιας είναι άνευ προηγουμένου. Και όμως, η νέα μορφή του κοροναϊού είναι η καινούργια προσθήκη σε μια μεγάλη λίστα με δεκάδες μεταδοτικούς ιούς και βακτήρια – επιδημίες που χτύπησαν απροσδόκητα την ανθρωπότητα αλλάζοντας τον ρουν της Ιστορίας, αλλά οδηγώντας παράλληλα και σε μεγάλα άλματα για την ιατρική στην προσπάθειά της να τις αντιμετωπίσει.
Δεν έχουμε συμπληρώσει ούτε δύο χρόνια από τη σκοτεινή επέτειο ενός αιώνα από την καταστροφική πανδημία γρίπης του 1918 – ενός ιού που διήρκεσε μόλις μερικούς μήνες αλλά οδήγησε στον θάνατο μέχρι και 100 εκατομμυρίων ανθρώπων, σύμφωνα με τους πιο απαισιόδοξους υπολογισμούς. Η ισπανική γρίπη, η οποία μεταπήδησε στον άνθρωπό από πτηνά, παραμένει ένα ανατριχιαστικό σημείο αναφοράς, και πολλοί σχολιαστές έσπευσαν να την παρομοιάσουν με την τρέχουσα επιδημία του κοροναϊού. Ωστόσο, οι ομοιότητες των δύο ασθενειών ωχριούν μπροστά στις ασύγκριτες διαφορές στη διάγνωσή τους από τη σύγχρονη ιατρική αλλά και την ετοιμότητα αντιμετώπισης της υφηλίου.
Το 1918, ενώ η πανδημία της γρίπης οδηγούσε σε εκατοντάδες χιλιάδες θύματα από την Καλκούτα μέχρι το Τέξας, κανείς δεν μπορούσε να προσδιορίσει τι ακριβώς προκαλούσε τον θάνατο τόσων ανθρώπων. Οι θεωρίες αφθονούσαν και οι άνθρωποι κατηγορούσαν από τη μολυσμένη ρωσική βρώμη και τις ηφαιστειακές εκρήξεις μέχρι την κακή ευθυγράμμιση των πλανητών – η οποία μάλιστα γέννησε και τον όρο influenza από την ιταλική λέξη για την «επιρροή». Χρειάστηκε να περάσει πάνω από μία δεκαετία έως ότου δύο Βρετανοί μικροβιολόγοι να διαγνώσουν πως υπαίτια ήταν μια νέα κατηγορία ασθενειών τις οποίες σήμερα αποκαλούμε ιούς, ενώ μόλις το 1940 η ανθρωπότητα κατάφερε να απεικονίσει τελικά τον θανατηφόρο ιό της γρίπης, χάρη στην εφεύρεση του ηλεκτρονικού μικροσκοπίου. Αντιθέτως, μόλις δύο εβδομάδες έπειτα από την έξαρση της νέας επιδημίας, μια ομάδα Κινέζων επιστημόνων τη διέγνωσαν ως κορωνοϊό, ανέστειλαν το γονιδίωμά του και μοιράστηκαν αμέσως τις πληροφορίες με την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει τη μακρά και περίπλοκη διαδικασία εύρεσης εμβολίου και θεραπείας. Μπορεί, λοιπόν, να μην έχουμε κερδίσει ακόμα τον υγειονομικό εχθρό, ωστόσο σίγουρα γνωρίζουμε πολύ περισσότερα γι’ αυτόν.
Η σύγκριση της σημερινής επιδημίας του κορωνοϊού με παλαιότερες μεταδοτικές ασθένειες είναι, απ’ ό,τι φαίνεται, μια διαδικασία χρήσιμη. Μας εξοπλίζει τόσο με ψυχραιμία και ευγνωμοσύνη για τη σύγχρονη ιατρική όσο και με διδάγματα για την ήρεμη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των επιδημιών.
Η τρομακτική εξάπλωση της γρίπης H3N2, η οποία απέδειξε στην ανθρωπότητα την ευκολία μετάδοσης ασθενειών στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, και το δεύτερο κύμα ιλαράς στις ΗΠΑ, το οποίο μας θυμίζει την επικινδυνότητα των κινημάτων κατά του εμβολιασμού, είναι δύο χαρακτηριστικές επιδημίες τους 20ού αιώνα. Ακολουθούν μερικές από τις σημαντικότερες.
Επιδημία τύφου, Ρωσία, 1918-1922
Εξαρση στον Α΄ Παγκόσμιο
3.000.000 νεκροί
Η επιδημία τύφου άλλαξε καθοριστικά την έκβαση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο ανατολικό μέτωπο.
Η ασθένεια που άλλαξε καθοριστικά την έκβαση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο ανατολικό μέτωπο. Ο τύφος προκαλείται από βακτήρια που διαδίδονται από ψύλλους και ψείρες, ενώ τα συμπτώματά του ξεκινούν με έντονο πονοκέφαλο και υψηλό πυρετό και καταλήγουν σε εξανθήματα, ευαισθησία στο φως, παραληρήματα και θάνατο. Η επιδημία χτυπούσε συχνά στην περιοχή της Ανατ. Ευρώπης, ενώ δεν ήταν η πρώτη φορά που η έξαρσή της συγχρονίστηκε με τον πόλεμο – το 1812, μάλιστα, τα στρατεύματα του Ναπολέοντα στη Ρωσία αποδεκατίστηκαν εξαιτίας των βακτηρίων του τύφου. Ωστόσο, το 1918, ένας συνδυασμός των κακών συνθηκών υγιεινής του Μεγάλου Πολέμου και μεγάλων συγκεντρώσεων στρατευμάτων οδήγησε σε νέο γιγάντιο κύμα, το οποίο έπληξε συνολικά 30 εκατ. άτομα και οδήγησε το ένα δέκατο των ασθενών σε θάνατο. Τα άλματα στις συνθήκες διαβίωσης και στη φαρμακολογία έχουν σήμερα περιορίσει σχεδόν κάθε τοπική επιδημία τύφου, ενώ ο ΠΟΥ υπολογίζει πως το ποσοστό θνησιμότητας σήμερα κυμαίνεται στο ένα στα 5.000.000 άτομα ετησίως.
Γρίπη H3N2, παγκόσμια εξάπλωση, 1968
Ραγδαίοι ρυθμοί μετάδοσης
1.000.000 νεκροί
Από την πρώτη περίπτωση στo Xονγκ Κονγκ, χρειάστηκαν μόλις 17 ημέρες πριν εμφανιστούν κρούσματα σε Βιετνάμ, Μαλαισία, Σιγκαπούρη.
Μία από τις σύγχρονες πανδημίες με τη μεγαλύτερη εξάπλωση, αλλά και η πρώτη φορά που η παγκόσμια κοινότητα συνειδητοποίησε τη ταχύτητα εξάπλωσης των μεταδοτικών ασθενειών στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Γνωστή και ως «η γρίπη του Χονγκ Κονγκ», καθώς εκεί διαγνώστηκε το πρώτο περιστατικό, η πανδημία γρίπης του 1968 προκλήθηκε από το στέλεχος H3N2 του ιού της γρίπης Α, ένα γενετικό παράγωγο του υποτύπου H2N2. Από την πρώτη αναφερθείσα περίπτωση στις 13 Ιουλίου 1968 στην ασιατική μεγαλούπολη, χρειάστηκαν μόλις 17 ημέρες πριν εμφανιστούν κρούσματα στο Βιετνάμ, στη Μαλαισία και στη Σιγκαπούρη, ενώ σε τρεις μήνες ο H3N2 παρουσίαζε πλέον καθημερινά κρούσματα στην Ευρώπη, στην Ινδία και στις ΗΠΑ. Η πανδημία έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας –της τάξεως του 0,5%– ωστόσο η ραγδαία εξάπλωσή της είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο περισσότερων από ένα εκατομμύριο ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων και 500.000 κατοίκων του Χονγκ Κονγκ, δηλαδή περίπου το 15% του πληθυσμού της πόλης.
Δεύτερο κύμα ιλαράς, ΗΠΑ, 1981-1991
Ελεγχος χάρη στο εμβόλιο
8.000 νεκροί
Από το 2014 εκδηλώνονται ξεσπάσματα ιλαράς, με τους ειδικούς να κατηγορούν το κίνημα των αντιεμβολιαστών.
Η παγκοσμίως οικεία ιλαρά είναι ένας ιός που προκαλεί πυρετό, ρινική καταρροή, βήχα και πονόλαιμο, ενώ αργότερα ακολουθεί το γνωστό εξάνθημα που επεκτείνεται σε ολόκληρο το σώμα. Πρόκειται για μια πολύ μεταδοτική ασθένεια, η οποία εξαπλώνεται στον αέρα και η οποία ωστόσο ελέγχεται πλήρως χάρη στον σύγχρονο εμβολιασμό. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, μια ομάδα Αμερικανών γιατρών διαπίστωσε πως διάφορα κρούσματα που ξεκίνησαν από μη εμβολιασμένα παιδιά δημιουργούσαν τοπικές επιδημίες σε διάφορες κοινότητες της χώρας. Από το 1991, οι γιατροί άρχισαν να συστήνουν ένα δεύτερο εμβόλιο για όλους για την καταπολέμηση του νέου κύματος, το οποίο τελικά κατάφερε να περιορίσει την ασθένεια σε λιγότερα από 1.000 περιστατικά στις ΗΠΑ. Ωστόσο, οι πιο πρόσφατοι αριθμοί δεν είναι τόσο αισιόδοξοι: από το 2014 και έπειτα, διάφορα ξεσπάσματα ιλαράς εκδηλώνονται στον πλανήτη, με τους ειδικούς να κατηγορούν τη συνωμοσιολογία των αντιεμβολιαστών και τη ραγδαία εξάπλωσή της εξαιτίας του Διαδικτύου. Στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, η ασθένεια αποδεκατίζει χιλιάδες παιδιά κάθε χρόνο.
Κρίση κρυπτοσποριδίωσης, Μιλγουόκι, 1993
Παράσιτο μέσω νερού
141 νεκροί
Περίπου 403.000 άνθρωποι ασθένησαν από το παράσιτο, καθιστώντας την επιδημία τη μεγαλύτερη έξαρση ασθένειας νερού στην ιστορία των ΗΠΑ.
Μια επιδημία η οποία αξίζει να αναφερθεί όχι τόσο για τον αριθμό των κρουσμάτων και νεκρών, αλλά για την ιδιαίτερη φύση της η οποία είναι σχεδόν πλήρως αναστρέψιμη, ωστόσο, παραμένει ο κίνδυνος σε διάφορα μέρη του πλανήτη. Το 1993, ένας από τους δύο σταθμούς επεξεργασίας νερού του Μιλγουόκι μολύνθηκε με το μικροσκοπικό παράσιτο του κρυπτοσποριδίου, προκαλώντας μια επιδημία αφυδάτωσης, πυρετού, κραμπών στομάχου και διάρροιας. Περίπου 403.000 άνθρωποι ασθένησαν από το παράσιτο και περισσότεροι από 100 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, καθιστώντας την επιδημία τη μεγαλύτερη έξαρση ασθένειας νερού στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Η βελτιωμένη διήθηση των υδάτων των εργοστασίων βοήθησε τελικά στην άμεση εξάλειψη της ασθένειας, ωστόσο σήμερα περίπου 748.000 κρούσματα κρυπτοσποριδίου εξακολουθούν να εμφανίζονται κάθε χρόνο λόγω των άνισων συνθηκών υγιεινής στην υφήλιο. Το κρυπτοσπορίδιο εξακολουθεί να διοχετεύεται μέσω του νερού, γι’ αυτό και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην κατάποση μη φιλτραρισμένου νερού από πηγάδια, λίμνες και ποτάμια.
Πανδημία HIV/AIDS, παγκόσμια εξάπλωση, 1981-2012
Δεκάδες οι θεραπείες
36.000.000 νεκροί
Ο ιός του HIV/AIDS εμφανίστηκε το 1976 στο Κονγκό και εξελίχθηκε στη σημαντικότερη σύγχρονη παγκόσμια πανδημία.
Το HIV/AIDS εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό το 1976, ωστόσο κανείς δεν περίμενε τότε πως θα εξελιχθεί στη σημαντικότερη σύγχρονη παγκόσμια πανδημία, σκοτώνοντας πάνω από 36 εκατ. ανθρώπους μέχρι σήμερα. Αναφέρεται σε ένα φάσμα ασθενειών που προκαλούνται από τον ιό ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας, και μεταδίδονται συνήθως με την έλλειψη προστασίας στη σεξουαλική επαφή ή τις μολυσμένες υποδερμικές βελόνες. Πέρα από τη ραγδαία εξάπλωσή του, ο HIV είναι και μια υπενθύμιση της δύναμης της σύγχρονης ιατρικής και παγκόσμιας κινητικότητας. Σήμερα έχουν αναπτυχθεί δεκάδες θεραπείες που καθιστούν τον HIV πολύ πιο διαχειρίσιμο, εκατομμύρια πάσχοντες ζουν μια μακροχρόνια, παραγωγική ζωή, ενώ μεταξύ 2002 και 2012, οι ετήσιοι παγκόσμιοι θάνατοι από τον ιό HIV/AIDS μειώθηκαν κατά το ήμισυ. Μερικά από τα στερεότυπα, ωστόσο, παραμένουν: ο μεγάλος αριθμός κρουσμάτων στην κοινότητα των ΛΟΑΤΚΙ τη δεκαετία του 1980 έχει οδηγήσει στον αποκλεισμό τους από κάθε εθελοντική αιμοδοσία σε πολλές χώρες, ένα μέτρο το οποίο η ιατρική κοινότητα καταδικάζει ομόφωνα.
Ιός SARS, παγκόσμια εξάπλωση, 2003
Θνησιμότητα κοντά στο 10%
774 νεκροί
Ο ΠΟΥ και οι πληγείσες χώρες κατάφεραν να περιορίσουν τον SARS έως τον Ιούλιο του 2003 και έκτοτε δεν έχει σημειωθεί κανένα περιστατικό.
Πολλοί ίσως θυμούνται πως ο Ιανουάριος του 2020 δεν ήταν η πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία που η λέξη κορωνοϊός απασχόλησε την κοινή γνώμη. Πράγματι, πριν από 17 χρόνια, η επιδημία της ιογενούς νόσου του SARS η οποία εξαπλώθηκε από την Κίνα σε όλη την υφήλιο, προκλήθηκε και αυτή από ένα είδος κορωνοΐου. Η πηγή του τελικά διαγνώστηκε το 2017 και οδήγησε στο συμπέρασμα πως υπαίτιο ήταν ένα είδος νυχτερίδων στην επαρχία Γιουνάν – μερικά χιλιόμετρα νοτιότερα της πόλης Γουχάν όπου ξέσπασε η νέα επιδημία. Το 2003, σε διάστημα 8 μηνών προσβλήθηκαν συνολικά 8.000 άτομα, εκ των οποίων οι 774 τελικά απεβίωσαν. Συγκριτικά, ο νέος COVID-19 εξαπλώνεται πολύ γρηγορότερα, ωστόσο διατηρεί ποσοστά θνησιμότητας πολύ χαμηλότερα από εκείνα του SARS τα οποία προσέγγιζαν το 10%. Χάρη στον παγκόσμιο συντονισμό για την απομόνωση τον ατόμων που διαγνώστηκαν με τον ιό, ο ΠΟΥ και οι πληγείσες χώρες κατάφεραν να περιορίσουν τον SARS έως τον Ιούλιο του 2003. Η αισιόδοξη κατάληξη: έκτοτε δεν έχει σημειωθεί κανένα περιστατικό.
ΝΙΚΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-kathimerini.gr