Μπορούμε επιτέλους να είμαστε αισιόδοξοι με την «Όμικρον»;
Οι αρχικές προβλέψεις μπορεί και να επαληθευτούν. Ναι, είναι υπερμεταδοτική η Όμικρον, αλλά, μήπως αφήνει να διαφαίνεται μια αχτίδα αισιοδοξίας για τους πολύπαθους ανθρώπους αυτού του πλανήτη; Για να δούμε.
Όλα ξεκίνησαν από τη Νότιο Αφρική. Κι εκεί, όπως είναι λογικό, διενεργούνται και οι πρώτες μελέτες, καθώς υπάρχει δυνατότητα κλινικού ελέγχου. Σήμερα, ένα μήνα περίπου μετά, οι επιστήμονες της Νοτίου Αφρικής διατείνονται ότι η Omicron έχει μικρή διάρκεια και κατόπιν μελέτης της πορείας της στη χώρα προχώρησαν στο συμπέρασμα ότι είναι θέμα μηνών να εξαφανιστεί από τον πλανήτη.
Μετά τις βρετανικές και νοτιοαφρικανικές μελέτες που θέλουν τη νέα μεταδοτική μετάλλαξη να προκαλεί ήπια νόσηση και να μην οδηγεί, σε μεγάλο ποσοστό, στην εισαγωγή στο νοσοκομείο, ειδικοί εκτιμούν πως είναι θέμα εβδομάδων η παραλλαγή να εξαφανιστεί από τη Νότια Αφρική αρχικά.
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν και στο Ισραήλ
Στη χορήγηση της τέταρτης δόσης προτίθετο να προχωρήσει το Ισράηλ για τις ομάδες υψηλού κινδύνου, παρά το γεγονός ότι δεν έχει ξεκινήσει ακόμη η μελέτη που θα εξετάσει την αποτελεσματικότητά της. Το ιατρικό κέντρο Sheba, έξω από το Τελ Αβίβ, ήταν προγραμματισμένο να αρχίσει τις δοκιμές σε 100 εθελοντές αυτήν την εβδομάδα, ύστερα από σχετικό αίτημα που υπέβαλε το Ισραήλ στην αρμόδια ρυθμιστική αρχή του Ελσίνκι, στις αρχές Δεκεμβρίου. Η διανομή επρόκειτο να ξεκινήσει από την Κυριακή, όμως το υγειονομικό επιτελείο του Ισραήλ πάγωσε την απόφαση ύστερα από σχετική σύσκεψη στην οποία και ετέθησαν επί τάπητος τα αποτελέσματα ερευνών που δείχνουν ότι οι ασθενείς της Omicron κινδυνεύουν κατά 50-70% λιγότερο να νοσηλευτούν σε σχέση με τους φορείς της παραλλαγής Delta.
Αλλά και ο καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος, αν και είναι ιδιαίτερα προσεκτικός στις αναλύσεις για τα δεδομένα της Όμικρον, δεν μπορεί να μην αφήσει να διαφανεί η αχτίδα αισιοδοξίας. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το κλίμα στα διεθνή ΜΜΕ, όπως και οι απόψεις της πλειονότητας των ειδικών όσον αφορά στην παραλλαγή όμικρον. Μέχρι πρόσφατα οι ειδήσεις και οι απόψεις αναφέρονταν στην τεράστια καταστροφή και στις πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις που θα έχουμε σε σχέση με τη δέλτα, και την αδυναμία των συστημάτων υγείας να ανταποκριθούν. Τώρα, επικρατεί ένα κλίμα υπεραισιοδοξίας με αναφορά σε πρόσφατες μελέτες που δείχνουν πως είναι τελικά πιθανόν η Όμικρον να προκαλεί ηπιότερη νόσο σε σχέση με τη Δέλτα.
Τι συμβαίνει όμως τελικά με τη νόσηση; Προκαλεί η όμικρον πιο σοβαρή νόσο;
“Από τις πρόσφατες μελέτες στην Αγγλία, στη Σκωτία, και στη Ν. Αφρική, αλλά και από την αρχική ανάλυση των δεδομένων των ΗΠΑ, της Νορβηγίας, της Δανίας, και της Αυστραλίας, προκύπτει, πως όσοι νοσήσουν από Όμικρον είναι λιγότερο πιθανό να μπουν στο νοσοκομείο, σε σύγκριση με αυτούς που είχαν νοσήσει με την παραλλαγή Δέλτα. Πώς δικαιολογούνται όμως αυτά τα ευρήματα που ανέφερα; Ότι δηλαδή όσοι νοσήσουν από όμικρον είναι λιγότερο πιθανό να μπουν στο νοσοκομείο, σε σύγκριση με αυτούς που είχαν νοσήσει με την παραλλαγή δέλτα” ρωτά ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο LSE Ηλίας Μόσιαλος.
“Είναι πιθανό η παραλλαγή όμικρον λόγω των μεταλλάξεων να έχει δομικές αλλαγές που τελικά οι μολύνσεις να μπορεί να προκαλέσουν πιο ήπια συμπτωματολογία.
Μπορεί να βλέπουμε πιο ήπια συμπτώματα γιατί υπάρχει προστασία σε όσους είχαν κολλήσει προηγούμενες παραλλαγές ή γιατί έχουν κάνει το εμβόλιο.
Μπορεί να παίζουν ρόλο τα δημογραφικά χαρακτηριστικά ενός πληθυσμού όπως στη Ν. Αφρική που η πλειονότητα ήταν νέοι και είχαν περάσει κορωνοϊό στο παρελθόν (και επίσης στους νέους δεν περιμένουμε συνήθως βαριά νόσο).
Μπορούν να ισχύουν όλα αυτά ταυτόχρονα. Για να είμαστε απολύτως σίγουροι, θα πρέπει να περιμένουμε και να δούμε την ανάλυση, όπου έχουν συγκριθεί διεξοδικά τα στοιχεία της παθολογίας που προκάλεσε σε ανεμβολίαστους η όμικρον, σε άτομα με ίδια χαρακτηριστικά που είχαν κολλήσει την δέλτα.
Επομένως χρειαζόμαστε λίγο καιρό ακόμα για να ξέρουμε τι από όλα αυτά ισχύει. Το σίγουρο είναι πως έχουμε αποφύγει το πιο δυσμενές σενάριο, το να είναι η όμικρον πιο μολυσματική και πιο επικίνδυνη. Αλλά δεν έχουμε αποφύγει ακόμη τον κίνδυνο”.
Της Σοφίας Κωστάρα-capital.gr