ΖΩΗ

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ: «Η ποίηση δείχνει την πληγή»

Σε πρόσφατη συνέντευξή της στην κρατική τηλεόραση, έλεγε με λύπη πως αυτό το απόλυτα φυσιολογικό «θα» που κινητοποιεί όλους μας, στην περίπτωσή της δεν είναι περισσότερο από μια βδομάδα, ένα μήνα. Είναι δύσκολο, συνέχιζε, «να μην περιμένεις πια τίποτα, εκτός από αυτά που σου δίνει η ζωή και να λες ευχαριστώ». Κι όμως: «Αυτό το ευχαριστώ είναι που κατευνάζει τον φόβο του θανάτου», κατέληγε η ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, μία από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες δημιουργούς, η οποία έφυγε αιφνίδια από τη ζωή τη Δευτέρα το βράδυ από ανακοπή, σε ηλικία 81 ετών.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Αρχή της ζωής της, μια λοίμωξη που οδήγησε σε αναπηρία στην αριστερή της πλευρά. Χρόνια αργότερα θα την παρομοίαζε με ένα «αρκετά ακριβό εισιτήριο» που, αφότου πληρώθηκε, δεν συνάντησε κάποιο άλλο τραγικό εμπόδιο. Ενα μερίδιο της ευτυχίας, οφειλόταν και στους γονείς της: άνθρωποι ανοιχτόμυαλοι, κοσμοπολίτες και προοδευτικοί κατά δήλωσή της, της γνώρισαν την Αίγινα, τον καλοκαιρινό παράδεισο των παιδικών της χρόνων, αλλά και τον Νίκο Καζαντζάκη, ο οποίος έγινε νονός της. Εκείνος ήταν που το 1956, διαβάζοντας το πρώτο ποίημα της 17χρονης τότε Κατερίνας, την περίφημη «Μοναξιά», έστειλε στον διευθυντή του περιοδικού «Καινούρια Εποχή» τα εξής: «Παρακαλώ, δημοσιεύστε αυτό το ποίημα, το έχει γράψει μια κοπέλα που δεν έχει βγάλει ακόμα το γυμνάσιο. Είναι το ωραιότερο που διάβασα ποτέ!».

Ακολούθησαν σπουδές στην Αθήνα και στη Γαλλία, καθώς και ένα δίπλωμα μετάφρασης και διερμηνείας (αγγλικών, γαλλικών και ρωσικών) από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Στο μεταξύ, η πρώτη της ποιητική συλλογή, με τίτλο «Λύκοι και Σύννεφα», θα δημοσιευόταν το 1963, ακολουθούμενη μεταξύ άλλων από τα «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας», «Οι μνηστήρες», «Λυπιού», «Ωραία έρημος η σάρκα» (που εγκαινίασε τη συνεργασία της με τις εκδόσεις Καστανιώτη), «Η ανορεξία της ύπαρξης», καθώς και μία έκδοση των απάντων της με τίτλο «Ποίηση 1963-2011». Ποιήματά της θα μεταφράζονταν σε πάνω από δέκα γλώσσες, ενώ η τελευταία της συλλογή ήταν το «Με άλλο βλέμμα» του 2018.

Με τον σύντροφό της, τον Αγγλο φιλόλογο και βιβλιοθηκονόμο Ρόντνεϊ Ρουκ, γνωρίστηκε σε μια ταβέρνα στην Πλάκα το 1963 και ενώ σύμφωνα με μια αφήγηση της ποιήτριας ο γάμος τους προέκυψε σαν από αστείο, οι δυο τους έζησαν μαζί ώς το θάνατό του το 2007.

Από το εξωτερικό ήρθε και η πρώτη διάκριση το 1962, όταν η Αγγελάκη-Ρουκ απέσπασε το Α΄ Βραβείο Ποίησης της πόλης της Γενεύης. Το 1985 τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τους «Μνηστήρες», ενώ σειρά είχαν το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο των ποιημάτων της (2000), το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για την «Ανορεξία της ύπαρξης» (2012) και το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων (2014) για το συνολικό της έργο.  Σύμφωνα με τον Δημοσθένη Κούρτοβικ, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, ήδη, από την πρώτη ποιητική της συλλογή προανήγγειλε τη δεύτερη μεταπολεμική γενιά, με χαρακτηριστικότερο γνώρισμα της ποίησής της, «τη σωματικότητα των αισθημάτων και την κατάφαση στη μοναξιά ως του βαθύτερου γνωρίσματος της ύπαρξης». Το σώμα και ο έρωτας, η λύπη και η έλλειψη επανέρχονταν σταθερά στα ποιήματά της – «η ποίηση δεν θεραπεύει, δείχνει την πληγή» έλεγε κάποτε. Είχε όμως και εκτενέστατο μεταφραστικό έργο, έχοντας αναμετρηθεί με έργα των Σάμιουελ Μπέκετ, Σέιμους Χίνι, Ζακ Λακαριέρ, Βλαντιμίρ Μαγιακόφκσι, Αλεξάντρ Πούσκιν, Ντίλαν Τόμας κ.ά.

Συλλυπητήρια στους οικείους της εξέφρασε, μεταξύ άλλων, η Εταιρεία Συγγραφέων, ενώ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος αναφέρθηκε στη διαχρονικά ανεκτίμητη προσφορά της ποιήτριας «στον βωμό του ελληνικού πνεύματος και ιδίως της λογοτεχνίας μας». Στο δικό της συλλυπητήριο μήνυμα, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη ανέφερε ότι η εξόδιος ακολουθία θα πραγματοποιηθεί δημοσία δαπάνη.

ΝΙΚΟΛΑΣ ΖΩΗΣ-kathimerini.gr