Μάσιμο Τροΐζι: Ο Ταχυδρόμος (Il postino) που «έφυγε» νωρίς
Μάσιμο Τροΐζι (Massimo Troisi, 19 Φεβρουαρίου 1953 – 4 Ιουνίου 1994): Ένας σπουδαίος Ιταλός ηθοποιός, σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Έγινε γνωστός παγκοσμίως μετά θάνατον, για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην κινηματογραφική ταινία «Ο Ταχυδρόμος».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Φεντερίκο Φελίνι: «Μάγος» και «Maestro» του σινεμά
Το 1994 έπαιξε στον «Ταχυδρόμο» (Il postino) του Μάικλ Ράντφορντ, κρατώντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο ρόλος προσέφερε στον Τροΐζι διεθνή αναγνώριση και δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ (Α’ Ανδρικού Ρόλου, Διασκευασμένου Σεναρίου), αλλά ο ίδιος δεν ζούσε για να το απολαύσει: Είχε πεθάνει στις 4 Ιουνίου 1994 από έμφραγμα του μυοκαρδίου, λίγες ώρες μόνο αφού ολοκλήρωσε τα γυρίσματα
Μάσιμο Τροΐζι: Ο κωμικός των συναισθημάτων
Το πονεμένο βλέμμα, το αδύνατο πρόσωπο, οι κινήσεις του και η χαμηλόφωνη ομιλία του: πίσω από αυτά τα απλά χαρακτηριστικά κρύβεται το απαράμιλλο ταλέντο του Μάσιμο Τροΐζι, τελευταίου κληρονόμου της κωμικής παράδοσης της Νάπολης που ο ίδιος οδήγησε σε πιο σύγχρονα μονοπάτια, στην κατεύθυνση μια συγκίνησης και μιας μελαγχολικής διάθεσης χάρη στις οποίες κέρδισε την ετικέτα του “κωμικού των συναισθημάτων” και “Πουλτσινέλα χωρίς τη μάσκα του”.
Έκανε το ντεμπούτο του μαζί με τους φίλους Λέλο Αρένα και Έντσο Ντε Κάρο στο κωμικό θέατρο, και το 1981 (Ricomincio da tre) έκανε το κινηματογραφικό ντεμπούτο του. Από τότε και μέχρι το 1994 συμμετείχε σε 12 ταινίες και σκηνοθέτησε 4.
Συνεργάστηκε με το Ρομπέρτο Μπενίνι και τον Έτορε Σκόλα και κέρδισε το κοινό και τη κριτική χάρη στις πρωτότυπες, δροσερές και μοναδικές του ερμηνείες.
Ο Τροΐζι πάντα αναζητούσε την έκπληξη μέσα στην κανονικότητα της ζωής, το θαύμα μέσα στην υλική υπόσταση της καθημερινότητας, και μας χάρισε ταπεινούς ποιητικούς θησαυρούς, χαμηλόφωνες αλλά δυνατές ιστορίες που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ. Πέθανε από ανακοπή καρδιάς λίγες ώρες μόνο αφού ολοκλήρωσε τα γυρίσματα του Ταχυδρόμου.
Μεγάλη ήταν η απήχησή του και στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα, το 1998 ο συνθέτης και στιχουργός Θανάσης Παπακωνσταντίνου τίμησε την μνήμη του στο τραγούδι Απόψε, στην ερμηνεία της Μελίνας Κανά: «… Απόψε η καρδιά μου θα γίνει ένα παλιό / ποδήλατο που θέλει να βγει στον ουρανό, / τον Μάσιμο Τροΐζι να βρει και να του πει, / πως μέσα σε μια νύχτα αλλάζει η ζωή …».
Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να ξεχωρίσει κανείς την ταινία από την αξέχαστη εικόνα ενός Τροΐζι καταβεβλημένου και άρρωστου, αποφασισμένου όμως, σε πείσμα της επισφαλούς υγείας του, να ολοκληρώσει τα γυρίσματα της ταινίας που θεωρείται από πολλούς η καλλιτεχνική διαθήκη του σπουδαίου ναπολιτάνου ηθοποιού και σκηνοθέτη, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή λίγες μόνο ώρες αφότου ολοκλήρωσε την τελευταία σκηνή της ταινίας.
Η ταινία, βασισμένη στο μυθιστόρημα Ο ταχυδρόμος του Νερούδα του Σκάρμετα, γυρίστηκε στα πανέμορφα νησιά της Πρότσιντα και Σαλίνα, και αμέσως απέκτησε μια μαγική αύρα πολύ αγαπητή στο κοινό καθώς και στους κριτικούς. Η ταινία είχε μια θριαμβευτική πορεία και στο εξωτερικό, τόσο που ο Μάσιμο Τροΐζι προτάθηκε μετά θάνατον για το Όσκαρ καλύτερου ηθοποιού ενώ η ταινία προτάθηκε για συνολικά 5 βραβεία της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου (κέρδισε τελικά το Όσκαρ καλύτερης μουσικής που απονεμήθηκε στο Λουίς Μπακάλοφ).
Το σκαμμένο πρόσωπο και το πονεμένο βλέμμα του θα μείνουν αξέχαστα σε όλους όσοι αγάπησαν και εκτίμησαν τον Τροΐζι ήδη από την αρχή της καριέρας του
Ακόμα και σήμερα Ο Ταχυδρόμος θεωρείται το αριστούργημα του Τροΐζι, χάρη στο οποίο έφτασε στην κορυφή της καριέρας του και απέκτησε μια αναπάντεχη διεθνή αναγνωρισιμότητα. Οι χειρονομίες του, οι σιωπές του, τα διστακτικά λόγια και οι αναποφάσιστες κινήσεις του κωμικού Τροΐζι βρήκαν την ολοκλήρωσή τους στον δραματικό τόνο της τελευταίας του ταινίας.
Ο Ταχυδρόμος είναι ένας ύμνος στη δύναμη της ποίησης και των λέξεων που είναι ικανές να υψώσουν ασήμαντους εκ πρώτης όψεως ανθρώπους σε αναπάντεχους ρόλους. Η φιλία του Μάριο Ρουόπολο με τον Πάμπλο Νερούδα είναι ειλικρινής και βασίζεται στην τρυφερότητα του νέου, άνεργου ταχυδρόμου, από τους λίγους που ξέρουν γράμματα σε ένα νησί που κατοικείται από ψαράδες σε έναν παραδοσιακό κόσμο καταδικασμένο στην αφάνιση μέσα σε λίγα χρόνια.
Η αγωνία του Μάριο να γνωρίσει νέες λέξεις και συμπεριφορές συμβολίζει τη δίψα του φτωχού για κοινωνική και μορφωτική άνοδο μέσα από τη γνώση, που όλοι θα έπρεπε να έχουν. Αν ο Νερούδα χωρίς να το θέλει θα ανατρέψει τη ζωή του ταχυδρόμου, αυτός θα συνεχίσει να νιώθει για τον ποιητή μια αγάπη σαν να είναι ο πατέρας του, και μια ευγνωμοσύνη γιατί χάρη στον εξόριστο ποιητή που του έμαθε τι σημαίνει «μεταφορά» στην ποίηση, βρήκε όχι μόνο το θάρρος αλλά και τα μέσα για να κατακτήσει την πιο όμορφη και καλή κοπέλα του χωριού.
Αν το πρώτο μέρος της ταινίας περιγράφει τη σχέση του ποιητή με τον ταχυδρόμο, το ρόλο της ποίησης και των λέξεων στη ζωή, στο δεύτερο μέρος κυριαρχούν η προσδοκία για μια κίνηση του ποιητή προς την κοινότητα που τον φιλοξένησε, η απογοήτευση για τη σιωπή του ποιητή και η θέληση του Μάριο να κάνει κάτι για την κοινότητά του. Για αυτό γίνεται “κομμουνιστής” όπως ο ποιητής, σχολιάζει αρνητικά τους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες και γράφει με τη σειρά του ένα ποίημα για το Νερούδα που το διαβάζει στην πόλη, μακριά από τις σιωπές και τους ήχους του ανέμου και της θάλασσας του νησιού, μπροστά σε ένα απέραντο πλήθος.
Στο τέλος της ταινίας οι εικόνες του Νερούδα/Νουαρέ που επιστρέφει στην Ιταλία ύστερα από πέντε χρόνια, περπατάει στην παραλία ακούγοντας τα τελευταία λόγια του φίλου του που ποτέ δεν ένιωθε ότι ο ποιητής τον είχε εγκαταλείψει, το πρόσωπο του Νουαρέ σε πρώτο πλάνο που αποτυπώνει την οδύνη του και την ανικανότητά του να κατανοήσει το παράλογο του θανάτου του ταχυδρόμου, ακόμα και σήμερα συγκινούν το θεατή αν σκεφτεί κανείς ότι ο χαμός του ταχυδρόμου παραπέμπει στον χαμό του ίδιου του Τροΐζι.
Ο πρωταγωνιστής της ταινίας έφυγε από τη ζωή μόλις δώδεκα ώρες μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, και για αυτό το σκαμμένο πρόσωπο και το πονεμένο βλέμμα του θα μείνουν αξέχαστα σε όλους όσοι αγάπησαν και εκτίμησαν τον Τροΐζι ήδη από την αρχή της καριέρας του.
livethere.gr με πληροφορίες από iicateneonline και wikipedia