ΣΠΟΡ

«Λιώνουν» οι πόλεις των Χειμερινών

Το Σότσι είχε αντιμετωπίσει αρκετά προβλήματα λόγω ζέστης το 2014, με πολλούς αθλητές να κάνουν παράπονα τόσο για την έλλειψη όσο και για την ποιότητα του χιονιού

Το Μιλάνο και η Κορτίνα, στη βόρεια Ιταλία, γιόρτασαν την περασμένη Τετάρτη την επέτειο ενός έτους από την ανάθεση της συνυποψηφιότητάς τους για τη  διοργάνωση των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2026. Λογικό να γιορτάζουν, αφού πρόλαβαν να αναλάβουν τους Αγώνες τη στιγμή κατά την οποία η κλιματική αλλαγή προβλέπεται σε κάποια χρόνια να επιτρέπει μόνο σε λίγες αρκετά μεγάλες πόλεις να διοργανώσουν Χειμερινούς Ολυμπιακούς.

Οπως δείχνει η έρευνα «Παίζοντας ενάντια στον χρόνο: Παγκόσμιος αθλητισμός, κλιματικός συναγερμός και η ανάγκη για ταχεία αλλαγή», του Βρετανού ερευνητή Ντέιβιντ Γκόλντμπλατ, έως το 2050 οι μισές από τις 20 πόλεις που έως σήμερα έχουν διοργανώσει Χειμερινούς Ολυμπιακούς δεν θα είναι πια σε θέση να το επαναλάβουν, εξαιτίας της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Το ποσοστό τους αυξάνεται στο 70% ώς το 2080, όταν μόνο οι έξι από τις έως τώρα οικοδέσποινες Χειμερινών Ολυμπιακών θα μπορούν να τους φιλοξενήσουν ξανά.

Οι πόλεις που ώς το 2050 προβλέπεται ότι θα έχουν υπερβολικά υψηλή θερμοκρασία για να φιλοξενήσουν ξανά Χειμερινούς Αγώνες είναι το Σότσι στη Ρωσία (που φιλοξένησε τη διοργάνωση του 2014), το Γκάρμις-Πάρτενκιρχεν στη Γερμανία (1936), το Βανκούβερ στον Καναδά (2010), το Οσλο στη Νορβηγία (1952), το Σαμονί στη Γαλλία (1924), το Ινσμπρουκ στην Αυστρία (1964 και 1976), η Γκρενόμπλ στη Γαλλία (1968), το Σεράγεβο στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (1984), η Σκουό Βάλεϊ στις ΗΠΑ (1960) και το Τορίνο στην Ιταλία (2006).

Ο σχετικός υπολογισμός από το Πανεπιστήμιο του Γουότερλου στο Οντάριο του Καναδά βασίζεται στις πιθανότητες η μέση ημερήσια θερμοκρασία τον μήνα Φεβρουάριο να βρίσκεται στο μηδέν ή κάτω από αυτό. Οπου η μέση θερμοκρασία είναι άνω του μηδενός, η φιλοξενία Χειμερινών Ολυμπιακών θεωρείται ιδιαιτέρως δύσκολη, και σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στο Σότσι, ακόμη και με τεχνητό χιόνι θα είναι αδύνατη η διεξαγωγή των Αγώνων, λόγω της ζέστης.

Αναζητώντας το… χιόνι

Το αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη θα είναι η άνοδος της θερμοκρασίας παντού, έστω κι αν αυτό δεν θα είναι το ίδιο για όλες τις περιοχές στον κόσμο, με συνέπειες «και για τις ορεινές περιοχές που φιλοξενούν τα περισσότερα χειμερινά αθλήματα, το οποίο θα σημάνει λιγότερο χιόνι, που θα πέφτει σπανιότερα και θα λιώνει πιο γρήγορα», εξηγεί η έρευνα του Ντέιβιντ Γκόλντμπλατ.

Υπενθυμίζει ότι οι διοργανωτές των Χειμερινών Ολυμπιακών του 2010 στο Βανκούβερ είχαν ομολογήσει ότι από τότε, ήδη προ δεκαετίας δηλαδή, «ο θερμότερος καιρός στην ιστορία περιόρισε τη δυνατότητά μας να προετοιμάσουμε χώρους άθλησης για τις εγκαταστάσεις στα Σάιπρες Μάουντενς».

Τα πράγματα ήταν ακόμη δυσκολότερα στο ρωσικό θέρετρο του Σότσι στον Εύξεινο Πόντο. Η έκθεση του Βρετανού ερευνητή υπενθυμίζει ότι το 2014 «πολλοί αθλητές παραπονούνταν για την έλλειψη χιονιού, ενώ ήταν δύσκολο να σταθεί και να κινηθεί κανείς πάνω στο αργό, υγρό και βαρύ χιόνι που υπήρχε. Οι δύσκολες αυτές συνθήκες σήμαιναν ότι τα περισσότερα μετάλλια πήγαν σε εκείνους που βρίσκονταν μεταξύ των 10 πρώτων αθλητών στην έναρξη κάθε αγωνίσματος, διότι είχαν το πλεονέκτημα να αγωνιστούν σε πιο στεγνό χιόνι πριν αυτό λιώσει εις βάρος των επόμενων. Σε σύγκριση με τους προηγούμενους αγώνες, το 2010, στο Σότσι σημειώθηκε στις χιονοδρομίες και τη χιονοσανίδα (σνόουμπορντ) μείωση 5% στους αθλητές που ολοκλήρωσαν το αγώνισμά τους, και 9% αύξηση στους τραυματισμούς αθλητών».

Η έκθεση προτείνει τον αποκλεισμό από τους Ολυμπιακούς Αγώνες των ομοσπονδιών που δεν φροντίζουν για μηδενικές εκπομπές αερίων από το 2030, ενώ από τον ίδιο χρόνο και μετά θα πρέπει να αναβάλλονται ή να ματαιώνονται διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις που δεν φροντίζουν να έχουν μηδενική εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα.

Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή έχει ορίσει το 2030 ως το έτος μετά το οποίο όλες οι διοργανώτριες πόλεις θα πρέπει να είναι «περιβαλλοντικά θετικές», ενώ σύντομα θα προστεθεί στις δεσμεύσεις κάθε οικοδέσποινας πόλης η υποχρέωση για επαρκή μείωση των εκπομπών άνθρακα.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ – kathimerini.gr