Μείωση της ψαλίδας με τον ΣΥΡΙΖΑ ο στόχος του ΚΙΝΑΛ
«Καθαρή» ευκαιρία, αλλά και στοίχημα που αναμένεται να κρίνει πολλά, τόσο συνολικά για την παράταξη όσο και ειδικότερα για την ηγεσία του, αποτελεί το επόμενο τρίμηνο για το Κίνημα Αλλαγής.
Ειδικά δε από τη στιγμή που οι αναταράξεις από τις αποκαλύψεις στην Προανακριτική έχουν χαρτογραφήσει με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια το έδαφος και τις στρατηγικές κατευθύνσεις μέχρι τους πρώτους μήνες του φθινοπώρου.
Ως προς το σκέλος της ευκαιρίας, στόχος της Χαρ. Τρικούπη είναι να μετατρέψει τις προαναφερθείσες αναταράξεις σε… ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό. Αυτός ήταν άλλωστε και ο κοινός παρονομαστής των τοποθετήσεων στην κοινή συνεδρίαση των κομματικών οργάνων μεσοβδόμαδα, όπου άπαντες συμφώνησαν πως οι παρούσες συνθήκες μοιάζουν ιδανικές για μείωση της ψαλίδας με την αξιωματική αντιπολίτευση.
Στόχος, που μεταφράζεται όχι μόνο σε οξύτατη ρητορική απέναντι στην Κουμουνδούρου και προσωπικά στον Αλ. Τσίπρα, αλλά και σε διατήρηση του «σκληρού ροκ» κατά της κυβέρνησης.
Εν ολίγοις, το ΚΙΝΑΛ επιδιώκει να αναδειχθεί ως βασικός αντιπολιτευτικός πόλος του προοδευτικού χώρου, εκτοπίζοντας τον «φθαρμένο από τις αποκαλύψεις ΣΥΡΙΖΑ», όπως λένε στη Χαρ. Τρικούπη. Κάτι που εν πολλοίς αποτυπώθηκε και στη χθεσινή (υψηλών τόνων και με προσωπική απόχρωση) σύγκρουση της Φώφης Γεννηματά με τον πρωθυπουργό στη Βουλή, απόντος του κ. Τσίπρα, την οποία άλλωστε προκάλεσε με ερώτησή της προς τον Κυρ. Μητσοτάκη η ίδια η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ.
Από την άλλη πλευρά, ο ηγετικός πυρήνας της Χαρ. Τρικούπη γνωρίζει ότι από το φθινόπωρο θα αρχίσει να αναδύεται εκ νέου η συζήτηση για τη μάχη της ηγεσίας, που τοποθετείται το αργότερο έως το τέλος του 2021.
Κατά πληροφορίες, άλλωστε, στα όργανα δεν έλειψαν και τα «ίχνη» πίεσης προς την κ. Γεννηματά, προτάσσοντας την παρούσα συγκυρία ως ύστατη ευκαιρία ανάκαμψης.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι προσεχείς δημοσκοπήσεις, μέχρι και μετά τη συνδιάσκεψη του φθινοπώρου, θα αποτελέσουν ένα σημαντικό τεστ για την επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ, μιας και αν δεν καταγραφεί άνοδος, τότε θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο πως οι χαμηλοί εσωκομματικοί τόνοι δύσκολα θα διατηρηθούν.
ΜΑΡΙΟΣ ΔΑΝΗΛΟΠΟΥΛΟΣ – kathimerini.gr