ΕΛΛΑΔΑ

Μαρίνα Σίλβα: Η βραζιλιάνα που τα βάζει με τον Μπολσονάρου

Χαρακτηρίζει “έγκλημα κατά της ανθρωπότητας” τις φωτιές που μαίνονται στα δάση του Αμαζονίου και κατηγορεί την παρούσα πολιτική κατάσταση ως υπεύθυνη για την οικολογική αυτή τραγωδία. “Όλος ο κόσμος παρακολουθεί μια κατάσταση που είναι εκτός ελέγχου σε ό,τι αφορά την αποψίλωση και τις φωτιές στον Αμαζόνιο”, δήλωσε η βραζιλιάνα πολιτικός και περιβαλλοντολόγος Μαρίνα Σίλβα σε μια διάσκεψη στη Μπογκοτά.

Μαζί με άλλους περιβαλλοντολόγους η Σίλβα απέδωσε την καταστροφή στην Αμαζονία στην πολιτική που ακολουθεί για το περιβάλλον ο ακροδεξιός πρόεδρος Zαϊχ Μπολσονάρου.

“Πρόκειται για μια κατάσταση την οποία θεωρώ έγκλημα κατά της πατρίδας, έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Στη διάρκεια της ιστορίας της χώρας, περάσαμε δύσκολες καταστάσεις, αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση που πρακτικά και επίσημα πυροδοτήθηκε από την κυβέρνηση”.

Οι πυρκαγιές μαίνονται στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου και έχουν φτάσει φέτος σε αριθμό ρεκόρ. Το κέντρο διαστημικής έρευνας της Βραζιλίας (INPE) έχει καταγράψει μέχρι στιγμής το 2019, 72.843 πυρκαγιές.

Ο Μπολσονάρου, που αμφισβητεί την κλιματική αλλαγή, επιθυμεί να ανοίξει περισσότερο τον Αμαζόνιο στη γεωργία και τις εξορύξεις και έχει απαντήσει στις χώρες που έχουν εκφράσει ανησυχίες για την αυξανόμενη αποψίλωση του τροπικού δάσους να «κοιτάνε τη δουλειά τους».

Έφτασε μάλιστα σε σημείο να κατηγορήσει τις μη κυβερνητικές οργανώσεις ότι βάζουν φωτιές στο τροπικό δάσος προκειμένου να πλήξουν την εικόνα της κυβέρνησής του, αφού τους έκοψε τη χρηματοδότηση.

“Η κυβέρνηση Μπολσονάρου παραβίασε όλες τις περιβαλλοντικές πολιτικές που είχαν θεσπιστεί στη διάρκεια δεκαετιών”, λέει η Σίλβα.

Ο Μπολσονάρου υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση δεν διαθέτει τους απαραίτητους πόρους για να καταπολεμήσει τις φωτιές και ότι, αν και δεν μπορεί να αποδείξει ότι οι μκο έβαλαν τις φωτιές, είναι οι “πιθανότεροι ύποπτοι”.

Όσο για τις χώρες, λέει, που χρηματοδοτούν σχέδια για την προστασία του Αμαζονίου, το κάνουν όχι από αγάπη για το περιβάλλον, αλλά για “να αναμειχθούν στην εθνική μας κυριαρχία”.

Η κατάσταση έχει προκαλέσει παγκόσμια ανησυχία. Νωρίτερα τον Αύγουστο, η Νορβηγία και η Γερμανία ανέστειλαν τη χρηματοδότηση έργων που έχουν στόχο τον περιορισμό της αποψίλωσης στη Βραζιλία, αφού ανησύχησαν από την αυξανόμενη αποψίλωση υπό την κυβέρνηση Μπολσονάρου.

Γεννημένη το 1958 σε μια φυτεία καουτσούκ της Πολιτείας της Βραζιλίας Άκρε, η Μαρία Οσμαρίνα Μαρίνα Σίλβα Βαζ ντε Λίμα δεν ήξερε ανάγνωση μέχρι την εφηβεία της. Μόρφωση απέκτησε όταν εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα της Πολιτείας, το Ρίο Μπράνκο, υποχρεωτικά στα 16 της χρόνια επειδή ορφάνεψε και επειδή χρειάστηκε να λάβει θεραπεία για ηπατίτιδα.

Απόγονος Πορτογάλων και Αφρικανών προγόνων με 10 αδέλφια, η Σίλβα επέζησε πέντε φορές από την ελονοσία, αλλά και από ηπατίτιδα και μολυβδίαση. Στο Ρίο Μπράνκο την ανέλαβαν καλόγριες και σπούδασε σε μια Καθολική μονή. Εκεί έγινε και το πρώτο μέλος της οικογένειάς της που έμαθε γραφή και ανάγνωση. Φεύγοντας από τη μονή εργάστηκε ως υπηρέτρια με αντάλλαγμα στέγη και στη συνέχεια πήρε πτυχίο Ιστορίας από το Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο της Άκρε. Τότε, σε ηλικία 26 ετών, της τράβηξε το ενδιαφέρον η πολιτική και έγινε μέλος του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος, μιας μαρξιστικής οργάνωσης που βρισκόταν κάτω από την ομπρέλα του Κόμματος Εργατών (PT). Το 1984 συνέβαλε στη δημιουργία του πρώτου εργατικού συνδικάτου στην Άκρε.

Η ίδια πάντως έχει δηλώσει ότι ασχολήθηκε με την πολιτική με στόχο τη διατήρηση των τροπικών δασών του Αμαζονίου.

Υπήρξε μέλος του Κόμματος Εργατών (PT) μέχρι τις 19 Αυγούστου 2009 και υπηρέτησε ως γερουσιαστής πριν γίνει υπουργός Περιβάλλοντος το 2003, επί προεδρίας του αριστερού Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, μια θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 2008.

Μεταπήδησε στο Πράσινο Κόμμα κυρίως για να διαμαρτυρηθεί για την περιβαλλοντική πολιτική που προωθούσε το PT και στις προεδρικές εκλογές του 2010 έθεσε υποψηφιότητα ως επικεφαλής του λέγοντας ότι θέλει να γίνει “η πρώτη μαύρη γυναίκα φτωχικής καταγωγής” που θα γίνει πρόεδρος της Βραζιλίας. Απέσπασε το 19,33% των ψήφων και ήρθε τρίτη στον πρώτο γύρο.

Τον Απρίλιο του 2014, ο Εντουάρντο Κάμπος ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για τις προεδρικές εκλογές, ονομάζοντας την Μαρίνα Σίλβα υποψήφια αντιπρόεδρο. Μετά τον θάνατο του Κάμπος σε αεροπορικό δυστύχημα στις 13 Αυγούστου, η Σίλβα επελέγη να είναι εκείνη η υποψήφια πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος στις εκλογές του Οκτωβρίου του 2014. Αν και θεωρείτο φαβορί για να οδηγήσει την εκλογική διαδικασία σε δεύτερο γύρο εκλογών, η Σίλβα τερμάτισε στην τρίτη θέση, κατά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, πίσω από την Ντίλμα Ρούσεφ και τον Αέσιο Νέβες. Έτσι στον δεύτερο γύρο πρόσφερε τη στήριξή της στον Νέβες.

Το 2018 ήταν και πάλι υποψήφια για την προεδρία, αυτή τη φορά με το κεντροαριστερό κόμμα Rede, του οποίου σήμερα είναι εκπρόσωπος. Κι ενώ αρχικά ερχόταν τρίτη στις δημοσκοπήσεις–πίσω από τον πρώην πρόεδρο “Λούλα”, στον οποίο στη συνέχεια απαγορεύτηκε η υποψηφιότητα στις εκλογές, και από τον ακροδεξιό Μπολσονάρου– στο τέλος ήρθε όγδοη με μόλις 1% και 1.066.893 ψήφους.

Η Σίλβα, που έχει γίνει πλέον Πεντηκοστιανή, έχει λάβει σειρά από διακρίσεις για το έργο της ως ακτιβίστριας για το περιβάλλον.

Το 1996 τιμήθηκε με το αποκαλούμενο “Πράσινο Νόμπελ”, το υψηλού κύρους βραβείο Goldman Environmental. Το 2007 το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP) την βράβευσε ως μια από τους “Πρωταθλητές της Γης”, ενώ το 2009 τιμήθηκε με το διεθνές βραβείο για το περιβάλλον και για την ανάπτυξη, το Sophie Prize.

Το 2012 ήταν ένα από τα οκτώ άτομα που επιλέχτηκαν για να κρατούν τη σημαία στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, ενώ τον Δεκέμβριο του 2014 η βρετανική εφημερίδα Financial Times την ενέταξε στη λίστα με τις Γυναίκες της Χρονιάς.

Στις τελευταίες προεδρικές εκλογές και παρότι αουτσάιντερ χωρίς διασυνδέσεις με τις παραδοσιακές ελίτ, η Σίλβα κατηγορήθηκε από τους επικριτές της για τις απόλυτες θέσεις της για το περιβάλλον και για τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις, που σύμφωνα με τους ίδιους, την καθιστούν άκαμπτη. Επιπλέον, επειδή είχε προτείνει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τις αμβλώσεις και την αποποινικοποίηση της μαριχουάνας, χαρακτηρίστηκε “ασυνεπής” ως προς τις θρησκευτικές τις πεποιθήσεις.

Οι υποστηρικτές της ωστόσο την εξαίρουν ως μια από τις πιο ηθικές πολιτικούς της χώρας. Τη μεγαλύτερη μάλιστα απήχηση την έχει στους νεαρούς ψηφοφόρους, που έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στο πολιτικό κατεστημένο της χώρας.