ΚΟΣΜΟΣ

Οι αστάθμητοι παράγοντες των αμερικανικών εκλογών

«Ο Τραμπ ψεύδεται, ο κόσμος πεθαίνει». Οχημα στην Ουάσιγκτον σε καμπάνια κατά του Αμερικανού προέδρου. Η 3η Νοεμβρίου παραμένει ένα δημοψήφισμα για τον Ντόναλντ Τραμπ, το οποίο, όπως όλα δείχνουν, χάνει.

Mόλις λίγες ημέρες απoμένουν μέχρι την 3η Νοεμβρίου, ημέρα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, και όλα τα προγνωστικά συγκλίνουν προς την ίδια εκτίμηση.

Στατιστικά μοντέλα ανάλυσης των δημοσκοπικών δεδομένων, ακαδημαϊκοί και πολιτικοί αναλυτές προβλέπουν ότι ο Τζο Μπάιντεν θα είναι ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οικού. Ομως, η συνταρακτική ανατροπή της εκλογικής αναμέτρησης του 2016, που έφερε τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, φαίνεται να στοιχειώνει όσους θέλουν να αποπειραθούν μια «βέβαιη» εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος. Ιδιαίτερα οι Δημοκρατικοί προσπαθούν να ανακαλύψουν οποιονδήποτε «αστάθμητο παράγοντα» θα μπορούσε να μεταβάλει την έκβαση της αναμέτρησης. Κυρίως, δε, να αποκλείσουν τις λεγόμενες «εκπλήξεις του Οκτωβρίου», δηλαδή εξελίξεις της τελευταίας στιγμής, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς ή και να ανατρέψουν ολοκληρωτικά το αποτέλεσμα.

Οπως επισημαίνει ο Τομ Μπόνιερ, διευθύνων σύμβουλος της TargetSmart, εταιρείας διαχείρισης δεδομένων του Δημοκρατικού Κόμματος, «οι αστάθμητοι παράγοντες αυτής της εκλογικής διαμάχης είναι περισσότεροι από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή. Ολα τα εργαλεία πρόβλεψης του εκλογικού αποτελέσματος έχουν δημιουργηθεί για “φυσιολογικές εκλογές”. Οι φετινές είναι ό,τι θέλετε, εκτός από φυσιολογικές».

Μέχρι τα μέσα της εβδομάδας, περίπου 40 εκατ. Αμερικανοί είχαν ήδη ψηφίσει, είτε με επιστολική ψήφο είτε αυτοπροσώπως όπου υπήρχε αυτή η δυνατότητα, αψηφώντας την πανδημία και συχνά περιμένοντας ακόμη και ώρες στην ουρά. Πολλοί από αυτούς είναι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι του Δημοκρατικού Κόμματος. Ομως, παραμένει άγνωστο εάν η μεγάλη συμμετοχή είναι ικανή να υπερκεράσει το μεγάλο κύμα ψηφοφόρων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος που θα προσέλθουν αυτοπροσώπως στα εκλογικά κέντρα την 3η Νοεμβρίου, καθώς οι πιο συντηρητικοί παραμένουν εξαιρετικά καχύποπτοι έναντι της επιστολικής ψήφου. Είναι βέβαιο ότι τα προηγούμενα χρόνια τα μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος θα είχαν εφαρμόσει μια δοκιμασμένη μέθοδο, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή ψηφοφόρων. Θα έστελναν χιλιάδες εθελοντές «πόρτα πόρτα» για να εγγράφουν πολίτες στους εκλογικούς καταλόγους. Ομως ο Μπάιντεν κατήργησε αυτή την προεκλογική πρακτική εξαιτίας του φόβου μετάδοσης του κορωνοϊού, αφήνοντας ουσιαστικά ελεύθερο το πεδίο στο στρατόπεδο Τραμπ.

Ενας άλλος αστάθμητος παράγοντας είναι πόσοι από τους υποστηρικτές του Μπάιντεν τελικά θα στείλουν τις επιστολικές ψήφους τους και δεν θα εγκαταλείψουν τα ψηφοδέλτια στο τραπέζι της κουζίνας ή ακόμη θα εμφανιστούν στα εκλογικά κέντρα για να ψηφίσουν. Ο πρώην συντάκτης ομιλιών του Μπάιντεν, Μάθιου Λίτμαν, πιστεύει ότι ένας άλλος λόγος ανησυχίας για την έκβαση των εκλογών είναι το ιδιαίτερα πολωτικό κλίμα, το οποίο πιθανώς να επηρεάσει τη συμμετοχή των Δημοκρατικών ψηφοφόρων. «Φοβάμαι ότι πολλοί θα δεχθούν απειλές εάν πάνε να ψηφίσουν. Ανησυχώ για τις περιπλανώμενες παραστρατιωτικές ομάδες που είδαμε σε διαδηλώσεις», τονίζει. Μείζον ζήτημα είναι και ο αριθμός των επιστολικών ψήφων που θα θεωρηθούν έγκυρες. Μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Πενσιλβάνια, σύμφωνα με την οποία οι επιστολικές ψήφοι που δεν θα περιέχονται στον σωστό φάκελο, τα λεγόμενα «γυμνά ψηφοδέλτια», δεν θα καταμετρηθούν, μέλη εκλογικών επιτροπών εκτιμούν ότι ακόμη και 100.000 επιστολικές ψήφοι μπορεί να απορριφθούν. Ο αριθμός αυτός είναι διπλάσιος από τη διαφορά με την οποία ο Τραμπ κέρδισε την Κλίντον στην πολιτεία, το 2016.

Η αλήθεια είναι ότι φέτος όσοι χαράσσουν την κομματική στρατηγική εστιάζουν το ενδιαφέρον τους σε παράγοντες όπως η εγκυρότητα των ψηφοδελτίων, η καταμέτρησή τους και η συμμετοχή των εκλογέων στη διαδικασία. Αυτό συμβαίνει διότι θεωρούν ότι δεν υπάρχει κάποιος άλλος ευμετάβλητος παράγοντας που θα μπορούσε να θέσει εν αμφιβόλω το αποτέλεσμα. Οι Ρεπουμπλικανοί έχουν σχεδόν εγκαταλείψει την ελπίδα μιας ολοκληρωτικής μεταστροφής της κατάστασης όσον αφορά την πανδημία, ούτε ελπίζουν σε θεαματική βελτίωση της οικονομίας. Πάνω από όλα, όμως, η 3η Νοεμβρίου παραμένει ένα δημοψήφισμα για τον Ντόναλντ Τραμπ, το οποίο, όπως όλα δείχνουν, χάνει.

Ενας φόβος των Δημοκρατικών επιπλέον είναι η ύπαρξη «ντροπαλών» ή σιωπηλών υποστηρικτών του Αμερικανού προέδρου, που δεν εκδηλώνουν τη βούλησή τους και αρνούνται να δηλώσουν στις δημοσκοπήσεις την υποστήριξή τους για έναν βαθιά διχαστικό πρόεδρο.
Ακόμη, όμως, και αν χάσει στη λαϊκή ετυμηγορία, όπως συνέβη το 2016, ο Τραμπ δεν αποκλείεται να παραμείνει στον Λευκό Οίκο κερδίζοντας στο Κολέγιο των Εκλεκτόρων, στο οποίο αντιπροσωπεύονται δυσανάλογα οι μικρές πολιτείες εις βάρος των μεγάλων, κάτι που ευνοεί τους Ρεπουμπλικανούς. Κάθε πολιτεία εκλέγει τόσους εκλέκτορες όσο είναι το άθροισμα των βουλευτών και των γερουσιαστών της. Οι βουλευτές είναι ανάλογοι του πληθυσμού, αλλά οι γερουσιαστές είναι παντού δύο, από την Καλιφόρνια των 40 εκατομμυρίων μέχρι το Γουαϊόμινγκ των 578.000.

Ωστόσο, θεωρείται στατιστικά άκρως απίθανο να κερδίσει ο Τραμπ το Κολέγιο των Εκλεκτόρων εάν δεν μειώσει την ψαλίδα με τον Μπάιντεν στη λαϊκή ψήφο κάτω από τις πέντε μονάδες.