Μινεάπολη: Η προοδευτική πόλη παλεύει με τον ρατσισμό
Οι κάτοικοι της Μινεάπολης νιώθουν υπερηφάνεια για τα πάρκα, τις λίμνες, το πεντακάθαρο κέντρο και τους ασφαλείς ποδηλατόδρομους, που θυμίζουν περισσότερο την Κοπεγχάγη παρά άλλες αμερικανικές πόλεις. Το αίσθημα κοινωνικής συνοχής και ευθύνης είναι κοινό στους κατοίκους της πολιτείας, που γέννησε ανθρώπους-σύμβολα του αμερικανικού προοδευτισμού, όπως ο Χιούμπερτ Χάμφρι, ο Ουόλτερ Μοντέιλ και ο Πολ Ουέλστοουν. Το δημοτικό συμβούλιο αποτελείται από 12 Δημοκρατικούς και ένα μέλος των Πράσινων, ενώ δύο μέλη του είναι διεμφυλικοί Αφροαμερικανοί. Εδώ και χρόνια, η πόλη γιορτάζει το τέλος της δουλείας των μαύρων στις 19 Ιουνίου.
Μεγάλες ανισότητες καταγράφονται, όμως, μεταξύ λευκών και μαύρων στην παιδεία και στην υγειονομική περίθαλψη. Τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης είναι πολύ χαμηλότερα για τις οικογένειες Αφροαμερικανών, σε σχέση με εκείνα των λευκών, ενώ η αστυνομία –πλειοψηφικά λευκή– σπανίως τιμωρεί αστυνομικούς που κατηγορούνται για ρατσιστικές πρακτικές. «Η Μινεάπολη εκμεταλλεύθηκε τη φήμη της ως προοδευτικής πόλης, χωρίς να προχωρήσει σε ουσιαστικές αλλαγές», λέει ο Ρόμπερτ Λίλιγκρεν, ο οποίος ήταν ο πρώτος αυτόχθων Ινδιάνος της Αμερικής, που εξελέγη στο δημοτικό συμβούλιο το 2001.
«Δεν μπορούμε να αρνηθούμε τα καλά της πόλης μας. Η Μινεάπολη, όμως, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα σε ό,τι αφορά τις φυλετικές σχέσεις», λέει η πρώην δήμαρχος Μπέτσι Χότζες. Το 2016, η κ. Χότζες, που είναι λευκή, αφιέρωσε την ετήσια ομιλία της για την κατάσταση της πόλης στις αντιφάσεις της Μινεάπολης. Ο σημερινός δήμαρχος Τζέικομπ Φρέι ανέλαβε τα καθήκοντά του το 2018, φιλοδοξώντας να αποκαταστήσει τις σχέσεις μεταξύ της αστυνομίας και της κοινότητας, στον απόηχο δύο δολοφονιών πολιτών από αστυνομικούς. Ενα 24ωρο μετά τη δολοφονία του Φλόιντ, ο Φρέι που είναι δικηγόρος ειδικευμένος σε θέματα πολιτικών δικαιωμάτων, κατήγγειλε την πράξη του δράστη αστυνομικού, ενώ κεντρική προεκλογική του δέσμευση υπήρξε η παροχή φθηνών κατοικιών για χαμηλόμισθους ή άπορους πολίτες.
Μια διαφορετική εικόνα μέσα στο χάος, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης έξω από το δημαρχείο του Λος Αντζελες την περασμένη Κυριακή.
Τη δεκαετία του 1990, η Μινεάπολη έγινε πόλος έλξης μεταναστών από Σομαλία, Καμπότζη, Λάος και Μεξικό. Ποσοστό 60% των κατοίκων είναι λευκοί, 20% Αφροαμερικανοί, 10% ισπανόφωνοι και 6% έχουν καταγωγή από την Ασία. «Ο ρατσισμός είναι βαθιά ριζωμένος. Αυτό μπορεί κανείς να το διαπιστώσει στον φυλετικό διαχωρισμό των συνοικιών, στο εκπαιδευτικό σύστημα, στις συγκοινωνίες και στην αστυνόμευση», λέει ο καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, Λ. Τζέικομπς. «Ρατσισμός με το χαμόγελο», χαρακτηρίζει την ατμόσφαιρα της πόλης η 42χρονη μετανάστρια από τη Σομαλία, Λέιλα Αλί, που ζει στη Μινεάπολη από το 1998.
Παρά τις προσπάθειες προοδευτικών πολιτικών στελεχών και πολιτών, οι εργασιακές και εκπαιδευτικές ανισότητες παραμένουν, ενώ η πολιτική εκπροσώπηση Αφροαμερικανών και μεταναστών από τη Μινεσότα στην Ουάσιγκτον παραμένει ελάχιστη. Μόνο η εκλογή της αριστερής Ιλχάν Ομάρ, της πρώτης Σομαλής μουσουλμάνας στη Βουλή των Αντιπροσώπων το 2018, ήλθε να αλλάξει κάπως την εικόνα της πολιτείας στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα. Ο 38χρονος Αφροαμερικανός εκπαιδευτικός Μποντούριν Μπάνουο περιέγραψε την πόλη του ως ευχάριστο μέρος για να ζει κανείς. Ο κ. Μπάνουο λέει ότι νιώθει άνετα περπατώντας στους δρόμους της συνοικίας του, κάτι που δεν συνέβαινε όταν ζούσε στη Βαλτιμόρη. Για τον Μπάνουο, η Μινεάπολη είναι το είδος της πόλης όπου ο δήμος θα προσφέρει μικροφωνική εγκατάσταση για να ακουστούν ομιλίες διαμαρτυρίας και της οποίας οι εκλεγμένοι άρχοντες θα πορευθούν στο πλευρό διαδηλωτών.
JOHN ELIGON, JULIE BOSMAN / THE NEW YORK TIMES