ΕΛΛΑΔΑ

«Κανείς να μη βρεθεί στη θέση μας»

Ο Γιώργος Παϊτέρης νοσηλεύθηκε για δύο εβδομάδες στο «Σωτηρία» μαζί με τον μεγαλύτερο γιο του, ενώ ο μικρότερος, 21 ετών, παρέμεινε για 30 ημέρες διασωληνωμένος στο «Θριάσιο». Συνολικά στην οικογένεια νόσησαν επτά άτομα.

Κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, όταν έμπαιναν λουκέτα στην εστίαση και περιορίζονταν οι μετακινήσεις, ο Γιώργος Παϊτέρης ήταν καχύποπτος.

«Δεν πίστευα πολύ, μου φαινόταν παράλογο», λέει για τα έκτακτα μέτρα καραντίνας που είχαν ληφθεί τότε. Εχει τόσους γνωστούς και κανείς δεν είχε νοσήσει. Ούτε στη γειτονιά του υπήρχε κρούσμα. Ωσπου στις αρχές Ιουλίου ο ίδιος και δύο γιοι του ανέβασαν ταυτόχρονα πυρετό.

«Ενιωθα κόπωση, αδιαθεσία, πόνο στις κλειδώσεις. Ηθελα να είμαι ξάπλα, δεν είχα όρεξη ούτε για φαγητό», λέει. Οταν επιδεινώθηκαν τα συμπτώματα νοσηλεύθηκε για δύο εβδομάδες σε κλινική COVID-19 του νοσοκομείου «Σωτηρία» μαζί με τον μεγαλύτερο γιο του, ενώ ο μικρότερος, 21 ετών, παρέμεινε για 30 ημέρες διασωληνωμένος στη μονάδα εντατικής θεραπείας του «Θριάσιου». Μια βρογχίτιδα που τον είχε ταλαιπωρήσει πρόσφατα και το αλλεργικό άσθμα από το οποίο πάσχει δυσκόλεψαν τη νοσηλεία του παρά τη νεαρή του ηλικία. Συνολικά επτά άτομα νόσησαν σε αυτή την οικογένεια. Η γυναίκα και η νύφη του κ. Παϊτέρη το πέρασαν πιο ήπια, στο σπίτι, με μια μικρή αδυναμία κατά τις πρώτες ημέρες και απώλεια όσφρησης και γεύσης. «Ημουν δύσπιστος στην αρχή, μέχρι που το πάθαμε», λέει. «Είδα μπροστά μου κόσμο να διασωληνώνεται, είναι σκληρό».

Παρά τη μάχη της οικογένειάς του με τη νόσο, μετά το εξιτήριο από το νοσοκομείο ο κ. Παϊτέρης είχε να αντιμετωπίσει πλέον και τη δυσπιστία ορισμένων γνωστών του. «Στην αρχή θεωρούσαν ότι λέγαμε ψέματα, έπειτα έφτιαξαν σενάρια ότι δήθεν χρηματιστήκαμε για να υποστηρίζουμε ότι περάσαμε τον κορωνοϊό», λέει στην «Κ» ο 47χρονος. «Τους συμβουλεύω να προσέχουν και να προφυλάσσονται, να κρατούν αποστάσεις και να ακούν τους λοιμωξιολόγους».

Μοιάζει παράδοξο, αλλά συμβαίνει. Για μια μερίδα πολιτών οι ανακοινώσεις των αρμοδίων υπηρεσιών για τη διασπορά της νόσου στη χώρα μας και οι εικόνες άλλων κρατών τα οποία έχουν δοκιμαστεί σκληρότερα δεν αρκούν για να διαλύσουν θεωρίες συνωμοσίας και αστήρικτες «βεβαιότητες».

Υπάρχουν αρνητές του ιού που αποκαλούν τις προστατευτικές μάσκες «φίμωτρο» και «μπούρκα», ή πιστεύουν ότι η χρήση τους προωθεί κάποια «κρυφή ατζέντα». Ιχνηλάτες της Πολιτικής Προστασίας το τελευταίο διάστημα έχουν επικοινωνήσει και με ασυμπτωματικούς φορείς οι οποίοι αμφισβητούν το θετικό αποτέλεσμα του τεστ στο οποίο υποβλήθηκαν.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ μίλησε με τέσσερις ανθρώπους οι οποίοι χρειάστηκε να νοσηλευθούν στη Γ΄ Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου «Σωτηρία» κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας αλλά και πιο πρόσφατα. Ολοι ευγνωμονούν το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό που τους βοήθησε και εύχονται κανείς να μη βρεθεί στη θέση τους.

«Να πείσω έστω κι έναν»

«Εστω κι έναν άνθρωπο να μπορέσω να πείσω, αν αλλάξω σε κάποιον γνώμη θα είναι κέρδος», λέει ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, ο οποίος έλαβε εξιτήριο από την κλινική COVID-19 στα τέλη Απριλίου. «Είναι τρελό να βλέπεις κόσμο που θεωρεί ότι δεν υπάρχει ο ιός και συμπεριφέρεται απερίσκεπτα».

Δεν μπορεί να προσδιορίσει πώς ή πού μπορεί να προσβλήθηκε ο ίδιος. Εκτιμά ότι πιθανότατα ευθύνεται ένα ταξίδι που είχε κάνει στην Πολωνία στις αρχές Μαρτίου, όταν ακόμη τα κρούσματα ήταν περιορισμένα στην Ελλάδα. Επέστρεφε στην Αθήνα με ένα μικρό αεροπλάνο και θυμάται έναν συνεπιβάτη του να δείχνει άρρωστος, έτρεμε, ίδρωνε και φτερνιζόταν.

Η επόμενη εβδομάδα κύλησε για τον κ. Εμμανουηλίδη χωρίς κάποιο ύποπτο σημάδι. Ενα πρωί Σαββάτου ανέβηκε μέχρι την κορυφή της Πεντέλης. Ενιωθε δυνατός κατά την πεζοπορία, αλλά το ίδιο βράδυ εμφάνισε τα πρώτα δέκατα. Δεν είχε βήχα, ή δύσπνοια, αλλά τα δέκατα επέμειναν για ημέρες. Τρεις γιατροί τους οποίους κάλεσε δεν τον επισκέφτηκαν για να τον εξετάσουν, ενώ από τον ΕΟΔΥ του συνιστούσαν να μείνει στο σπίτι.

Οταν χειροτέρεψαν τα συμπτώματα, ανέβηκε ο πυρετός στο 38,6 και ένιωθε πλέον έντονη αδυναμία υποβλήθηκε με δική του πρωτοβουλία σε τεστ για τον νέο κορωνοϊό στο «Ερρίκος Ντυνάν». Το αποτέλεσμα ήταν θετικό και κρίθηκε ότι έπρεπε να νοσηλευθεί. Βγήκε από το «Σωτηρία» 40 ημέρες αργότερα. Η επιστροφή στην καθημερινότητα δεν ήταν μια απλή διαδικασία.

Είχε χάσει 15 κιλά, κυρίως μυϊκή μάζα. Ηταν αδύνατον στην αρχή να περπατήσει χωρίς υποστήριξη. Την πρώτη φορά που σηκώθηκε στον θάλαμο νοσηλείας έκανε μόλις τέσσερα βήματα. Δεν μπορούσε να ανέβει μόνος του σκάλες, ούτε να αυτοεξυπηρετηθεί, γι’ αυτό και μετά το εξιτήριο και όντας πλέον αρνητικός στον ιό έμεινε για κάποιο διάστημα στο σπίτι των γονιών του.

«Δεν υπάρχει εξήγηση γιατί το πέρασα δύσκολα. Στη ζωή μου ένιωθα άτρωτος. Δεν έχω υποκείμενο νόσημα, προσέχω τη διατροφή μου, δεν πίνω», λέει ο 47χρονος. Στα τέλη Μαΐου έκανε τις τελευταίες αντιθρομβωτικές ενέσεις. Ακολούθησε η πρώτη επανεξέταση τον Ιούνιο για να εκτιμηθεί η πορεία της αποκατάστασής του. Του απομένει ακόμη μία επανεξέταση στο τέλος Σεπτεμβρίου. Μέχρι και σήμερα δεν έχει επανέλθει πλήρως στην προ κορωνοϊού φυσική του κατάσταση. Θα χρειαστεί να περάσει λίγος καιρός, όπως λέει, για να βελτιωθούν και άλλο οι πνεύμονές του. Εχει επιστρέψει στο σπίτι του και επισκέπτεται ξανά το Πεντελικό όρος για πεζοπορία – ακόμη όμως δεν έχει επιχειρήσει να ανέβει στην κορυφή.

«Εύχομαι σε όσους δεν πιστεύουν στον ιό να μη συμβεί ποτέ κάτι παρόμοιο σε δικό τους άνθρωπο», λέει.

«Πρέπει να ανοίξουν τα μάτια, η ασθένεια δεν κάνει διακρίσεις»

Ο Γιάννης Εμμανουηλίδης τράβηξε τη φωτογραφία στο όρος Πεντέλη τον περασμένο Μάρτιο. Το ίδιο βράδυ, μετά την ανάβαση, εμφάνισε τα πρώτα συμπτώματα της νόσου. 

Ο Κώστας Συρίγος, διευθυντής της Γ΄ Παθολογικής Κλινικής στο «Σωτηρία» και καθηγητής Παθολογίας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, εξηγεί στην «Κ» ότι τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται καθημερινή ροή νέων περιστατικών. Ο μέσος όρος στις ηλικίες των ασθενών έχει κατέβει στα 40 έτη, ενώ χρειάστηκε να νοσηλευθεί και ένας 18χρονος. Το διάστημα παραμονής των ασθενών έχει αυξηθεί και κρατάει τουλάχιστον δύο εβδομάδες, ενώ γίνονται λιγότερες διασωληνώσεις καθώς το προσωπικό της κλινικής διαθέτει πλέον μεγαλύτερη εμπειρία και μπορεί με την κατάλληλη αγωγή να αντιμετωπίσει πιο άμεσα ένα δύσκολο περιστατικό.

Η συγκεκριμένη κλινική ήταν η μόνη στην Αττική που παρέμεινε συνεχώς ανοιχτή, σε πλήρη λειτουργία, από την αρχή της επιδημίας στη χώρα μας. Αντίστοιχες κλινικές σε άλλα νοσοκομεία της Αθήνας έκλεισαν μέσα στο καλοκαίρι, είτε γιατί δεν είχαν ασθενείς ή για να γίνουν απολυμάνσεις.

Εδώ και δέκα ημέρες έχει επιστρέψει στο σπίτι της από την κλινική COVID-19 του «Σωτηρία» και μια γυναίκα 62 ετών. Και αυτή συμπλήρωσε 40 ημέρες νοσηλείας στο ίδιο νοσοκομείο όπως ο κ. Εμμανουηλίδης. Στον διπλανό της θάλαμο βρέθηκε για κάποιο διάστημα και η 89χρονη μητέρα της, η οποία πέθανε από τη νόσο.

«Βλέπω στην τηλεόραση ανθρώπους να λένε ότι όλο αυτό είναι μια φήμη, ότι δεν τους πιάνει ο ιός. Παλιότερα έλεγαν ότι είναι στην Κίνα, μακριά, και όμως ήρθε. Αυτή η ασθένεια δεν έχει σύνορα, δεν έχει λογική», λέει η 62χρονη, η οποία δέχτηκε να μιλήσει στην «Κ» χωρίς να δημοσιοποιηθούν τα στοιχεία της. «Πρέπει να ανοίξουν τα μάτια, να γίνουν πιο συνεπείς γιατί αυτή η αρρώστια δεν κάνει διακρίσεις», προσθέτει.

Τα πρώτα 24ωρα μετά την έξοδό της από την εντατική η 62χρονη προσπαθούσε να κρατηθεί ξύπνια. Δεν ήθελε να κοιμηθεί γιατί φοβόταν, όπως λέει, «μήπως χαθεί το οξυγόνο». Δεν εμφάνισε κάποια επιπλοκή, όλα κύλησαν ομαλά και πλέον στο σπίτι της ακολουθεί ειδική αγωγή που της έχουν δώσει οι θεράποντες γιατροί. Εχει λάβει και οδηγίες για να την εξετάσουν το επόμενο διάστημα παθολόγος, καρδιολόγος και ενδοκρινολόγος και έχει πάρει ένα μήνα άδεια από την εργασία της για να αναρρώσει εντελώς. «Θέλει χρόνο αυτή η νόσος», λέει. Το σώμα της ακόμη κουβαλάει την κόπωση της πολυήμερης νοσηλείας.

Πιο πρόσφατα έλαβε εξιτήριο από την ίδια κλινική ένας άντρας κάτω των 50 ετών. Και αυτός μίλησε στην «Κ» υπό τον όρο της ανωνυμίας. Το πρώτο σύμπτωμα που εντόπισε ήταν μια ξηρότητα στον λαιμό στις αρχές Αυγούστου. Το τεστ που έκανε βγήκε θετικό και απομονώθηκε στο σπίτι του για περίπου δέκα ημέρες. Υποβλήθηκε σε αξονική και αιματολογική εξέταση και ο γιατρός του έκρινε ότι έπρεπε να νοσηλευθεί. Φαινόταν ότι η νόσος είχε περάσει στους πνεύμονες. Ο οργανισμός του ανταποκρίθηκε καλά στη φαρμακευτική αγωγή που του χορήγησαν στην κλινική και σε δέκα ημέρες βγήκε από το νοσοκομείο.

Αλλοι ασθενείς τους οποίους γνώρισε δεν είχαν περάσει την ίδια ασθένεια ήπια. «Κάποιος ήταν μέσα για 1,5 μήνα, άλλος για δύο μήνες και είχαν μπει στην εντατική δύο φορές. Είδα μπροστά μου τη διαδικασία της διασωλήνωσης σε άλλον ασθενή και ακόμα βλέπω τη σκηνή σε εφιάλτες», λέει.

Η επάνοδος

Η περιπέτεια των ασθενών σε κάποιες περιπτώσεις δεν τελειώνει με το εξιτήριο. Οσο πιο μακρά είναι η περίοδος νοσηλείας τους τόσο πιο δύσκολη μπορεί να είναι η επάνοδός τους. «Οταν ξεκίνησα να περπατάω μέσα στην κλινική ήταν σαν να το κάνω για πρώτη φορά στη ζωή μου. Με κρατούσαν δύο άνθρωποι και ένιωθα σαν μωρό. Δεν έχω λόγια να τους ευχαριστήσω», λέει ο κ. Εμμανουηλίδης. Εκτός νοσοκομείου αφιέρωνε κάθε μέρα δύο ώρες σε ασκήσεις γυμναστικής για να ανακτήσει τον μυϊκό όγκο που έχασε από την κατάκλιση. Επί μία ώρα περπατούσε μέσα στο σπίτι, από δωμάτιο σε δωμάτιο για να δυναμώσει τα πόδια του.

Ο μικρότερος γιος του κ. Παϊτέρη αντιμετωπίζει μεγαλύτερες δυσκολίες. Οπως λέει ο πατέρας του, η νόσος τον επηρέασε στο νευρικό σύστημα. Χρειάζεται καθημερινή βοήθεια μέσα στο σπίτι, δεν μπορεί ακόμη να κινήσει πλήρως το ένα του χέρι, θα περάσει χρόνος μέχρι να επανέλθει. «Αυτός ο ιός δεν ξέρεις πώς δουλεύει, σου φέρνει τα πάνω κάτω», λέει. «Δεν ξέρεις πώς θα σε χτυπήσει, είναι ύπουλος».

Γιάννης Παπαδόπουλος – kathimerini.gr