Οικονομία ή δημόσια υγεία: η δύσκολη επιλογή
Τα πικρά διδάγματα από τις αλυσιδωτές αποτυχίες της κυβέρνησης Τραμπ στη μάχη εναντίον της πανδημίας
Το τέλος του 2020 έφερε σε δύσκολη θέση τον κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Aντριου Κουόμο, καθώς η πολιτεία του αντιμετώπιζε νέα έξαρση κρουσμάτων της COVID-19. Σε μια συνέντευξη Τύπου, περί τα τέλη Νοεμβρίου, ο κυβερνήτης τα έβαλε με τους συμπολίτες του. «Αν τηρούσατε τις κοινωνικές αποστάσεις και φορούσατε μάσκες και φερόσαστε έξυπνα, δεν θα είχαμε πρόβλημα. Είναι θέμα αυτοπειθαρχίας. Μόνο αυτοπειθαρχίας. Αν δεν φάτε το τσίζκεϊκ, δεν θα παχύνετε».
Η ωμή ρητορική του αποτυπώνει τον τρόπο που οι πολιτικές ηγεσίες, σε ρεπουμπλικανικές και δημοκρατικές πολιτείες, απαντούν στην κρίση του κορωνοϊού. Εχουν αποφασίσει να αντιμετωπίσουν την πανδημία ως ζήτημα ατομικής ευθύνης, τη στιγμή που η χώρα αντιμετωπίζει άλλες κοινωνικές πληγές, όπως η ανεργία και η φτώχεια.
Ασφαλώς είναι απολύτως αναγκαίο να τηρούμε τις αποστάσεις και να φοράμε μάσκες. Αλλά αυτές οι ατομικές πράξεις προφύλαξης δεν μπορεί να αποτελούν τη μόνη ή την πρωταρχική απάντηση στην πανδημία. Δέκα μήνες ύστερα από την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης, η κυβέρνηση χρεώνεται την αποτυχία στην αντιμετώπισή της. Δεν υπάρχει εθνική υποδομή για τη διεξαγωγή τεστ ή για την ιχνηλάτηση των κρουσμάτων. Δεν υπάρχει καλά οργανωμένο σχέδιο εμβολιασμού. Δεν είναι κανένα μυστήριο το τι θα μπορούσε να έχει κάνει διαφορετικά η κυβέρνηση. Κάθε ειδικός με τον οποίο μίλησα συμφώνησε ότι η υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα θα έπρεπε να είναι το τεστ.
Ωστόσο οι πολιτείες δεν διέθεταν τα αναγκαία κονδύλια και η βοήθεια από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν ήταν αρκετή. Στην περίπτωση της Νέας Υόρκης, οι πολιτειακές αρχές αποφάσισαν να αφήσουν σε λειτουργία οικονομικές δραστηριότητες υψηλού ρίσκου στα τέλη του καλοκαιριού και στις αρχές του φθινοπώρου, όταν τα κρούσματα είχαν πάρει την ανιούσα, για να ανακουφιστούν, κατά το δυνατόν, οι επιχειρήσεις. Αλλά τι αξίζει η «οικονομία» όταν αυτό που διακυβεύεται είναι η ίδια η ζωή μας;
Αποκαλώντας τα απαγορευτικά για την COVID-19 «οργουελιανής έμπνευσης», η υπεύθυνη Τύπου του Λευκού Οίκου Κέιλι Μακενάνι υποστήριξε ότι «ο αμερικανικός λαός αγαπά την ελευθερία» και «παίρνουν υπεύθυνες αποφάσεις για την υγεία τους σε ατομικό επίπεδο». Αυτό, κατά τη γνώμη της, είναι ο «αμερικανικός τρόπος ζωής».
Θα συμφωνήσω σε ένα σημείο: αυτός είναι ο αμερικανικός τρόπος να προάγουμε τον ατομισμό εις βάρος της συλλογικής ευθύνης. Το 2019, περίπου 34 εκατομμύρια Αμερικανοί ζούσαν επισήμως κάτω από το όριο της φτώχειας. Μετά την έκρηξη της πανδημίας, η αρχική απάντηση της κυβέρνησης, με την οικονομική ενίσχυση των νοικοκυριών, εμπόδισε την ανεξέλεγκτη επέκταση της φτώχειας. Αλλά όταν η βοήθεια σταμάτησε, πολλοί άνθρωποι καταστράφηκαν.
Οι τελευταίοι δέκα μήνες μάς έστειλαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα: είμαστε άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ μας. Δεν μπορούμε να μείνουμε υγιείς αν αυτό δεν συμβαίνει και με τους γείτονές μας. Η οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά αν οι Αμερικανοί είναι άρρωστοι και πεθαίνουν. Η οικονομία είναι μόνο το μέσο, σκοπός είναι η βελτίωση των συνθηκών ζωής. Η οικονομία πρέπει να μας υπηρετεί, όχι να θυσιάζουμε τη ζωή μας στον βωμό της.
BRYCE COVERT/THE NEW YORK TIMES