Κοροναϊός: Γιατί σε κάποιες χώρες «θερίζει» και σε άλλες όχι
Ο κοροναϊός έχει επηρεάσει σχεδόν κάθε χώρα του πλανήτη, αλλά ο αντίκτυπός του διαφέρει. Παγκόσμιες μητροπόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Παρίσι και το Λονδίνο έχουν κλονιστεί συθέμελα ενώ πόλεις όπως η Μπανγκόγκ, η Βαγδάτη, το Νέο Δελχί και το Λάγος έχουν, μέχρι στιγμής, σταθεί όρθιες.
Ο κοροναϊός έχει σκοτώσει τόσους πολλούς ανθρώπους στο Ιράν που η χώρα κατέφυγε σε μαζικές ταφές, αλλά στο γειτονικό Ιράκ, ο αριθμός των θυμάτων είναι μικρότερος από 100, αναφέρουν σε δημοσίευμά τους οι New York Times, θέλοντας να δώσουν εξήγηση στην… επιλεκτικότητα του κοροναϊού.
Η Δομινικανή Δημοκρατία έχει καταγεγραμμένες περίπου 7.600 περιπτώσεις του ιού, αλλά μόλις περάσεις στα σύνορα, στην Αϊτή έχουν καταγραφεί μόλις 85.
Στην Ινδονησία, χιλιάδες πιστεύεται ότι έχουν πεθάνει από τον κοροναϊό. Στη γειτονική Μαλαισία, ένα αυστηρό lockdown συγκράτησε τις απώλειες περίπου στις 100.
Ο κοροναϊός έχει επηρεάσει σχεδόν κάθε χώρα του πλανήτη, αλλά ο αντίκτυπός του διαφέρει. Παγκόσμιες μητροπόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Παρίσι και το Λονδίνο έχουν κλονιστεί συθέμελα ενώ πόλεις όπως η Μπανγκόγκ, η Βαγδάτη, το Νέο Δελχί και το Λάγος έχουν, μέχρι στιγμής, σταθεί όρθιες.
Προς τι η… επιλεκτικότητα του ιού
Το ερώτημα γιατί ο ιός συνέθλιψε κάποια μέρη και άφησε άλλα σχετικά άθικτα έχει πυροδοτήσει πολλές θεωρίες και υποθέσεις χωρίς ξεκάθαρες απαντήσεις. Αυτή η γνώση θα μπορούσε να έχει προφανείς συσχετισμούς για το πώς απαντούν οι χώρες στον ιό, με στόχο την ασφαλή έξοδο από την πανδημία.
Ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη εκατοντάδες έρευνες ανά τον κόσμο για τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν τα δημογραφικά στοιχεία, οι προ-υπάρχουσες συνθήκες και τα γονίδια.
Γιατροί στη Σαουδική Αραβία εξετάζουν αν οι γενετικές διαφορές μπορούν να εξηγήσουν τα διαφορετικά επίπεδα στην κρισιμότητα των κρουσμάτων Covid-19 μεταξύ των πολιτών της, ενώ επιστήμονες στη Βραζιλία μελετούν τη σχέση της γενετικής με τις επιπλοκές του Covid-19. Παράλληλα, ομάδες σε πολλές χώρες μελετούν αν τα κοινά φάρμακα της υπέρτασης μπορούν να επιδεινώσουν τη σοβαρότητα της νόσου και για το αν ένα συγκεκριμένο εμβόλιο κατά της φυματίωσης μπορεί να κάνει το αντίθετο.
Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες με ζεστά κλίματα και νέους σε ηλικία πληθυσμούς έχουν αποφύγει τα χειρότερα, γεγονός που υποδηλώνει ότι η θερμοκρασία και τα δημογραφικά στοιχεία θα μπορούσαν να είναι παράγοντες. Ωστόσο ς χώρες όπως το Περού, η Ινδονησία και η Βραζιλία, τροπικές χώρες όπου οι επιδημίες πρυτανεύουν, κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνουν την παραπάνω εικόνα.
Και μπορεί τα δρακόντεια μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και καραντίνας να έχουν αποδειχθεί ξεκάθαρα αποτελεσματικά, η Μιανμάρ και η Καμπότζη που δεν εφάρμοσαν τίποτα από τα παραπάνω, έχουν ελάχιστα κρούσματα.
Μία αιτία γι’ αυτό θα μπορούσε να είναι ότι ο ιός δεν έχει φτάσει ακόμη σ’ αυτές τις χώρες. Η Ρωσία και η Τουρκία, έμοιαζαν να τα πηγαίνουν μια χαρά μέχρι που, ξαφνικά, άρχισαν να μην τα πηγαίνουν.
Ο χρόνος θα δείξει
Ο χρόνος μένει να αποδείξει την ομοιότητα: Η ισπανική γρίπη που ξέσπασε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1918 φαινόταν να υποχωρεί το καλοκαίρι ωστόσο επανέκαμψε ακόμη πιο φονική το φθινόπωρο ενώ ένα τρίτο κύμα ακολούθησε την επόμενη χρονιά και τότε μόνο έφτασε σε απομακρυσμένες περιοχές, όπως τα νησιά στην Αλάσκα και τον Νότιο Ειρηνικό για να μολύνει το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού.
«Είναι πραγματικά νωρίς γι’ αυτήν την αρρώστια», λέει ο δρ. Ashish Jha, διευθυντής στο Global Health Research Institute του Χάρβαρντ.
Οι γιατροί που μελετούν τις μολυσματικές ασθένειες ανά την υφήλιο τονίζουν ότι δεν έχουν αρκετά δεδομένα για να σχηματίσουν μια ολοκληρωμένη επιδημιολογική εικόνα και ότι αυτά τα κενά πληροφοριών σε πολλά χώρες καθιστούν επικίνδυνη την εξαγωγή συμπερασμάτων. Η διεξαγωγή τεστ γίνεται μετ’ εμποδίων σε πολλές χώρες ενώ ο αριθμός των θανάτων είναι σίγουρο ότι υποτιμάται.
Παρόλα αυτά τα γενικά μοτίβα είναι εμφανή. Ακόμη και σε μέρη θολή καταγραφή κρουσμάτων και διαλυμένα συστήματα υγείας, είναι δύσκολο να μην παρατηρήσει κανείς τους μαζικούς τάφους.
Συνεντεύξεις με περισσότερους από είκοσι εμπειρογνώμονες μολυσματικών ασθενειών, υπαλλήλους υγείας, επιδημιολόγους και ακαδημαϊκούς σε όλο τον κόσμο καταλήγουν σε τέσσερις βασικούς παράγοντες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στο να εξηγηθεί πού ευδοκιμεί ο ιός και πού αυτό δεν συμβαίνει: τα δημογραφικά στοιχεία, η κουλτούρα, το περιβάλλον και η ταχύτητα των κυβερνητικών αντιδράσεων.
Κάθε πιθανή εξήγηση συνοδεύεται από σημαντικές επιφυλάξεις και αντενδείξεις. Εάν ένας γηράσκων πληθυσμός είναι ο πιο ευάλωτος, για παράδειγμα, η Ιαπωνία πρέπει να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας, όμως είναι πολύ μακριά από αυτήν. Ωστόσο, αυτοί είναι οι παράγοντες που οι ειδικοί θεωρούν ότι είναι οι πιο πειστικοί.
Οι αντοχές των νέων
Πολλές χώρες που έχουν αποφύγει την μαζική εμφάνιση της πανδημίας έχουν σχετικά νεαρούς πληθυσμούς.
Οι νέοι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν ήπια ή και καθόλου συμπτώματα αλλά και να μεταδώσουν λιγότερο τον ιό σε άλλους σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Μπόλινγκερ, καθηγητή μολυσματικών ασθενειών στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, είναι λιγότερο πιθανό να έχουν άλλα υποκείμενα νοσήματα.
Η Αφρική –με μόλις περίπου 45.000 καταγεγραμμένα κρούσματα σε έναν πληθυσμό 1,3 δισεκατομμυρίων ανθρώπων- είναι η ήπειρος με τον νεαρότερο πληθυσμό, με περισσότερο από 60% του πληθυσμού να είναι ηλικίας κάτω των 25 ετών. Στην Ταϊλάνδη και το Ιράκ, οι αξιωματούχοι της υγείας βρήκαν ότι η ηλικιακή ομάδα 20-29 ετών είχε τον υψηλότερο ποσοστό μόλυνσης, ωστόσο συχνά δεν εμφάνιζαν καθόλου συμπτώματα.
Σε αντιδιαστολή, ο μέσος όρος ζωής στην Ιταλία, μια από τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο, είναι πάνω από 45 έτη, ενώ ο μέσος όρος όσων πέθαναν από κοροναϊό είναι περίπου 80 ετών.
Οι νεότεροι άνθρωποι τείνουν να έχουν και πιο ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα. Στη Σιγκαπούρη και τη Σαουδική Αραβία, για παράδειγμα, τα περισσότερα κρούσματα εντοπίζονται ανάμεσα σε μετανάστες εργάτες, οι οποίοι ζουν σε πολυπληθείς κοιτώνες. Ωστόσο, πολλοί από αυτούς είναι νέοι και υγιείς και έτσι δεν χρειάζονται νοσηλεία.
Ο ήλιος σκοτώνει τον ιό;
Η γεωγραφία του ιού –ο οποίος μεταδόθηκε ταχύτατα κατά τη διάρκεια του χειμώνα σε ζώνες χωρών όπως η Ιταλία και οι ΗΠΑ ενώ σε πιο ζεστές χώρες όπως το Τσαντ ή η Γουιάνα δεν εμφανίστηκε καν- δείχνει ότι δεν τα πάει καλά με τη ζέστη. Άλλοι κοροναϊοί, όπως αυτοί που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα, είναι πολύ λιγότερο μεταδοτικοί σε θερμότερα, υγρά κλίματα.
Ωστόσο οι ερευνητές λένε ότι από μόνη της η ζέστη δεν αρκεί για να αντιμετωπίσει τον ιό. Ένα από τα μεγαλύτερα ξεσπάσματά του εντοπίζεται στη Βραζιλία, ένα από τα πιο τροπικά σημεία του πλανήτη.
Ωστόσο, άλλες πτυχές των θερμών κλιμάτων, όπως το γεγονός ότι οι άνθρωποι περνούν περισσότερο χρόνο έξω από το σπίτι, θα μπορούσαν να βοηθήσουν.
Αντίθετα, οι άνθρωποι που ζουν σε εσωτερικούς χώρους και κλειστά περιβάλλοντα, μπορεί να διευκολύνουν την κυκλοφορία των ιών.
Οι ακτίνες του άμεσου ηλιακού φωτός εμποδίζουν αυτόν τον κορoναϊό, υποστηρίζει μια μελέτη οικολογικών μοντέλων στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ. Επομένως, οι επιφάνειες σε ηλιόλουστα μέρη μπορεί να είναι λιγότερο πιθανό να παραμείνουν μολυσμένες, αλλά η μετάδοση συνήθως συμβαίνει μέσω της επαφής με ένα μολυσμένο άτομο, όχι αγγίζοντας μια επιφάνεια.
Τα έγκαιρα lockdown
Χώρες όπως η Ελλάδα και το Βιετνάμ, οι οποίες επέβαλαν νωρίς καραντίνα στους πολίτες τους, αποδεικνύουν τη δύναμη της έγκαιρης δράσης για τη συγκράτηση του κοροναϊού.
Στην Αφρική, οι χώρες που είχαν πικρή εμπειρία από προηγούμενες φονικές πανδημίες όπως ο HIV και ο Έμπολα, εφάρμοσαν νωρίς το lockdown.
Το προσωπικό των αεροδρομίων από τη Σιέρα Λεόνε μέχρι την Ουγκάντα θερμομετρούσαν (μέχρι που βρέθηκε ότι δεν αποτελεί αποτελεσματικό μέσο προστασίας) και επέβαλαν τη χρήση μάσκας και τήρησης αποστάσεων πολύ πριν τα αντίστοιχα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
Η Σενεγάλη και η Ρουάντα έκλεισαν τα σύνορά τους όταν είχαν ακόμη ελάχιστες καταγεγραμμένες περιπτώσεις ενώ τα υπουργεία Υγείας των χωρών αυτών άρχισαν νωρίς την ιχνηλάτηση των επαφών των κρουσμάτων.
Η Σιέρα Λεόνε επανέφερε τα πρωτόκολλα παρακολούθησης ασθενειών που είχαν θεσπιστεί μετά την έξαρση του Έμπολα το 2014, όταν περίπου 4.000 άνθρωποι πέθαναν εκεί. Η κυβέρνηση δημιούργησε κέντρα έκτακτης ανάγκης σε κάθε περιοχή και προσέλαβε 14.000 εργαζόμενους στον τομέα της υγείας, 1.500 εκ των οποίων εκπαιδεύτηκαν για την ιχνηλάτηση των επαφών, παρόλο που η Σιέρα Λεόνε έχει μόνο περίπου 155 επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Ωστόσο δεν είναι σίγουρο ποιος θα πληρώσει τους μισθούς τους ή τα έξοδα κίνησης.
Η Ουγκάντα, η οποία επίσης υπέφερε από την επιδημία του Έμπολα, έθεσε άμεσα σε καραντίνα τους ταξιδιώτες από το Ντουμπάι μετά τον εντοπισμό του πρώτου κρούσματος που είχε προέλθει από εκεί. Οι
Αρχές ιχνηλάτησαν επίσης περίπου 800 άτομα που είχαν ταξιδέψει στο Ντουμπάι τις προηγούμενες εβδομάδες.
Το lockdown, όπως και οι αποκλεισμοί θρησκευτικών συναθροίσεων και αθλητικών γεγονότων, είναι αποδεδειγμένα αποτελεσματικά, λέει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Περισσότερο από έναν μήνα μετά το κλείσιμο των συνόρων τους και αλλά και των σχολείων και των περισσότερων επιχειρήσεων, χώρες από την Ταϊλάνδη μέχρι την Ιορδανία έχουν δει μεγάλη μείωση στα κρούσματα.
Στη Μέση Ανατολή, το γενικευμένο κλείσιμο των τζαμιών και των εκκλησιών έγινε αρκετά νωρίς βοηθώντας στην συγκράτηση του ιού.
Αξιοπρόσεκτη εξαίρεση αποτελεί το Ιράν, το οποίο δεν έκλεισε τους χώρους λατρείας παρά μόνο στις 18 Μαρτίου, έναν ολόκληρο μήνα μετά την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος. Η πανδημία εκεί εξαπλώθηκε γρήγορα σκοτώνοντας χιλιάδες στη χώρα και συντελώντας στην εξάπλωση των ιών στις χώρες από όπου προέρχονταν οι προσκυνητές.
Όσο όμως αποτελεσματικό κι αν είναι το lockdown, σε χώρες όπου υπάρχει έλλειψη ενός δικτύου κοινωνικής ασφάλειας και όπου οι περισσότεροι άνθρωποι εργάζονται για την παραοικονομία, είναι δύσκολο να διατηρηθεί πολύ. Όταν οι άνθρωποι καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στην κοινωνική αποστασιοποίηση και το τάισμα της οικογένειάς τους, επιλέγουν το δεύτερο.
Σε αντιδιαστολή, κάποιες χώρες που εφάρμοσαν αργά και επιφυλακτικά τα περιοριστικά μέτρα, φαίνεται πως κατάφεραν να συγκρατήσουν τον ιό. Η Καμπότζη και το Λάος είχαν κάποια κρούσματα λοιμώξεων ωστόσο καμία από τις δύο δεν έλαβε μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης αλλά παρόλα αυτά εδώ και τρεις εβδομάδες δεν έχουν καταγράψει κρούσμα.
Ο Λίβανος, του οποίοι οι Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι πολίτες συχνά πηγαίνουν για προσκύνημα στην Ιταλία και το Ιράν αντίστοιχα, θα έπρεπε να έχουν υψηλά ποσοστά μόλυνσης. Δεν έχουν.