Μικρή Ιστορία για έναν Φόνο: Η μεγάλη ταινία του Κριστόφ Κισλόφσκι
Μικρή Ιστορία για έναν Φόνο (A Short Film about Killing, Πολωνία, 1988): Ένα εκλεκτό, υποβλητικό παράδειγμα έργου τέχνης που με τη δύναμη του ιδιαίτερου χειρισμού των εκφραστικών μέσων του κινηματογράφου κατάφερε να συνεισφέρει αποφασιστικά στη συζήτηση που είχε ήδη ξεσπάσει για τη θανατική ποινή, συμβάλλοντας στην οριστική κατάργηση της στην Πολωνία.
Διότι, μπορεί στην Πολωνία η θανατική καταδίκη να καταργήθηκε συνταγματικά την 1η Απριλίου, 1998, αλλά από το 1989 το moratorioum που εκδόθηκε και ανακαλούσε την εκτέλεση των θανατικών ποινών (με τελευταία εκτέλεση εκείνη της 23ης Απριλίου 1988 στην Κρακοβία), δεν ήταν άμοιρο της διεθνούς αναγνώρισης και της αίσθησης που προκάλεσε η ταινία στο Φεστιβάλ των Κανών και στα Ευρωπαϊκά Όσκαρ, αλλά και η πρεμιέρα της τον Μάρτιο του 1988 στην Πολωνία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Η Λευκή Κορδέλα: Το αριστούργημα του Μίκαελ Χάνεκε
H ταινία, αν όχι την ολοκλήρωσή της, οφείλει τη γέννησή της στον Δεκάλογο, την τηλεοπτική σειρά δέκα ωριαίων επεισοδίων του Κισλόφσκι (Kieslowski) για την Πολωνική τηλεόραση. Κάθε επεισόδιο της σειράς είχε θέμα και μία από τις δέκα Βιβλικές Εντολές. Από αυτή τη συλλογή προέκυψαν και οι μεγαλύτερου μήκους εκδοχές του πέμπτου και έκτου επεισοδίου με τον τίτλο «Μικρή Ιστορία για ένα Φόνο» και «Μικρή Ερωτική Ιστορία».
Ο Γιάτσεκ (Mirosław Baka) είναι ένας εικοσάχρονος άνδρας που δεν βρίσκει κανένα νόημα στη ζωή. Περιπλανιέται στην πόλη με τη σκέψη να σκοτώσει κάποιον. Ο Μάριαν (Jan Tesarz), ένας δύσθυμος μεσήλικας οδηγός ταξί, γίνεται τελικά το τυχαίο θύμα του. Ο νέος ζητά από τον ταξιτζή να τον πάει σε μια απομονωμένη τοποθεσία, όπου και δολοφονεί τελικά τον οδηγό εν ψυχρώ.
Μετά τον φόνο, ο Γιάτσεκ φεύγει από τον τόπο του εγκλήματος οδηγώντας το αμάξι του Μάριαν. Την ίδια μέρα, ο Πιοτρ Μπαλίτσκι (Krzysztof Globisz), ένας νέος και ευαίσθητος δικηγόρος, πιάνει δουλειά για πρώτη φορά σ’ ένα δικηγορικό γραφείο. Όταν ο Γιάτσεκ συλλαμβάνεται μετά από λίγη ώρα, ο Πιοτρ αναλαμβάνει να γίνει ο συνήγορος του δολοφόνου.
Ο Κισλόφσκι μας παρουσιάζει μία ιστορία με αποστασιοποιημένη οπτική γωνία. Τα γεγονότα παρουσιάζονται με την απλότητα τους και η ροή κυλά χωρίς το ανάλογο δράμα και τον ηρωισμό που θα περίμενε κανείς από ήρωες και αντιήρωες. Δεν υπάρχουν χαρακτηρισμοί παρόλα αυτά τα πρόσωπα είναι δουλεμένα ρεαλιστικά και έντιμα για το θεατή ο οποίος ζει σχεδόν ανάμεσα τους.
Η ρεαλιστική και ωμή αναπαράσταση των γεγονότων οδηγεί στην αυτονόητη θέση κατά της θανατικής ποινής δίχως να ακούσουμε κάποια αιτιολόγηση. Αυτός ακριβώς είναι και ο στόχος της ταινίας. Η επαναφορά στην απλή ανθρώπινη κριτική μακριά από πολυλογίες και γραφειοκρατικές αναλύσεις.
Ο Κισλόφσκι δε δικαιολογεί το δολοφόνο, αλλά ποιος είναι ο φόνος; Η δολοφονία του ταξιτζή, που αποτελεί και αφετηρία για όλη την εξιστόρηση; Ή μήπως η νομιμοποιημένη διαδικασία εκτέλεσης από το κράτος; Ποια η αξία της ανθρώπινης ζωής όταν νομιμοποιείται ο τερματισμός της; Πως είναι δυνατόν να είναι παράνομη η αυτοδικία όταν το ίδιο το σύστημα την καρπώνεται και τη χρησιμοποιεί; Μία αναπαράσταση της τραγελαφικής υποστήριξης του δικαιώματος στη ζωή μέσα από την αφαίρεσή της.
Ο ίδιος ο Κισλόφσκι έγραψε για την ταινία στην αυτοβιογραφία του:
«Αυτή είναι η ιστορία ενός νέου άνδρα που σκοτώνει έναν ταξιτζή και στην πορεία εκτελείται από τον νόμο. Δεν μπορεί κανείς στ’ αλήθεια να πει τίποτα παραπάνω γι’ αυτή την ταινία, γιατί δεν ξέρουμε τον λόγο για τον οποίο αυτός ο άνδρας σκοτώνει τον ταξιτζή ή, τουλάχιστον, δεν ξέρουμε με ακρίβεια. Για να σου πω την αλήθεια, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος. Γνωρίζουμε το νομικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο η κοινωνία, εν μέρει και εξ ονόματός μου, σκοτώνει αυτόν τον άνδρα. Ωστόσο, δεν έχουμε την παραμικρή ιδέα για τον πραγματικό ανθρώπινο λόγο, κι ούτε θα τον μάθουμε ποτέ. (…) Ήθελα να γυρίσω αυτή την ταινία ακριβώς γιατί όλα αυτά γίνονται εξ ονόματός μου, γιατί είμαι μέλος αυτής της κοινωνίας, είμαι πολίτης αυτής της χώρας και όταν κάποιος βάζει μια θηλειά γύρο από τον λαιμό κάποιου και κλοτσά το σκαμνί κάτω απ’ τα πόδια του, το κάνει εξ ονόματός μου. Και δεν επιθυμώ κάτι τέτοιο. Δεν θέλω να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Και νομίζω πως στην πραγματικότητα αυτή η ταινία δεν είναι για τη θανατική ποινή, αλλά γενικά για τον φόνο.
livethere.gr με πληροφορίες από frapress.gr (Ραφαέλα Χαμπίπη)-camerastyloonline (Νίκος Τερζής)