Μπέτι Ντέιβις: Κόντρες, μίση και μια περιπετειώδης ζωή
Μια εκρηκτική, δύσκολη και τρομερά ταλαντούχα ηθοποιός του Χόλιγουντ, ένα ιερό τέρας της 7ης τέχνης
Η Ρουθ Ελίζαμπεθ «Μπέτι» Ντέιβις ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός που θεωρείται «ιερό τέρας» του αμερικάνικου κινηματογράφου, ενώ πρωταγωνίστησε σε πολλές κλασσικές ταινίες της χρυσής περιόδου του.
Εάν υπάρχει μια λίστα με τις πέντε καλύτερες ηθοποιούς της αξεπέραστης χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, σίγουρα μία θέση καταλαμβάνει η Μπέτι Ντέιβις, το «ιερό τέρας» της υποκριτικής, που πίσω από τη λεπτεπίλεπτη και εύθραυστη φιγούρα της, το γλυκό επιφανειακά πρόσωπό της, την αινιγματική και ανεξερεύνητη ματιά της, έκρυβε τη σκληράδα, που απαιτείται για να επιβιώσει ή καλύτερα να κυριαρχήσει για χρόνια στην αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία.
Η ζωή της ένα ευφάνταστο σενάριο, που μοιάζει με κουβάρι εμπλουτισμένο με φήμες, στα όρια της μυθολογίας. Μπροστά, όμως, από όλα αυτά υπάρχει το τεράστιο υποκριτικό της ταλέντο, η έμφυτη λάμψη, η διαπεραστική ματιά της, η έκφραση του προσώπου της, που μπορούσε να γλυκάνει τις ψυχές, να γίνει ποθητή, αλλά και απειλητική περισσότερο από μια πεινασμένη τίγρη.
Η κινηματογραφική της σταδιοδρομία, πέρα από τις δόξες και τα ζήτω, τα δύο Όσκαρ και τις 11 υποψηφιότητες για Όσκαρ ερμηνείας, τις απογοητεύσεις και τον πόλεμο με τα πανίσχυρα στούντιο ή άλλες ηθοποιούς (η ιστορία της έχθρας της με την Τζόαν Κρόφορντ είναι από μόνη της ένα κεφάλαιο του σινεμά) ήταν, κατά γενική ομολογία, θριαμβευτική, εν αντιθέσει με την προσωπική της ζωή, που σκιάστηκε από το μίσος και τη συναισθηματική αστάθεια.
Η Μπέτι Ντέιβις είχε δηλώσει ότι «θέλω να πεθάνω με τα ψηλά τακούνια μου σε δράση» και δικαιώθηκε καθώς πρωταγωνίστησε στην ταινία του 1987 «Οι Φάλαινες του Αυγούστου», πλησιάζοντας τα 80 της χρόνια και έκανε μια εμφάνιση στο «Μια Μητριά, Σκέτος Μπελάς» το 1989, χρονιά που άφησε την τελευταία της πνοή.
Με αφορμή τη συμπλήρωση 30 χρόνων από το θάνατό της (απεβίωσε στις 6 Οκτωβρίου 1989), είναι ευκαιρία να θυμηθούμε τις σημαντικότερες στιγμές της απίστευτης καλλιτεχνικής της πορείας, αλλά και της ασυμβίβαστης και πολλές φορές συγκρουσιακής της συμπεριφοράς στην προσωπική της ζωή, που περιγράφεται ιδανικά και λακωνικά στην ταφόπλακα της: «Έκανε τα πάντα με τον δυσκολότερο τρόπο».
Από τον Μπαλζάκ και τον Ίψεν στη Universal
Η Ρουθ Ελίζαμπεθ Ντέιβις γεννήθηκε στο Λόουελ της Μασαχουσέτης στις 5 Απριλίου του 1908, ενώ οι γονείς της, ο πατέρας δικηγόρος και η μητέρα φωτογράφος, απέκτησαν ένα χρόνο μετά ακόμη μία κόρη, την Μπάρμπαρα. Επτά χρόνια μετά τη γέννησή της, οι γονείς της χώρισαν και η μητέρα της αναγκάστηκε να δουλέψει στη Νέα Υόρκη. Στην εφηβεία της, εμπνευσμένη από το μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ «Η Εξαδέλφη Μπέτι» υιοθέτησε το όνομα Μπέτι, με το οποίο έγινε διάσημη και παρακολουθώντας στο θέατρο την «Αγριόπαπια» το Ίψεν αποφασίζει να γίνει ηθοποιός. Σπουδάζει χορό και υποκριτική έχοντας για συμμαθήτριες την Κάθριν Χέπμπορν και την Λούσιλ Μπολ και το 1929 – τι σύμπτωση! – την επιλέγουν για να παίξει στην «Αγριόπαπια» στο θέατρο. Τον επόμενο χρόνο την καλούν στη Universal για ένα δοκιμαστικό και υπογράφει αμέσως συμβόλαιο.
Από τις πρώτες αποτυχίες στο θρίαμβο
Το 1931 γυρίζει την πρώτη της ταινία «Η Κακιά Αδελφή» ακολουθούν άλλες πέντε ταινίες στη Universal, οι οποίες δεν έχουν επιτυχία, με αποτέλεσμα να μην τις ανανεώσουν το συμβόλαιο και να βρεθεί στη Warner.
Οι προβολείς της δημοσιότητας θα στραφούν επάνω της το 1934 όταν πρωταγωνιστεί στην ταινία «Ανθρώπινη Δουλεία». Είχε προηγηθεί μία από τις πολλές περιπέτειες με τα μεγάλα στούντιο του Χόλυγουντ. Ο Τζακ Γουόρνερ, είχε αρνηθεί να τη «δανείσει» στην Columbia για να πρωταγωνιστήσει στο εξαιρετικό «Συνέβη μια Νύχτα» του Φρανκ Κάπρα, του πιο επιτυχημένου σκηνοθέτη εκείνης της εποχής. Όταν λοιπόν είδε το σενάριο της «Ανθρώπινης Δουλείας» πήρε την απόφαση να μη χάσει την ευκαιρία και έπεισε τον διστακτικό Γουόρνερ να την αφήσει να παίξει στην ταινία του Τζον Κρόμγουελ προκαλώντας το θαυμασμό. Οι κριτικοί την αποθεώνουν γράφοντας για την καλύτερη ερμηνεία που έχει γίνει ποτέ από γυναίκα ηθοποιό, στο ρόλο μίας αδίστακτης χειριστικής γυναίκας. Ωστόσο, χάνει το Όσκαρ από την Κλοντέτ Κολμπέρ που είχε πάρει το ρόλο, που είχε χάσει η Ντέιβις, στην ταινία του «Συνέβη μια Νύχτα».
Κόντρα στα στούντιο
Το 1935 πρωταγωνίστησε στο «Μία Επικίνδυνη Γυναίκα» με τον Φράντσο Τόουν συμπρωταγωνιστή, με τις φήμες να τη θέλουν να έχουν ερωτική σχέση, παρότι ο ηθοποιός είχε σχέση με την Τζόαν Κρόφορντ. Ο Τόουν τελικά παντρεύτηκε την Κρόφορντ, δίνοντας το έναυσμα για το μίσος που θα αναπτυχθεί ανάμεσα στις δυο σταρ. Πάντως, η Ντέιβις κέρδισε το Όσκαρ για την ταινία αυτή, καθώς η Ακαδημία διόρθωσε την τεράστια αδικία της προηγούμενης χρονιάς.
Αμέσως μετά έπαιξε στο φημισμένο φιλμ νουάρ «Το Απολιθωμένο Δάσος» του Άρτσι Μάγιο, δίπλα στον θρύλο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ενώ έχασε την ευκαιρία να παίξει με την Κάθριν Χέπμπορν, υποδυόμενη τη βασίλισσα Ελισάβετ, στην ταινία του Τζον Φορντ «Μαρία Στιούαρτ», καθώς για μία ακόμη φορά ο Τζακ Γουόρνερ αρνήθηκε το δανεισμό της στη RKO. Τότε η Ντέιβις μπαίνει σε μια μεγάλη περιπέτεια, καθώς αποφασίζει να σπάσει το συμβόλαιό της με την Warner, η οποία κινήθηκε δικαστικά εναντίον της για αθέτηση συμβολαίου. Το δικαστήριο στο Χόλυγουντ φυσικά δικαίωσε την εταιρεία παίρνοντας από την ηθοποιό όλα όσα είχε βγάλει μέχρι στιγμής. Αυτό, όμως, δεν την εμπόδισε να παίξει στο φιλμ «Στιγματισμένες Γυναίκες» και να κερδίσει το βραβείο καλύτερης ερμηνείας στο φεστιβάλ Βενετίας.
Το 1938 κι ενώ έχει αποκτήσει κάποιες ελευθερίες στη Warner θα γυρίσει την ταινία «Ζέζεμπελ» με συμπρωταγωνιστή τον Χένρι Φόντα, ένα φιλμ που θεωρείται προπομπός της υπερπαραγωγής του Ντέιβιντ Σέλζνικ «Όσα Παίρνει ο Άνεμος», δεδομένου ότι ο ρόλος της Ντέιβις, ως κακομαθημένης καλλονής του Νότου παρουσιάζει ομοιότητες με εκείνο της ανεπανάληπτης Σκάρλετ Ο’Χάρα – Βίβιαν Λι. Χαρακτηριστικό είναι ότι η Ντέιβις πήγαινε και για το ρόλο της Σκάρλετ, κάτι που δεν έγινε, καθώς η επιμονή του Γουόρνερ να πρωταγωνιστήσει στο ρόλο του Ρετ ο Έρολ Φλιν, τον οποίο αντιπαθούσε η Μπέτι Ντέιβις και απέρριψε ο Σέλζνικ τελικά, αφού είχε στο μυαλό του τον Κλαρκ Κέιμπλ. Πάντως, η Ντέιβις με την «Ζέζεμπελ» κατάφερε να προσθέσει ακόμη ένα χρυσό αγαλματάκι της Ακαδημίας.
Οι έρωτες της ζωής της και η Λάσι
Επιστρέφοντας στην «Ζέζεμπελ», κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων η Ντέιβις ερωτεύθηκε τον σκηνοθέτη Γουίλιαμ Γουάιλερ, ο οποίος, όπως κι εκείνη ήταν παντρεμένος και δεν ήταν διατεθειμένος να χωρίσει τη γυναίκα του. Πάντως, στη βιογραφία της, τον αποκάλεσε ως τον έρωτα της ζωής της. Και φυσικά οι έρωτες της ζωής της δεν ήταν λίγοι. Όπως είχε πει σαρκάζοντας «έχω κοιμηθεί με κάθε αρσενικό αστέρα της MGM, εκτός από την Λάσι»!
Προφανώς μια δήλωση μετά από τον δεύτερο της γάμο με τον ηθοποιό Γκάρι Μέριλ (1950-1960) – είχε προηγηθεί ο γάμος με τον Γουίλιαμ Γκραντ Σέρι (1945-1950). Σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία είχε δηλώσει και πάλι σαρκαστικά: «Θα παντρευτώ ξανά, αν βρω έναν άνθρωπο που έχει δεκαπέντε εκατομμύρια δολάρια περιουσία, γράψει πάνω από τα μισά σε μένα, και αφού μου εγγυηθεί ότι θα είναι νεκρός μέσα σε ένα χρόνο».
Η ταινία της ζωής της
Στην κινηματογραφική της πορεία, που κράτησε σχεδόν 60 χρόνια, έπαιξε σε πολλές και καλές ταινίες πραγματοποιώντας εξαιρετικές ερμηνείες, όπως οι «Μικρές Αλεπούδες» (1941) του Γουίλιαμ Γουάιλερ, «Το Ξέσπασμα μιας Ψυχής» (1942) του Ίρβινγκ Ράπερ, «Η Κόμισσα και ο Γκάνγκστερ» (1961) του Φρανκ Κάπρα, το κλασικό ψυχολογικό θρίλερ «Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν;» (1962) του Ρόμπερτ Όλντριτς.
Ωστόσο, τον ρόλο της ζωής της θα τον κάνει στο κλασικό αριστούργημα του Τζόζεφ Μάνκιεβιτς «Όλα για την Εύα», μια δραματική ταινία που αποτελεί σημείο αναφοράς για κάθε ιστορία αντιζηλίας, προδοσίας και φιλοδοξίας και που ήταν υποψήφια για 14 Όσκαρ, κερδίζοντας τελικά μόνο έξι και μάλιστα αφήνοντας έξω από τη βράβευση την Μπέτι Ντέιβις.
Με δυο λόγια η ιστορία περιστρέφεται γύρω από τη σχέση μιας φανατικής θαυμάστριας και μιας ντίβας του Μπρόντγουεϊ, καθώς η πρώτη (Αν Μπάξτερ) θα κερδίσει την εμπιστοσύνη της ηθοποιού και του περίγυρού της, θα γίνει γραμματέας και οικονόμος της και στη συνέχεια θα βάλει μπροστά το υποχθόνιο σχέδιό της να παραμερίσει τους πάντες – και την Ντέιβις – για να φτάσει στην κορυφή του θεατρικού χώρου.
Δικαιωματικά το φιλμ του Μάνκιεβιτς έχει κατακτήσει τον τίτλο μίας από τις σπουδαιότερες ταινίες στην κινηματογραφική ιστορία, καθώς ο ιδιοφυής σκηνοθέτης και σεναριογράφος εδώ, αναδεικνύει μοναδικά το ψυχογράφημα των δυο γυναικών, ένα επίτευγμα που παραμένει αναλλοίωτο στο χρόνο, ενώ ταυτόχρονα έχει δουλέψει έξοχα κάθε χαρακτήρα της ταινίας, ακόμη και αυτούς που παίζουν λίγα λεπτά. Ανάμεσά τους οι Γκάρι Μέριλ, Θέλμα Ρίτερ, Τζορτζ Σάντερς και σε ένα ρολάκι η Μέριλιν Μονρόε. Ωστόσο, τίποτα δεν θα ήταν τόσο ξεχωριστό στην ταινία του αν δεν υπήρχε η Μπέτι Ντέιβις, στον συγκλονιστικότερο ρόλο της καριέρας της, να ερμηνεύει με πάθος και τα μάτια της να αστράφτουν όπως μιας αγριόγατας, τον χαρακτήρα μιας ντίβας που αρχίζει να δύει το άστρο της, σύμφωνα με το σταρ σύστεμ του Χόλυγουντ, κάτι που δεν ήταν μακριά από την πραγματικότητα. Κι όμως η Ακαδημία το έκανε και πάλι το θαύμα της, δίνοντας το Όσκαρ στην Τζούντι Γκάρλαντ.
Η θανάσιμη έχθρα της με την Κρόφορντ
Τα επεισόδια της ζωής της όμως ήταν πολλές φορές πιο γοητευτικά από την πορεία της στον κινηματογράφο. Το κοινό πάντα λάτρευε να μαθαίνει τα απόκρυφα, τους έρωτες, τις διαμάχες, τα κουτσομπολιά των αστέρων. Και αυτό επειδή το γνώριζε καλά η κινηματογραφική βιομηχανία, αλλά και ο Τύπος, κίτρινος και μη, τα φούντωνε ακόμη περισσότερο. Έτσι, η έχθρα της Μπέτι Ντέιβις με την Τζόαν Κρόφορντ (1904-1977) θα γεμίσει σελίδες εφημερίδων, περιοδικών και βιβλίων και αυτή τη φορά όχι χωρίς αιτία. Η κόντρα τους ξεκίνησε από νωρίς, όταν η πρωτοεμφανιζόμενη Ντέιβις ήρθε για να κατακτήσει το Χόλυγουντ και η ήδη σταρ Κρόφορντ τη βρήκε απέναντί της. Μάλιστα, η ιστορία με τον ηθοποιό Φράντσο Τόουν, τον οποίο ερωτεύθηκε η Ντέιβις και παντρεύτηκε την Κρόφορντ, ήταν αυτή που πυροδότησε τον θανάσιμο πόλεμο μεταξύ τους. Οι βάσιμες φήμες θέλουν το μίσος της Ντέιβις να αρπάζει φωτιά επειδή η Κρόφορντ ήταν ερωτευμένη κρυφά με τον Κλαρκ Γκέιμπλ, τον οποίο ήθελε κι αυτή.
Μάλιστα έγιναν και προσπάθειες για να εξομαλυνθούν οι σχέσεις μεταξύ τους, χωρίς να υπάρξει αποτέλεσμα, ενώ για χρόνια κυκλοφορούσε σχεδόν κάθε μέρα ένα ανέκδοτο στο Χόλυγουντ, για την έχθρα τους.
Πέρα από κάθε φαντασία
Μέχρι που έφτασε το 1962 μια χρονιά που είχαν ανάγκη και οι δύο σταρ από μία επιτυχία, για να μην χαθούν από το άκρως ανταγωνιστικό και αδηφάγο σύστημα του Χόλυγουντ. Έτσι, η Κρόφορντ πρότεινε στην Ντέιβις να πρωταγωνιστήσουν μαζί στο «Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν», κάτι που αποδέχθηκε η δεύτερη, αφού πρώτα εξασφάλισε ότι θα παίξει τον ομώνυμο ρόλο της ταινίας και πως ο σκηνοθέτης Ρόμπερτ Όλντριτς δεν διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με την Τζόαν Κρόφορντ.
Αυτά που έγιναν στα παρασκήνια ξεπέρασαν κάθε φαντασία. Η Κρόφορντ ζήτησε να αντικατασταθεί από σωσία γιατί φοβόταν πως στη σκηνή του ξύλου η Ντέιβις θα την έδερνε κανονικά. Όπως είχε δηλώσει η Ντέιβις για τη συνεργασία τους, «η καλύτερη στιγμή που είχα με την Κρόφορντ ήταν όταν την έσπρωξα από τις σκάλες». Ακόμη και στα Όσκαρ, στα οποία η Μπέτι Ντέιβις είχε προταθεί για το βραβείο Α’ Γυναικείου Ρόλου και που έχασε από την Αν Μπάνγκροφτ, η Κρόφορντ της έκανε μεγάλη ζημιά καθώς το παρέλαβε εκείνη, αφού προηγουμένως είχε συνεννοηθεί με όλες τις συνυποψήφιες της Ντέιβις πως αν δεν μπορούσαν να βρεθούν στην απονομή θα το παραλάμβανε εκείνη εκ μέρους τους! Έτσι, ακόμη μετά από χρόνια, όταν πέθανε η Κρόφορντ, η Ντέιβις δεν είχε ξεχάσει. Η δηλητηριώδης δήλωσή της τα λέει όλα: «Δεν πρέπει ποτέ να μιλάς άσχημα για τους νεκρούς, συνήθως πρέπει να λες ωραία πράγματα. Η Τζόαν Κρόφορντ πέθανε. Ωραία λοιπόν!»
Υπάρχει όμως και το δράμα
Και αν όλα αυτά τα επεισόδια της ζωής της Μπέτι Ντέιβις και βεβαίως η έχθρα της με την Κρόφορντ, μπορούσαν να γίνουν κωμωδίες στη μεγάλη ή τη μικρή οθόνη (ήδη ετοιμάζεται μια τηλεοπτική σειρά από τον Ράιαν Μέρφι με την Σούζαν Σάραντον στο ρόλο της Ντέιβις και της Τζέσικα Λανγκ της Κρόφορντ) υπάρχουν και τα δράματα της ζωής που δύσκολα θα μπορούσε να αντέξει ένας άνθρωπος, αλλά απ’ ότι φαίνεται μπορούσε η Μπέτι Ντέιβις. Η άσχημη σχέση της με την κόρη της Μπάρμπαρα έφτασε και αυτή στα άκρα, με την Μπέτι να αποκληρώνει την κόρη της και να μην της ξαναμιλά ποτέ μέχρι το θάνατό της το 1989. Το 1983 η Μπάρμπαρα έγραψε το βιβλίο της «Ο Φύλακας της Μητέρας μου» στο οποίο παρουσίαζε τη μάνα της αυταρχική, εγωκεντρική και αλκοολική. Λένε ότι όταν το 1962 είδε την Μπέτι Ντέιβις στην ταινία «Τι Απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν: σαν τρελή, με το έντονο μακιγιάζ, η Μπάρμπαρα της είπε: «Νομίζω πως αυτή τη φορά το παράκανες μαμά. Ξεπέρασες τον ίδιο σου τον εαυτό». Πάντως, τόσο ο πρώην σύζυγός της Γκάρι Μέριλ, όσο και οικογενειακοί φίλοι διέψευσαν τα γεγονότα του βιβλίου της κόρης της, υποστηρίζοντας με νόημα ότι το έγραψε από τη φιλαργυρία της, ίσως και από ζήλια.
Το τελευταίο διάστημα της ζωής της, η Μπέτι Ντέιβις έπασχε από καρκίνο. Μετά από μία λιποθυμία της, κατά τη διάρκεια κάποιας εκδήλωσης, ανακάλυψε ότι ο καρκίνος είχε υποτροπιάσει. Για ένα μικρό διάστημα αισθάνθηκε καλύτερα, ταξίδεψε στην Ισπανία για να παραλάβει ακόμη ένα βραβείο για την προσφορά της στον κινηματογράφο, αλλά εκεί η υγεία της επιδεινώθηκε και χωρίς άλλες δυνάμεις πήγε σε κλινική του Παρισιού όπου και πέθανε, κλείνοντας και τυπικά ένα μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας του σινεμά και της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ. Κάποτε είχε πει ότι «όλοι έχουν καρδιά, εκτός από μερικούς…». Ποτέ δεν μάθαμε για ποιους μίλαγε. Εκτός αν για μια ακόμη φορά αυτοσαρκαζόταν..