Ναν Γκόλντιν: Η φωτογράφος που έσωσε την Αμερική απ’ τους Σάκλερ
Η οικογένεια Σάκλερ ήταν ιδιοκτήτρια της φαρμακευτικής Purdue Pharma που ανέπτυξε το παυσίπονο OxyContin, υπεύθυνο για την επιδημία οπιοειδών στη χώρα
Στη φωτογραφία η γκαλερίστα Ρεβέκκα Καμχή είναι ξαπλωμένη μπρούμυτα, ακουμπάει νωχελικά στο χέρι της κι έχει ένα μελαγχολικό, σχεδόν τρομαγμένο ύφος. Μπροστά στον γυμνό, ροζ τοίχο, γεμάτο υγρασία, διακρίνεται μια πρίζα κι ένα αφαιρετικό φωτιστικό. Το σπίτι είναι του Αμερικανού καλλιτέχνη Mπράις Μάρντεν, έκθεση του οποίου είχε φιλοξενήσει πρόσφατα το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Θα μπορούσε να είναι κάποιο από τα κορίτσια που ζωγράφιζαν προπολεμικά ο Εγκον Σίλε και ο Γκούσταβ Κλιμτ στη Βιέννη στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Dopesick: Η Αμερική παγιδευμένη στον ιστό της οξυκωδόνης (ΒΙΝΤΕΟ)
Οταν η Ρεβέκκα γνωρίστηκε με την Αμερικανίδα φωτογράφο Ναν Γκόλντιν –πρώτα με το έργο της και μετά με την ίδια– ήταν 27 ετών. Πήγαινε άσκοπες βόλτες στη Νέα Υόρκη και κάπως έτσι βρέθηκε σε ένα art fair στο Gramercy Park. Κάθε γκαλερί είχε στη διάθεσή της ένα δωμάτιο ξενοδοχείου. «Μπαίνω σε ένα δωμάτιο και βλέπω ξαφνικά τις φωτογραφίες της. Και παθαίνω πλάκα. Αγόρασα όλα τα βιβλία και τα κουβάλησα σπίτι, παρόλο που δεν είχα αρκετά λεφτά. Τα κοίταζα ένα ένα και νόμιζα ότι διάβαζα μυθιστόρημα, ενώ απλώς κοιτούσα φωτογραφίες», θυμάται η Ρεβέκκα Καμχή. «Αρχισα να στέλνω μανιωδώς φαξ στην γκαλερί που την εκπροσωπούσε αλλά δεν μου απαντούσε κανείς. Οταν σε ένα πάρτι, όπου οι οικοδεσπότες είχαν ντυθεί Τζον Λένον και Γιόκο Ονο κι είχαν περάσει όλο το βράδυ στο κρεβάτι, έπεσα πάνω στον Μάθιου Μαρκς, τον γκαλερίστα που εκπροσωπούσε τη Ναν Γκόλντιν, μου είπε ότι δέχεται να φιλοξενήσω μια έκθεση στη νέα μου γκαλερί, στην οδό Σοφοκλέους, στην Αθήνα. Ηταν μόλις η τρίτη έκθεση που διοργάνωσα. Στο ίδιο ταξίδι τη γνώρισα, αρχίσαμε να κάνουμε βόλτες μαζί και γίναμε ζευγάρι».
Το ντοκιμαντέρ «All the beauty and the bloodshed» («Ολη η ομορφιά και η αιματοχυσία») της βραβευμένης με Οσκαρ Λόρα Πόιτρας που βασίζεται στην εκστρατεία της Ναν Γκόλντιν κατά της οικογένειας Σάκλερ, ιδιοκτήτριας της φαρμακευτικής εταιρείας Purdue Pharma, η οποία ανέπτυξε το οπιοειδές παυσίπονο OxyContin, υπεύθυνο για την επιδημία οπιοειδών στη χώρα, συμπεριελήφθη από τους New York Times στις δέκα καλύτερες ταινίες του 2022. Το σκληρό, αλλά και ταυτόχρονα αριστοτεχνικά γυρισμένο, πορτρέτο της φωτογράφου κέρδισε φέτος το Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία.
Η ταινία ξεκινάει με την Γκόλντιν και άλλους ακτιβιστές στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (ΜΟΜΑ) της Νέας Υόρκης, όπου συμμετέχουν σε καθιστική διαμαρτυρία. Η οργή τους στρέφεται εναντίον του μουσείου που έλαβε δωρεές από την οικογένεια Σάκλερ. Διεκδικούν αποκαθήλωση του ονόματος των χορηγών και επιστροφή της δωρεάς, την οποία αποκαλούν blood money (χρήμα βαμμένο με αίμα). Η Γκόλντιν εθίστηκε στα οπιοειδή έπειτα από μια επέμβαση. Ηταν μια περίοδος που η ίδια αποκαλεί «σκοτάδι της ψυχής». Πιστεύει ακράδαντα ότι οι Σάκλερ είπαν εσκεμμένα ψέματα για την ασφάλεια του OxyContin και δύσκολα θα λογοδοτήσουν γι’ αυτό. «Είναι σοκαριστικό. Με πιάνει κατάθλιψη και με τρομοκρατεί ταυτόχρονα», δήλωσε πρόσφατα. H Purdue Pharma γιγαντώθηκε πρώτα πουλώντας «Βάλιουμ» και στη συνέχεια κάνοντας επιθετικό μάρκετινγκ του επίμαχου οπιοειδούς. Παράλληλα, η οικογένεια Σάκλερ αναδείχθηκε σε μαικήνα της τέχνης. Τα ίδια μουσεία που αγόραζαν τις φωτογραφίες της Γκόλντιν, βάφτιζαν ολόκληρες πτέρυγες με το όνομα της οικογένειας Σάκλερ. Από το Μητροπολιτικό Μουσείο έως το Γκούγκενχαϊμ και την γκαλερί Τέιτ, όλα τα μουσεία που ευεργετήθηκαν από τη φαρμακευτική εταιρεία επιχείρησαν να υποβαθμίσουν το ζήτημα.
To ζητούμενο
«Σ’ έχουν βγάλει κι εσένα και μένα πολλές φωτογραφίες. Το ζητούμενο δεν είναι αυτός που σε βγάζει. Το θέμα είναι εσύ που κοιτάς ποιος σε βγάζει. Η Ναν όποιον φωτογραφίζει τον ξέρει πάρα πολύ καλά και είναι μπροστά της γυμνός. Αυτό είναι το ριζοσπαστικό στη δουλειά της. Φωτογράφοι και πορτρέτα υπάρχουν άπειροι και άπειρα. Εκείνη όμως πάντα βγάζει τον κόσμο της, τη ζωή. Σκέψου ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε η αίσθηση της διαρκούς έκθεσης και της αγωνίας ποιος άλλος θα δει αυτήν τη φωτογραφία. Είναι σαν οικογενειακές φωτογραφίες. Οι άνθρωποι στις φωτογραφίες της δεν είχαν σκεφτεί ποτέ ότι θα τις δημοσιεύσει κάπου αλλού. Δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό π.χ. ότι η φωτογραφία μου θα μπει στο Whitney. Είναι λοιπόν αυτές οι στιγμές που αφήνεσαι. Δεν ποζάρεις», λέει η Ρεβέκκα Καμχή. Oταν κάποια χρόνια αργότερα έγινε η μεγάλη ατομική έκθεσή της στο Whitney η φωτογραφία της Ρεβέκκας πωλείτο ως καρτ ποστάλ στο κατάστημα του μουσείου. Η τότε σύντροφός της, Ντομινίκ Λεβί, γνωστή γκαλερίστα της Νέας Υόρκης, πήγε, αγόρασε όλες τις κάρτες και τις έσκισε. Της εκμυστηρεύτηκε τη σκηνή χρόνια αργότερα.
Η Ναν Γκόλντιν ήταν ανέκαθεν εξαρτημένη από ουσίες, είτε αυτό ήταν χάπια, πρέζα, αλκοόλ ή οπιοειδή. Εμπαινε συνέχεια σε κλινικές για αποτοξίνωση και μετά έβγαινε. Της συνταγογραφούσε ένας γιατρός ένα σκεύασμα και μετά το συμπλήρωνε με μια άλλη συνταγή. Με τη Ρεβέκκα Καμχή είχαν πάει στη Γενεύη, στην Υδρα και στη Μύκονο. Εχει φωτογραφίες από όλα τα ταξίδια τους. Εκείνη που της είχε βγάλει στην Ελβετία, στο κρεβάτι όσο περίμενε να ετοιμαστεί η Ναν, είναι τώρα στο σπίτι της μαμάς της. Πάντα χρησιμοποιεί αναλογική μηχανή, συνήθως Leica. Την έχει πάντα μαζί της. «Την έχω βγάλει κι εγώ μερικές φορές με τη δική της μηχανή».
Οταν κάποια στιγμή έμεινε στην Αθήνα, στην γκαλερί στη Σοφοκλέους, έτρωγαν συχνά στο Δίπορτο. «Μια μέρα πήγε μόνη της στην Ακρόπολη. Ενα ζευγάρι τουρίστες της ζήτησε να τους βγάλει μια φωτογραφία. Και της έδιναν οδηγίες: “Οχι, όχι έτσι. Πιο πίσω”. Από μέσα της γελούσε, γιατί σκεφτόταν ότι δύο ανυποψίαστοι τουρίστες έχουν φωτογραφία της Ναν Γκόλντιν στο φιλμ τους, χωρίς να το ξέρουν. Κι είμαι σίγουρη ότι ακόμη κι αυτή η φωτογραφία θα είναι αριστούργημα», διηγείται η Ρεβέκκα Καμχή. «Τον αυθορμητισμό στη φωτογραφία τον έχουν αντιγράψει σήμερα. Εχουμε δει στη συνέχεια πολλές τέτοιου είδους φωτογραφίες, τώρα έχουμε κορεστεί. Εχει σημασία όμως αυτό στην τέχνη: πώς αυτό που βλέπεις ένας καλλιτέχνης το έκανε για πρώτη φορά. Θαύμαζε βέβαια την Ντιάν Αρμπους και το έλεγε συνέχεια. Οπως και η Αρμπους ανακαλύπτει παντού την ομορφιά. Χρησιμοποιεί διαρκώς αυτήν τη λέξη. “Δεν είναι όμορφο; Δεν είναι υπέροχο;”, ρωτάει και βλέπεις μια φωτογραφία της με ένα άτομο ΛΟΑΤΚΙ, με ένα χέρι μόνο και μουτζουρωμένο πρόσωπο. Ομως πράγματι αναγνωρίζει παντού την ομορφιά, το κάνει, δε, αυθόρμητα, αβίαστα. Οταν κάναμε ένα slide show στην ταράτσα της γκαλερί μου στη Σοφοκλέους με θέα τον Παρθενώνα, της λέει κάποιος, “είναι δύσκολο το θέμα με το οποίο καταπιάνεστε, ε;”. Αναφερόταν στη σημαντικότερη δουλειά της, το «Ballad of sexual dependency» («Η μπαλάντα της σεξουαλικής εξάρτησης»), που είχε άτομα ΛΟΑΤΚΙ, εξαρτημένα κ.λπ. Εκείνη δεν το έβλεπε έτσι: “Ναι, η ζωή”, ήταν η απάντησή της. Αυτή είναι η αυθεντική καθημερινότητά της».
Το ντοκιμαντέρ της Πόιτρας δείχνει την Γκόλντιν να μεγαλώνει σε μια κακοποιητική οικογένεια και να ζει ως άστεγη στη Νέα Υόρκη.
Πάθη και αγωνία
«Είναι ένας άνθρωπος γεμάτος πάθη, παρορμητική, επιρρεπής στους εθισμούς. Ερωτεύεται, τσακώνεται, δεν μιλάει σε φίλους της για καιρό, μετά συμφιλιώνεται. Η αδελφή της αυτοκτόνησε όταν ήταν 18 ετών. Ξάπλωσε στις γραμμές του τρένου κοντά στο Σίλβερ Σπρινγκ του Μέριλεντ και περίμενε. Η Ναν ξεκίνησε λοιπόν να φωτογραφίζει για να μη χάσει την εικόνα, τη μνήμη κάποιου. Αυτή η αγωνία συνεχίστηκε με την επιδημία του έιτζ, όταν πάλι έχασε πολλούς φίλους της. Κι εκεί οι φωτογραφίες έγιναν πολύτιμες γιατί φωτογράφιζε ανθρώπους που φοβόταν ότι θα πεθάνουν ή ότι θα κολλήσουν έιτζ. Είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε ότι δεν ήταν επιτηδευμένη η γοητεία που της ασκούσε το περιθώριο. Αυτοί ήταν οι φίλοι της, με αυτούς έκανε παρέα», τονίζει η Ρεβέκκα Καμχή. Δεν είναι δηλαδή η πρώτη φορά που η Γκόλντιν χρησιμοποιεί την αναγνωρισιμότητά της για να αγωνιστεί με πάθος για έναν ιερό σκοπό. Το είχε κάνει και κατά τη δεκαετία του 1980 με την επιδημία του έιτζ. Με τις φωτογραφίες της έφερε πάνω από όλα ορατότητα στα θύματα του έιτζ: «Η ορατότητα καμία φορά μπορεί να μη βοηθάει όσους φωτογραφίζει. Αλλά εκείνη δεν το σκέφτεται. Δεν κάνει κάτι ούτε για καλό ούτε για κακό. Η τέχνη της δεν είναι ακτιβιστική. Η τέχνη είναι τέχνη. Δεν έχει σκοπό. Οταν αρχίζει να γίνεται εργαλείο παύει να είναι τέχνη», καταλήγει η Ρεβέκκα Καμχή.
Η Purdue Pharma χρεοκόπησε, αν και μέλη της οικογένειας Σάκλερ δεν αντιμετωπίζουν κατηγορίες για την κρίση των οπιοειδών. Παρόλο που η εταιρεία καλείται να πληρώσει πολλά δισ. δολάρια στο πλαίσιο συμβιβασμού, η συνολική περιουσία της οικογένειας ανέρχεται σε 11 δισ. δολάρια.
– Η αίθουσα τέχνης Ρεβέκκα Καμχή, που άνοιξε το 1995, βρίσκεται στην οδό Λεωνίδου 9 (Μεταξουργείο). Η ταινία «All the beauty and bloodshed» της Λόρα Πόιτρας βγαίνει στους ελληνικούς κινηματογράφους από την εταιρεία διανομής Strada, η οποία δεν έχει ανακοινώσει ημερομηνία προβολής.Η έκθεση της Ναν Γκόλντιν «Τhis will not end well» συνεχίζεται έως τις 26 Φεβρουαρίου 2023 στο Μoderna Museet της Στοκχόλμης.
Ξένια Κουναλάκη – kathimerini.gr