Μπορεί κανείς να εκπροσωπήσει το «οξυγόνο» αυτή τη στιγμή;
Η εκπροσώπηση του αιτήματος της κοινωνίας για δημοκρατία και δικαιοσύνη, για «οξυγόνο», δεν μπορεί να γίνει από τα υπάρχοντα σχήματα
Στα συλλαλητήρια για τα Τέμπη ακούστηκε η κραυγή αγωνίας της κοινωνίας για δικαιοσύνη, αλήθεια και δημοκρατία. Ούρλιαζαν για «οξυγόνο».
Τέθηκε, δηλαδή, ένα αίτημα πολιτικής αλλαγής και όχι απλώς κυβερνητικής.
Αυτό, άλλωστε, είναι που προκαλεί και τόση αμηχανία στην κυβέρνηση. Γιατί συνειδητοποιεί ότι είναι αντιμέτωπη με μια κρίση εμπιστοσύνης τόσο βαθιά που δεν μπορεί να απαντηθεί με κλασικές «διορθωτικές» παρεμβάσεις. Δηλαδή, για να το πούμε απλά, όταν οι άνθρωποι ζητούν ένα κράτος που να τους σέβεται περισσότερο και να μην συγκαλύπτει ευθύνες, δεν πρόκειται να ικανοποιηθούν με κάποιες αυξήσεις, ακόμη και εάν η ακρίβεια είναι ένας από τους λόγους που είναι οργισμένοι.
Αυτό επίσης εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τα δημοσκοπικά ευρήματα με τα κόμματα της αντιπολίτευσης να μην καρπώνονται την κοινωνική δυσαρέσκεια. Γιατί αυτό που ψάχνει η κοινωνία δεν είναι απλώς ένα κόμμα διαμαρτυρίας, που επί της ουσίας υπόσχεται διαφορετική διαχείριση – έστω πιο δίκαιη- αλλά ένα πολιτικό κίνημα που να μπορεί να εγγυηθεί μια βαθιά δημοκρατική μεταρρύθμιση και μια εναλλακτική πολιτική. Γι’ αυτό και διάφοροι πολιτικοί σχηματισμοί που πιστεύουν ότι λειτουργούν ως ισχυρά αντηχεία της διαμαρτυρίας, θα διαπιστώσουν σύντομα ότι η επιρροή τους έχει στενά όρια, πολύ απλά γιατί δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη ότι μπορούν να φέρουν αυτή την αναγκαία δημοκρατική αλλαγή.
Και αυτό εξηγεί, επίσης, γιατί όσο και εάν το προσπαθούν κάποια τμήματά της, η Ακροδεξιά δεν θα μπορέσει να πείσει ότι είναι η δύναμη της αλλαγής, όχι μόνο γιατί είναι σάρκα εκ της σαρκός του συστήματος, απολύτως καθεστωτική δύναμη και καθόλου «αντισυστημική», αλλά και γιατί όταν το ζητούμενο είναι το «οξυγόνο», ιδεολογίες που στηρίζονται στη μισαλλοδοξία και τον αυταρχισμό δεν έχουν απολύτως τίποτα να προτείνουν και να προσφέρουν.
Ούτε βέβαια η κοινωνία επιζητά το «χάος» και την «εκτροπή», όπως σχεδόν βλακωδώς γράφουν διάφοροι. Όπως δεν τα επιζητούσε και όταν ξεσηκώθηκε το 2010-12 γιατί έβλεπε να έρχεται η οικονομική και κοινωνική καταστροφή της.
Αυτό που επιζητά είναι μια μεγάλη δημοκρατική αλλαγή. Μια κανονική …«κανονικότητα» με ποιοτική Δημοκρατία, με μέρισμα της ανάπτυξης για όλους, με ισχυρό κοινωνικό κράτος, με εγγυήσεις για την κοινωνική συνοχή και ασφάλεια. Μια νέα συνθήκη που να κάνει τον πολίτη να αισθάνεται ότι οι ανάγκες του ακούγονται, ότι το πολιτικό σύστημα σκέφτεται με όρους κοινωνικών αναγκών και όχι «ειδικών συμφερόντων», ότι «το κράτος λειτουργεί» προς όφελός του, ότι σπάει ο φαύλος κύκλος της έλλειψης λογοδοσίας.
Και τέτοιες τομές ή αιτήματα στην ελληνική ιστορία είχαν πάντα δημοκρατικό πρόσημο, δηλαδή εκπροσωπήθηκαν από πολιτικούς και κόμματα που ανήκαν στο δημοκρατικό τόξο, δηλαδή επέμεναν να σέβονται τη λαϊκή βούληση και να αναγνωρίζουν ότι οι εργαζόμενοι και η μεσαία τάξη είναι η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας.
Υπάρχουν, σήμερα οι πολιτικοί ηγέτες και οι δυνάμεις που μπορούν να το κάνουν αυτό και άρα να εκπροσωπήσουν και να δώσουν σάρκα και οστά στο αίτημα της κοινωνίας για οξυγόνο;
Η απάντηση είναι προφανώς αρνητική. Και υπάρχουν λόγοι γι’ αυτό. Τα κόμματα, ιδίως τα δημοκρατικά έχασαν την ικανότητα να «προσελκύουν ταλέντο» – για την ακρίβεια ο τελευταίος πολιτικός που «προσέλκυσε ταλέντο», δηλαδή ανθρώπους με ικανότητες ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά το έργο που ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας κινείται στην αντίθετη από την κοινωνικά επιθυμητή κατεύθυνση. Οι δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας βρίσκονται εκτός κομμάτων. Στην περίοδο των μνημονίων διαμορφώθηκε μια πολύ «στενή» αντίληψη για το τι είναι πολιτική, καθώς ταυτίστηκε με την απλή διαχείριση του υπάρχοντος. Πάνω από όλα οι πολίτες απομακρύνθηκαν από την πολιτική και ανέπτυξαν μια δυσπιστία απέναντι σε ό,τι την αφορά.
Το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του αντιμετωπίζει κρίση κοινωνικής νομιμοποίησης. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κοινωνία και οι πολίτες σταμάτησαν να κινητοποιούνται, να σκέφτονται, να αναζητούν φορέα που μπορεί να τους εκφράσει. Οι ανάγκες τους, όπως διατυπώνονται στις έρευνες κοινής γνώμης, δεν μπορούν να εκπροσωπηθούν ούτε από τα υπάρχοντα σχήματα, ούτε από την ακροδεξιά. Για την ακρίβεια θα στραφούν στην ακροδεξιά μόνο εάν πιστέψουν ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει οπότε και θα θελήσουν απλώς να ψηφίσουν αρνητικά.
Σημαίνει αυτό ότι απλώς περιμένουμε κάποιον που θα έρθει «από το πουθενά»; Τον Μεσσία που θα συνεπάρει τα πλήθη και θα ηγηθεί της αλλαγής; Αυτό συμβαίνει μόνο σε ταινίες.
Στην ελληνική ιστορία τα πρόσωπα που εκπροσώπησαν βαθιά δημοκρατικά αιτήματα αλλαγής δεν «έρχονταν από το πουθενά». Ούτε ήταν άγνωστα. Αυτό που τολμούσαν να κάνουν ήταν σε συγκεκριμένες στιγμές να εκπροσωπούν τη δημοκρατία και την αλλαγή, το «οξυγόνο», όπως μπορούσε να ορίζεται σε κάθε στιγμή. Που μπορούσαν να διαπαιδαγωγήσουν και να εμπνεύσουν κοινωνικές δυνάμεις και να πείσουν ανθρώπους να κινητοποιηθούν και να βάλουν πλάτη, στρατευμένοι σε ένα κοινό όραμα. Πάνω από όλα να φέρουν στο προσκήνιο εκείνους τους ικανούς, που μέχρι τότε φαίνονταν απρόθυμοι να συμμετέχουν.
Ούτε σημαίνει αυτό ότι πρόσωπα και σχήματα που τώρα υπάρχουν είναι άχρηστα και πρέπει απλώς να παραμεριστούν. Χρειάζεται, όμως, να βρουν νέους ρόλους. Κάτι ανάλογο με αυτό που έκανε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος στις ταινίες του όταν έβαζε ηθοποιούς του παλιού ελληνικού κινηματογράφου να παίζουν ρόλους που έβγαζαν τις πραγματικές πτυχές του ταλέντου τους.
Ποιος θα πάρει την πρωτοβουλία για όλα αυτά; Σίγουρα όχι όσοι πιστεύουν ότι ήδη ηγούνται της αντιπολίτευσης ή φαντασιώνονται ότι ένα κύμα οργής θα τους φέρει στο Μέγαρο Μαξίμου.
Ίσως γιατί δεν είναι πρωτίστως ζήτημα ανάπτυξης πρωτοβουλίας αλλά συνειδητοποίησης και ανάληψης της βαριάς ευθύνης, πριν η φύση που απεχθάνεται τα «κενά» το κλείσει με τρόπο επικίνδυνο, γιατί όντως ιδεολογικά και πολιτικά το πλήθος στις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις για τα Τέμπη είναι αχαρτογράφητο και εν πολλοίς χαρακτηρίζεται από μια «ρευστότητα», η οποία όμως μπορεί να κυλήσει είτε προς το βούρκο της ακροδεξιάς, είτε προς το καθαρό ποτάμι της αλλαγής.
Ευθύνης, λοιπόν, να μιλήσουν για την αναγκαία δημοκρατική αλλαγή. Ευθύνη να εξηγήσουν με τρόπο πειστικό ποιες τομές χρειάζονται στη λειτουργία του κράτους ώστε να σταματήσουν να το αντιμετωπίζουν οι πολίτες ως εχθρό. Ευθύνη να δείξουν ότι μπορεί να υπάρξει ένα άλλο πρότυπο διακυβέρνησης, πολύ πιο σεμνό και πιο δημοκρατικό. Ευθύνη να δείξουν πώς μπορούν να κινητοποιηθούν δυνάμεις και πόροι ώστε να γίνουν οι αναγκαίες αλλαγές. Ευθύνη να διαμορφώσουν όχι απλώς ένα εναλλακτικό πολιτικό σχήμα, αλλά τελικά μια διαφορετική ιστορική διαδρομή για τη χώρα και το λαό της.
Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος – in.gr